Ο Νόμος 3889/14.10.2010, έρχεται
να βάλει τις βάσεις για την προστασία του δασικού πλούτου της Ελλάδας
και για τη διαφάνεια στις χρηματοδοτήσεις των περιβαλλοντικών
παρεμβάσεων.
Το Πράσινο Ταμείο έρχεται να πάρει τη θέση του Ειδικού Ταμείου Εφαρμογής Ρυθμιστικών και Πολεοδομικών Σχεδίων (ΕΤΕΡΠΣ) με την προσθήκη του Ειδικού Φορέα Δασών και του Γαλάζιου Ταμείου. Με την ενοποίηση των παραπάνω ταμείων επιτυγχάνονται τα εξής:
- Καταγράφονται, ταξινομούνται και συστηματοποιούνται τα έσοδα που προβλέπονται από περιβαλλοντικές και άλλες παραβάσεις, δημιουργώντας ένα ενιαίο πλαίσιο για τους "Πράσινους Πόρους". Μέχρι σήμερα υπήρχαν διάσπαρτες προβλέψεις για επιβολή τελών και προστίμων, η εφαρμογή των οποίων ούτε ελεγχόταν ούτε διασφαλιζόταν.
- Ενοποιούνται διαχειριστικά, οικονομοτεχνικά και λειτουργικά οι πόροι από διάφορους κωδικούς εσόδων, όπως το πρώην Πράσινο Ταμείο (περιβαλλοντικές παραβάσεις), το Γαλάζιο Ταμείο (παραβάσεις στην θάλασσα), το ταμείο περιβαλλοντικού ισοζυγίου (έσοδα ημιυπαιθρίων και αυθαίρετων υπερβάσεων δόμησης), το τέλος βενζίνης, τα τέλη από τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, τον ειδικό φορέα δασών, κ.λπ.
- Με την ουσιαστική επανίδρυσή του, εκσυγχρονίζεται το ΕΤΕΡΠΣ, με κύριο σκοπό την παρακολούθηση της είσπραξης, τον έλεγχο και την εξασφάλιση της απόδοσης των Πράσινων Πόρων. Σημειώνεται ότι μέχρι σήμερα κανείς δεν γνωρίζει πόσοι είναι, πού και πώς διατίθενται τα χρήματα από την είσπραξη προστίμων, με ποιον τρόπο αποδίδονται και πώς παρακολουθείται η αξιοποίησή τους.
- Εξασφαλίζεται η διαφάνεια και η αξιοκρατική διαχείριση των Πράσινων Πόρων, με κριτήρια ένταξης και αρχές επιλογής των χρηματοδοτικών προγραμμάτων και των δικαιούχων - φορέων υλοποίησης.
- Προωθείται και ενισχύεται η ανάπτυξη, μέσω της προστασίας του περιβάλλοντος με προγράμματα, δράσεις και ενέργειες αποκατάστασης.
- Αξιοποιούνται οι "Πράσινοι Πόροι" μέσω προγραμμάτων για τη χρηματοδότηση δράσεων προστασίας, αναβάθμισης και αποκατάστασης του περιβάλλοντος που υλοποιούν τρίτοι (φορείς υλοποίησης). Η αξιοποίηση των πόρων μπορεί να έχει τη μορφή επιχορηγήσεων, δανείων, κεφαλαιακής συμμετοχής ή άλλης ισοδύναμης μορφής κεφαλαιακής ενίσχυσης. Οι δράσεις αυτές επιτρέπεται ταυτόχρονα να συγχρηματοδοτούνται ή να ενισχύονται και από άλλες δημόσιες ή ευρωπαϊκές πηγές ή και ιδιωτικούς πόρους, που δανειοδοτούνται από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων ή άλλους φορείς.
