κ. Πρόεδρε, κ. Γενικοί Διευθυντές, αγαπητοί συνάδελφοι,
θάθελα να σας πω ότι είναι ιδιαίτερη τιμή για έναν εργαζόμενο όταν του δίνεται η ευκαιρία να αποτυπώσει τις δικές του σκέψεις για την εθνική επέτειο. Έψαξα πολύ πριν καταλήξω στον χαρακτήρα της σημερινής ομιλίας που δεν θα μπορούσε να μην έχει σχέση με τα όσα καταλυτικά συμβαίνουν καθημερινά και μας αφορούν όλους.
Η ομιλία μου ξεκινάει με ένα ερωτηματικό σαν τίτλο : Παραμένει ζωντανό το πνεύμα της 28ης Οκτωβρίου 1940 στην εποχή μας;
Αυτό το ερώτημα έθεσα στον εαυτό μου προσπαθώντας και μέσω ιστορικών πηγών αλλά και σύγχρονων αναφορών να τεκμηριώσω.
Άραγε,
Παραμένει ζωντανό το πνεύμα
της 28ης Οκτωβρίου 1940 στην εποχή μας ;
Έθνος ολιγάνθρωπον οι Έλληνες κατόρθωσαν και να επιβληθούν αλλά και
να επιζήσουν πάντοτε δια του πνεύματός των παρά δι’ άλλων μέσων”.
Γιατί, όπως εξηγεί ο Ακαδημαϊκός Ι. Ν.
Θεοδωρακόπουλος:
“Είναι γεγονός ότι εις την ιστορίαν
υπήρξε πάντοτε το πνεύμα
εκείνο, το οποίο περισσότερο από πάσαν άλλην δύναμιν προσδιόρισε την εξέλιξην
των πραγμάτων (…).
Δι’ ημάς τους Έλληνας η ιστορική αυτή
αλήθεια
ισχύει απολύτως και άνευ όρων.
Για τον
ελληνικό, όπως και για άλλους λαούς, το αντιστασιακό πνεύμα παρουσιάζεται και
αναπτύσσεται, αφενός ως χρέος προς το παρελθόν και αφετέρου ως συνέχεια της
ιστορικής παράδοσης.
Υπό την έννοια αυτή, η 28η Οκτωβρίου του 1940, όπως το
1204 και το 1453 στα βυζαντινά χρόνια, το 1821 στην νεότερη εποχή και το
1912-1913 στις αρχές του 20ου αι., είναι ορόσημα που εκφράζουν την έναρξη
και την συνέχεια της αντίστασης του Νέου Ελληνισμού.
Για τους παραπάνω λόγους είναι σωστή η επισήμανση του γνωστού
σύγχρονου ιστορικού Ν. Σβορώνου ότι :
«ο αντιστασιακός χαρακτήρας διέπει ολόκληρη τη νεοελληνική ιστορία»
Ο Έλληνας ανέκαθεν αντίκρισε τη ζωή σαν άθλημα και την
βίωσε σαν ένα διαρκές πάθος για την αναμέτρηση με το δύσκολο. Το “έργον” το
είδε ως “εργώδες”, επίπονο επίτευγμα. Οπωσδήποτε για τον Έλληνα ο αγώνας και η
νίκη δεν σημαίνουν μόνο τη φυσική κατανίκηση του αντιπάλου, αλλά πέρα απ’ αυτό
την καταξίωση της αρετής.
“Πάτριον ημίν εκ των πόνων τας αρετάς κτάσθαι”,
θα βεβαιώσει ο
Θουκυδίδης. Η ελληνική έννοια του αγώνα είχε πάντα ένα στοιχείο
πνευματικότητας, ακόμη και στην προχριστιανική εποχή.
Αυτή η αγωνιστικότητα μας αναδείκνυε, είτε είμαστε
κατακτημένοι ως λαός, είτε είμαστε πνευματικοί κατακτητές.
Και είναι η ίδια αγωνιστικότητα
που έστησε το τρόπαιο στο Μαραθώνα, αλλά και τον τύμβο στις Θερμοπύλες. Αποθανάτισε
την Ακρόπολη, εξελλήνισε την κοσμοκράτειρα Ρώμη και ανέδειξε το Βυζάντιο
χιλιόχρονο προπύργιο της Ευρώπης.
