Στη γλώσσα της αγοράς λοιπόν, έχουμε «κομπρομί» μεταξύ των
επιχειρήσεων που συγκροτούν καρτέλ και διαμορφώνουν τις τιμές κατά το
δοκούν (δηλαδή μας κλέβουν). Διάβασα στο «Βήμα» (2.9.2012) για την
«καραμπινάτη» περίπτωση των δύο μεγαλύτερων πτηνοτροφικών Συνεταιρισμών
που ελέγχουν το 80% μιας αγοράς 730 εκατ. ευρώ (χώρια τα αντιβιοτικά και
οι ορμόνες).
Τώρα, αν ο κύριος Μιχάλης Κασσής, πρόεδρος των δύο Συνεταιρισμών και βουλευτής (ναι!) του ΠαΣοΚ, χειροκρότησε θερμά ή όχι τον πρόεδρο του ΠαΣοΚ κατά τη χθεσινή επιμνημόσυνη δέηση, δεν το γνωρίζω. Αυτό που ξέρω είναι ότι ο Λοβέρδος, ο Χρυσοχοΐδης, η Διαμαντοπούλου, ο Παπουτσής, δεν τον χειροκρότησαν, διότι δεν παρέστησαν. Το «κομπρομί» μεταξύ τους (και του Βενιζέλου) έληξε. Το καρτέλ του ΠαΣοΚ διαλύθηκε. Εισαγγελέας (όχι ο οικονομικός) ίσως να μη χρειαστεί να παρέμβει όπως για το κοτόπουλα. Εφεξής, τα συνεταιράκια θα δουλέψουν το καθένα για την πάρτι του συμβάλλοντας στη μεγάλη κρεαταγορά που ακούει στο όνομα «Η ωραία Ελλάς».
Δεν ξέρω πώς θα επιβιώσει και σε ποια κρεαταγορά θα πουληθεί ένας καθηγητής Πανεπιστημίου με 30% μείον στον μισθό του. Ο Παπανδρέου πάντως, με την άδεια του πρακτορείου The Harry Walker Agency που τον εκπροσωπεί για να κάνει τον καθηγητή διδάσκοντας με ποιο τρόπο εξαφανίζεται ολοσχερώς ένα κόμμα ή πώς εξαφανίζεται μερικώς μια χώρα, δεν θα πεινάσει.
Διερωτώμαι αν ο νυν πρόεδρος του ΠαΣοΚ θα κάνει «κομπρομί» με τη συνείδησή του ως προς τα επόμενα μέτρα που θα είναι και αυτά, όπως πάντα, τα τελευταία. Γιατί πόσες φορές δεν ακούσαμε τελευταία για τα τελευταία μας;
Οπως όλες οι κότες, σκέφτομαι κι εγώ πόσο κότα μπορεί να γίνει ένας άνθρωπος που παραμυθιάζεται από τον εκάστοτε υπουργό των οικονομικών (Βενιζέλο, Ζανιά, Στουρνάρα) όταν του επαναλαμβάνει τη μοναδική «εθνική αφήγηση» που αναγνωρίζω. Είναι η ακόλουθη:
Ρωτάει ο ψυχίατρος, κατά το εξιτήριο, τον αποθεραπευμένο τρελό που νομίζει πως είναι πίτουρο και ότι θα το φάνε οι κότες, αν πράγματι εξακολουθεί να το πιστεύει. «Εγώ όχι, γιατρέ» απαντά ο τρελός. «Οι κότες όμως;».
Με τον καιρό (και με τα πολλά) έμαθα σε ό,τι αφορά την κρίση πως ένα «δεν μπορώ να πω τίποτα επ' αυτού» κάνει την αρθρογραφία μου να ξεθωριάζει. Μήπως όμως και το αντίστοιχο «δεν μπορώ να πω τίποτα επ' αυτού» του αναγνώστη δεν ανταποκρίνεται σε τούτη την ιδιαίτερη μορφή αφασίας που μας έριξαν οι πολιτικοί πριν μας σφάξουν στις «αλυσίδες» των Μεγάρων και των Ιωαννίνων;