- Επιδιώκεται, τέλος, η εξεύρεση συμπληρωματικών πηγών χρηματοδότησης από δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς και η διενέργεια κάθε πράξης που είναι απαραίτητη για την εξασφάλιση χρηματικών πόρων από οποιαδήποτε πηγή, όπως αποδοχή των δωρεών, επιχορηγήσεων και εισφορών τρίτων.
- Προβλέπεται διαδικασία ηλεκτρονικής ανάρτησης και παρέχεται η δυνατότητα υποβολής αντιρρήσεων ηλεκτρονικά για το χαρακτήρα μιας έκτασης, αντικαθιστώντας την ισχύουσα διαδικασία που προέβλεπε τη χορήγηση αντιγράφου, προκειμένου να μπορέσει κάποιος να υποβάλλει αντιρρήσεις μόνο ενώπιον της Αρχής. Με αυτόν τον τρόπο ο πολίτης δεν χρειάζεται να μεταβεί στις υπηρεσίες και εξοικονομείται χρόνος στο προσωπικό των δασαρχείων να προχωρήσουν το έργο του ελέγχου των δασικών χαρτών.
- Προβλέπεται η δυνατότητα προσωρινής διάθεσης δημοσίων υπαλλήλων από όλες τις δημόσιες υπηρεσίες και όχι μόνο από υπηρεσίες της Περιφέρειας, για να ξεπεραστεί η έλλειψη προσωπικού των περιφερειακών δασικών υπηρεσιών στην ολοκλήρωση της διαδικασίας ανάρτησης και κύρωσης δασικού χάρτη απαιτείται η ενεργοποίηση μεγάλου ανθρώπινου δυναμικού.
- Οι Επιτροπές Εξέτασης Αντιρρήσεων πλέον θα αποτελούνται από έναν δασολόγο, έναν τοπογράφο μηχανικό και έναν δικηγόρο.
- Προχωρά άμεσα η διαδικασία κύρωσης για όσες εκτάσεις δεν υποβληθούν αντιρρήσεις και εμφανίζονται ως δασικές στους χάρτες. Με την ολοκλήρωση της διαδικασίας εξέτασης των ενστάσεων συμπληρώνονται οι δασικοί χάρτες που έχουν αρχικά κυρωθεί με τις περιοχές των οποίων επιβεβαιώθηκε ο δασικός χαρακτήρας με την ενδικοφανή διαδικασία.
- Προβλέπεται η θέσπιση διαδικασιών για την ψηφιοποίηση των σχεδίων και χαρτών. Η ψηφιοποίηση καθίσταται απαραίτητη όχι μόνο για την επίσπευση και την καλύτερη διεκπεραίωση της ανάρτησης και κύρωσης δασικών χαρτών, αλλά επειδή θα είναι επιβοηθητική στο έργο άλλων υπηρεσιών (πολεοδομίες, ΔΟΥ, υπηρεσίες κτηματογράφησης κ.λπ.). Αυτό θα συμβάλλει στη δημιουργία δεδομένων απαραίτητων για την εφαρμογή της Οδηγίας INSPIRE
- Πολλοί οικισμοί προ-υφιστάμενοι του 1923 -αλλά και μεταγενέστεροι- στερούνται οριοθέτησης ή έχουν οριοθετηθεί με αποφάσεις οι οποίες έχουν κριθεί ανίσχυρες. Η έλλειψη οριοθέτησης ή μη τυπικά σύννομη οριοθέτησης έχει αποτελέσει σε ορισμένες περιπτώσεις έρεισμα για τη μεταβολή της χρήσης εκτάσεων με δασική μορφή. Επειδή τμήματα εντός των φερομένων ορίων των οικισμών αυτών συμπίπτουν με εκτάσεις που περιλαμβάνονται στους δασικούς χάρτες, το νομοσχέδιο προβλέπει μια ειδική διαδικασία ελέγχου της επελθούσας αλλαγής χρήσης.