Αυτή η αγωνιστικότητα κράτησε ξύπνιο το ραγιά
στα σκοτάδια των τετρακοσίων χρόνων και έσωσε το νεότερο Ελληνισμό από την
υποδούλωση σε κάθε λογής ολοκληρωτισμούς. Χάρη σ’ αυτή ο Έλληνας εξασφάλισε τις
ευγενέστερες επιλογές στη ζωή. Το αίτημα,
“αιρού (προτίμησε) καλώς τεθνάναι μάλλον ή
αισχρώς ζην”,
συνοψίζει μια σειρά από δυναμικές εσωτερικές και
εξωτερικές υπερβάσεις των στοιχείων εκείνων, που αντιπροσωπεύουν – στο πεδίο
του πνεύματος – τον πειρασμό των Σειρήνων για το άτομο και το έθνος.
Έχει πολλές φορές λεχθεί ότι το πνεύμα της 28ης Οκτωβρίου του 1940 είναι
αντιστασιακό τόσο στην ιταλική εισβολή, όσο και στην διάδοχη αυτής γερμανική
κατοχή. Είναι πνεύμα που ανθίσταται
στην επιβολή της ανελευθερίας εκ μέρους των δυνάμεων του Άξονος και που υπερασπίζεται την εθνική ανεξαρτησία.
Το ερώτημα που αφορά την εποχή μας είναι αν ακόμα και σήμερα, δηλαδή
στην εποχή της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας και της καταναλωτικής συνείδησης,
της πολιτικής σύγχυσης και της ανιστορικότητας, αλλά και της οικονομικής
κατοχής της χώρας μας από το Δ.Ν.Τ., είναι αναγκαία η ανάπτυξη ενός
αντιστασιακού πνεύματος.
Είναι σαφές ότι σήμερα έχει δημιουργηθεί ένας νέος
τύπος κυριαρχίας κυρίως στις αδύναμες πολιτικά και οικονομικά αλλά και
πολιτιστικά κοινωνίες. Κατά την θεώρηση αυτή, οι σημερινοί κατακτητές δεν φέρουν στρατιωτικά αμπέχωνα, όπως στο παρελθόν, αλλά
micro-chips μέσω των οποίων διακινούν τεράστια χρηματικά ποσά από μια περιοχή
του κόσμου στην άλλη.
Είναι ένας ιμπεριαλισμός πρώτα της παγκοσμιοποιημένης
οικονομίας και έπειτα της καταναλωτικής κοινωνίας.
Εδώ θα πρέπει να διευκρινισθεί ότι η παγκοσμιοποιημένη
οικονομία δεν οδηγεί μόνον σε νέες οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες (του
τύπου ‹‹οι φτωχοί φτωχότεροι και οι πλούσιοι πλουσιότεροι››), αλλά απειλεί σε
μεγάλο βαθμό τις ιδιαιτερότητες επί μέρους λαών και ανθρώπων.
Οπωσδήποτε η
διαμορφωθείσα παγκοσμιοποιημένη κοινωνία εμπεριέχει μία ασάφεια όσον αφορά τις
αιτίες, τους στόχους και εν γένει το νόημα της συγκρότησής της.
Πρόκειται δηλαδή για μία ισοπεδωτική κοσμοαντίληψη της οποίας πάντως τα
κύρια χαρακτηριστικά (εθνολογικά, οικονομικά, κοινωνικά, ψυχολογικά, ατομικά κ.
α.) δεν έχουν ακόμη αναλυθεί και ερμηνευθεί ικανοποιητικά.
Εξ άλλου, στο πλαίσιο της λεγομένης μετανεωτερικότητας
προβάλλεται η καταναλωτική και όχι η ιστορική συνείδηση.
Κατά
την αντίληψη αυτή, ο άνθρωπος ζει αποκλειστικά και μόνον για το παρόν, αφού το
μέλλον είναι αβέβαιο και το παρελθόν ανύπαρκτο. Επομένως δεν αναζητεί ο άνθρωπος κάποιο νόημα ζωής, αλλά αρκείται σε
μία καταναλωτική συμπεριφορά, η οποία μάλιστα, εάν δεν είναι και πολύ
προκλητική, δεν είναι και πολύ ενοχλητική.
