Πέμπτη 6 Σεπτεμβρίου 2012

Τράπεζαι - Ισθμοί ( του Γεωργίου Σουρή (1853-1919))



Εδώ Ισθμοί και Τράπεζαι εκεί Προνομιούχοι,
ιδού καινούρια δόκανα για την καημένη φτώχια!
εις το κυνήγι βγήκανε οι κλεφτοπαραδούχοι,
να μπλέξουν απονήρευτους στα μαγικά των βρόχια.
Κι εις όλους μας υπόσχονται χρυσούς αιώνας πάλι,
δουλειές με φούντες, πρόοδο, παρά με το τσουβάλι.

Μακριά οι απονήρευτοι από τους τραπεζίτας,

κάνουν πως τάχα μετοχές δεν θέλουν να σας δώσουν,
κι έπειτα λεν κρυφά κρυφά στους δούλους των μεσίτας
στο κλεφτο-Χαβιαρόχανο τα φόντα να υψώσουν.
Είναι τεχνίται έμπειροι εις το επάγγελμά των,
κι αν κλέβουν, μην πειράζεσθε, το έχει η δουλειά των.

Πώς θα κερδίσουν και αυτοί να περπατούν χορτάτοι,

νάχουν λακέδες, άλογα, αμάξια με κουδούνια,
να μπαίνει η κυρία των κι η κόρη στο Παλάτι;
πρέπει διπλά στα είκοσι να πάρουν μιλιούνια.
Και αν κλεψιά το κέρδος των ο άπειρος το κρίνει,
αλλά για κέρδος έντιμον το θεωρούν εκείνοι.

Μπορείς να είσαι έμπορος, χωρίς λεπτό να κλέβεις;

μπορείς να δώσεις χρήματα και τόκο να μην πάρεις;
μπορείς σε ζήτημα παρά το δίκιο να γυρεύεις;
θέλεις δεν θέλεις, γίνεσαι ολίγο κατεργάρης.
Έτσι κι αυτοί, αν κάμποσα πουγγιά δεν ελαφρύνουν,
πρέπει ν΄ αλλάξουνε δουλειά, ή ποιηταί να γίνουν.

Αμμέ αυτός ο στρατηγός, που ήλθε εδώ πέρα

για να μας κόψει τον Ισθμό, αλλά με χέρια άδεια,
και όλη μας η υψηλή τον υπεδέχθη σφαίρα
με γέλια, με συμπόσια, χορούς, προπόσεις, χάδια;
Και τούτος δεν σας φαίνεται πως ξέρει τη δουλειά του
καλύτερα και απ΄ αυτούς, που τρέχουνε κοντά του;

Ε! τι να κάμει και ο Τουρ! θέλει κι αυτός να φάγει,

κι αφού με τη στρατηγική δεν μπόρεσε να ζήσει,
μες στης Κορίνθου βούτηξε τα γαλανά πελάγη
με την ελπίδα βέβαια πως κάτι θα κολλήσει.
Και τώρα να του λύσετε, φωνάζει, τα πουγγιά σας,
αλλιώς μονάχος δεν μπορεί να σμίξει τας θαλάσσας.

Λοιπόν σφικτά κρατήσετε την έρημή σας τσέπη,

και έχετε να κάμετε μ΄ ανθρώπους ένα κι ένα,
που τη δουλειά τους έμαθαν να κάνουν όπως πρέπει,
και σαν και σας δεν παίζουνε στης τύχης τα γραμμένα.
Ας βρουν κλειστή την κλειδαριά της φτωχικής σας κάσας,
να δουν και σεις πως ξέρετε λιγάκι τη δουλειά σας.-

Από το περιοδικό Μη χάνεσαι, τόμος 3, αριθμός 286 (1882), σ. 7.