- Με την προτεινόμενη διαδικασία παρέχεται η δυνατότητα πολεοδόμησης για τα τμήματα των οικισμών που δημιουργήθηκαν με πράξεις της διοίκησης που δεν έχουν ακυρωθεί ή ανακληθεί και εφόσον συντρέχουν οι σχετικές προϋποθέσεις της πολεοδομικής νομοθεσίας. Εξαιρούνται όμως οι εκτάσεις που διατηρούν σήμερα το δασικό τους χαρακτήρα, ακόμη και αν πρόκειται για μικρούς θύλακες εντός των οικισμών.
- Προκειμένου να μην καταστραφούν και άλλες δασικές περιοχές μέχρι την ολοκλήρωση της ειδικής αυτής διαδικασίας θεσπίζεται η αναστολή των οικοδομικών εργασιών για όσα τμήματα εμφανίζονται σε προσωρινό δασικό χάρτη ως δάση ή δασικές εκτάσεις. Από την ψήφιση του νόμου και μέχρι την ανάρτηση του προσωρινού δασικού χάρτη, η έκδοση οικοδομικών αδειών θα επιτρέπεται, αφού προηγουμένως χορηγείται βεβαίωση του οικείου δασαρχείου για το δασικό ή μη χαρακτήρα της έκτασης.
ΝΟΜΟΣ 3889 ΦΕΚ 182/Α/ 14.10.2010
Χρηματοδότηση Περιβαλλοντικών Παρεμβάσεων, Πράσινο Ταμείο, Κύρωση Δασικών Χαρτών και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’
ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΩΝ
Άρθρο 1
Σκοπός
Σκοπός του παρόντος είναι η καθιέρωση ενός ολοκληρωμένου και
ειδικού συστήματος χρηματοδότησης περιβαλλοντικών παρεμβάσεων, με στόχο
την ενίσχυση της ανάπτυξης μέσω της προστασίας του περιβάλλοντος και
την αποτελεσματική και διαφανή διαχείριση των πόρων για την αναβάθμιση
και αποκατάσταση του περιβάλλοντος και την αντιμετώπιση της κλιματικής
αλλαγής. Το σύστημα χρηματοδότησης περιλαμβάνει τη θεσμοθέτηση της
Στρατηγικής Επιτροπής Περιβαλλοντικής Πολιτικής, τη διασφάλιση,
εξειδίκευση, ταξινόμηση και συστηματοποίηση των πόρων που διατίθενται
για την προστασία, αναβάθμιση και αποκατάσταση του περιβάλλοντος και
την αναδιάρθρωση και οργάνωση του φορέα διαχείρισης των πόρων αυτών, ο
οποίος είναι το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με των επωνυμία
«Πράσινο Ταμείο».
Άρθρο 2
Στρατηγική Επιτροπή Περιβαλλοντικής Πολιτικής
1. Συνιστάται ως συμβουλευτικό όργανο στο Υπουργείο Περιβάλλοντος,
Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής η Στρατηγική Επιτροπή Περιβαλλοντικής
Πολιτικής, η οποία υπάγεται απευθείας στον Υπουργό Περιβάλλοντος,
Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής.
2. Η Στρατηγική Επιτροπή Περιβαλλοντικής Πολιτικής είναι αρμόδια να
εισηγείται στον Υπουργό Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής
Αλλαγής μέτρα, δράσεις και προγράμματα εθνικού ή τοπικού χαρακτήρα με
σκοπό την προστασία, αναβάθμιση και αποκατάσταση του περιβάλλοντος και
να αξιολογεί την αποτελεσματικότητα των μέτρων, δράσεων και
προγραμμάτων, που διαχειρίζονται οι υπηρεσίες του Υπουργείου
Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής ή οι υπηρεσίες άλλων
Υπουργείων και οι εποπτευόμενοι φορείς, ως προς τη συμβολή τους στην
επίτευξη των στόχων προστασίας, ανάδειξης και αποκατάστασης του
περιβάλλοντος. Για το σκοπό αυτόν η Στρατηγική Επιτροπή
Περιβαλλοντικής Πολιτικής αποτυπώνει και συνθέτει τις διαφορετικές
στρατηγικές επιλογές επί μέρους οργάνων ή φορέων της διοίκησης,
αξιολογεί τις διαδικασίες και τους τρόπους διάθεσης και αξιοποίησης των
πόρων από το Πράσινο Ταμείο που προβλέπεται στο άρθρο 4, για την
εφαρμογή της περιβαλλοντικής πολιτικής και εισηγείται σχετικά στον
Υπουργό Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής. Η Επιτροπή
αποτελείται από τους εξής:
α. Τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, ως Πρόεδρο.