Αυτή η θεώρηση, η οποία έχει
εμφανώς επικρατήσει, δεν αφορά στους ανθρώπους που σκέπτονται, δηλαδή η
ιστορική συνείδηση δεν έχει κανένα ουσιαστικό ρόλο, αφού ενδιαφέρει
περισσότερο η καταναλωτική συμπεριφορά της απρόσωπης μάζας και όχι η διατήρηση
της ιστορικής μνήμης του συγκεκριμένου εθνικού στοιχείου.
Το
αντιστασιακό πνεύμα της 28ης Οκτωβρίου του 1940 είναι οδοδείκτης και στην εποχή
μας, με την διαφορά ότι η σύγχρονη αντίσταση δεν μπορεί να είναι ένοπλη, αλλά
κυρίως πολιτιστική και ψυχολογική.
Κατ’ αρχάς, η σημερινή αντίσταση θα πρέπει να συσχετισθεί
μέσω της εκπαίδευσης με την διατήρηση της ιστορικής μνήμης, η οποία θα
οδηγήσει φυσικά στην διατήρηση της ιστορικής ταυτότητας. Είναι γνωστό ότι στους
καιρούς μας επιχειρείται μία συστηματική διαστρέβλωση των ιστορικών γεγονότων
και του ρόλου πολλών από τις προσωπικότητες της ιστορίας μας.
Περαιτέρω, η σημερινή αντίσταση είναι και ατομική,
καθ’ όσον ο καθένας πρέπει να πει το μεγάλο «όχι»
στα βιβλία που δεν αντέχουν
σε καμιά κριτική, στην μουσική που στερείται αρμονίας,
στην «κοινωνία του χάους», στον μηδενισμό του,
δεν βαριέσαι αδερφέ, όχι μόνον ως μεταφυσική τοποθέτηση αλλά και ως
εθνική-πολιτική-κοινωνική συμπεριφορά, και βεβαίως στον ύποπτο
ρόλο των Μ.Μ.Ε. ως οργάνων της εξουσίας.
Τέλος, η αντίσταση σήμερα είναι και συλλογική, και
αφορά κύρια στην οικονομική κατοχή
της χώρας μας από το Δ.Ν.Τ.
Σε τελική ανάλυση, η σύγχρονη αντίσταση τίθεται εναντίον
ενός ιδιάζοντος εκφασισμού της πολιτικής, κοινωνικής και της οικονομικής
ζωής της ελληνικής (και όχι μόνον αυτής) κοινωνίας.
Είναι ευνόητο ότι το αντιστασιακό πνεύμα του Νέου
Ελληνισμού και της 28ης Οκτωβρίου θα πρέπει να εκδηλωθεί και σήμερα, αλλά με
ένα διαφορετικό χαρακτήρα.
Άλλωστε
σε κάθε τυραννική συμπεριφορά, και πολύ περισσότερο όταν αυτή παρουσιάζεται με
ένα δήθεν δημοκρατικό ένδυμα,
η αντίσταση είναι
υποχρέωση και όχι δικαίωμα.
Σήμερα – μέσα στη δίνη μιας παγκόσμιας πνευματικής
κρίσης – δεν υπάρχει κατά κανόνα η αγωνιστικότητα του ελληνικού τύπου, που
κρατούσε τον άνθρωπο ψηλά μέσα του, ώστε να είναι,
Ασυμβίβαστος και ελεύθερος από κάθε καταναγκασμό.
Έχει έρθει προ πολλού η ώρα που όλοι εμείς οι Έλληνες είναι επιτακτική
ανάγκη να ξαναβρούμε τον αγωνιστικό μας χαρακτήρα. Ο καθένας για τον εαυτό μας,
για την Ελλάδα, για τον κόσμο.
Εξάλλου το έπος των αγωνιστών του ’40 καθιστά πάντα
επίκαιρο το λόγο του μεγάλου ιστορικού, του Θουκυδίδη:
“Αγών πρόφασιν ου δέχεται”.
Η κρισιμότητα των καιρών δεν επιδέχεται ούτε προφάσεις ούτε αναβολές.