β. Τους Γενικούς και Ειδικούς Γραμματείς του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, ως μέλη.
γ. Τον Γενικό Γραμματέα Ασφάλειας Ναυσιπλοΐας του Υπουργείου
Προστασίας του Πολίτη, τον Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Αγροτικής
Ανάπτυξης και Τροφίμων και τον Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου
Πολιτισμού και Τουρισμού αρμόδιο για θέματα πολιτιστικής κληρονομιάς,
ως μέλη.
δ. Έναν (1) εκπρόσωπο της Κεντρικής Ένωσης Δήμων και Κοινοτήτων
Ελλάδας (Κ.Ε.Δ.Κ.Ε.), του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών
(Σ.Ε.Β.), της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδας (Γ.Σ.Ε.Ε.), της
Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών, Βιοτεχνών, Εμπόρων Ελλάδας
(Γ.Σ.Ε.Β.Ε.Ε.), της Ένωσης Εμπορικών Συλλόγων Ελλάδας (Ε.Ε.Σ.Ε.), της
Πανελλήνιας Συνομοσπονδίας Ενώσεων Γεωργικών Συνεταιρισμών
(ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ.), της Πανελλήνιας Ένωσης Δασολόγων Δημοσίων Υπαλλήλων
(Π.Ε.Δ.Δ.Υ.), του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας, του Οικονομικού
Επιμελητηρίου Ελλάδας, του Γεωτεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας, του
Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Ελλάδας και του Ξενοδοχειακού
Επιμελητηρίου Ελλάδας, ως μέλη.
ε. Έναν (1) εκπρόσωπο μη κυβερνητικής οργάνωσης εθνικής εμβέλειας,
η οποία επιλέγεται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Ενέργειας και
Κλιματικής Αλλαγής με βάση το κριτήριο της αντιπροσωπευτικότητας, ως
μέλος.
στ. Τρεις (3) προσωπικότητες αναγνωρισμένου κύρους σε θέματα
περιβάλλοντος, ως μέλη, τα οποία ορίζονται από τον Υπουργό
Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής.
3. Η Επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος,
Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα
της Κυβερνήσεως. Με την ίδια απόφαση ορίζονται και οι αναπληρωτές των
μελών της Επιτροπής. Η θητεία των μελών της Επιτροπής είναι τριετής.
4. Η Στρατηγική Επιτροπή Περιβαλλοντικής Πολιτικής συνέρχεται
τακτικά μια φορά το τετράμηνο και εκτάκτως όταν το κρίνει ο Πρόεδρός
της. Για την εκπλήρωση της αποστολής της η Επιτροπή ζητά στοιχεία και
πληροφορίες από όλους τους αρμόδιους φορείς, οι οποίοι οφείλουν να
τις παρέχουν εγκαίρως. Το Πράσινο Ταμείο που προβλέπεται στο άρθρο 4
παρέχει γραμματειακή, τεχνική και λοιπή εξυπηρέτηση στη Στρατηγική
Επιτροπή Περιβαλλοντικής Πολιτικής και αναλαμβάνει τις δαπάνες
λειτουργίας της.
Άρθρο 3
Πράσινοι Πόροι
1. Με τον όρο «Πράσινοι Πόροι» νοείται το σύνολο των εσόδων και πόρων που ενδεικτικώς αναφέρονται παρακάτω:
α) Οι πόροι υπέρ του Ειδικού Ταμείου Εφαρμογής Ρυθμιστικών και
Πολεοδομικών Σχεδίων (Ε.Τ.Ε.Ρ.Π.Σ.) που προβλέπονται στους νόμους
743/1977 (ΦΕΚ 319 Α’), 1650/ 1986 (ΦΕΚ 160 Α’), 2052/1992 (ΦΕΚ 94 Α’),
2242/1994 (ΦΕΚ 162 Α’), 3468/2006 (ΦΕΚ 129 Α’), καθώς και στο ν.
3851/2010 (ΦΕΚ 85 Α’).
β) Οι πόροι του «Ειδικού Φορέα Δασών» (Φορέας 120) που προβλέπεται
στο άρθρο 8 του ν. 3208/2003 (ΦΕΚ 303 Α’), όπως τροποποιείται με το
άρθρο 25 του παρόντος νόμου.
γ) Οι πόροι του ειδικού κωδικού «Ταμείο Περιβαλλοντικού Ισοζυγίου»
που προβλέπεται στα άρθρα 6 και 7 του ν. 3843/2010 (ΦΕΚ 62 Α’).
δ) Οι πόροι από τις εισφορές των διανομέων ενέργειας, των
διαχειριστών δικτύων διανομής και των επιχειρήσεων λιανικής πώλησης
ενέργειας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 5 του άρθρου 9 του ν.
3855/2010 (ΦΕΚ 95 Α’).
ε) Κάθε άλλο τέλος, φόρος, δασμός, εισφορά, έσοδα ή πόροι που έχουν
θεσμοθετηθεί εν όλω ή εν μέρει υπέρ του Ειδικού Ταμείου Εφαρμογής
Ρυθμιστικών και Πολεοδομικών Σχεδίων, που δεν ορίζονται ρητά στο άρθρο
αυτό και προβλέπονται στην κείμενη νομοθεσία, όπως: αα. οι πόροι και
τα έσοδα από την επιβολή προστίμων για την ανέγερση και διατήρηση
αυθαιρέτων ή την αυθαίρετη αλλαγή χρήσης κτιρίων, την επιβολή
διοικητικών ποινών προστίμων και κυρώσεων για περιβαλλοντικές
παραβάσεις, την επιβολή προστίμων για λοιπές περιβαλλοντικές
παραβάσεις, ββ. τα έσοδα από την εκμετάλλευση ή εκμίσθωση ειδικών
έργων, σταθμών αυτοκινήτων, γγ. τα έσοδα από την είσπραξη αποζημιώσεων
ρυμοτομικού χαρακτήρα κατά τις οικείες σχετικές διατάξεις και δδ. κάθε
άλλος πόρος που έχει θεσμοθετηθεί υπέρ του Ειδικού Ταμείου Εφαρμογής
Ρυθμιστικών και Πολεοδομικών Σχεδίων από τις ισχύουσες διατάξεις για τη
χρηματοδότηση δράσεων αποκατάστασης, αναβάθμισης και προστασίας του
περιβάλλοντος.
στ) Κάθε φύσεως εισφορές, δωρεές, χορηγίες, κληρονομιές, κληροδοσίες.
2. Η αρμοδιότητα για τη διοίκηση, διαχείριση και αξιοποίηση των
παραπάνω πόρων ανήκει αποκλειστικά στο νομικό πρόσωπο που ορίζεται στο
άρθρο 4. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και
Κλιματικής Αλλαγής καθορίζονται η διαδικασία και ο τρόπος καταγραφής
των Πράσινων Πόρων, συστηματοποίησης και ταξινόμησής τους ανάλογα με το
σκοπό ή τους σκοπούς για τους οποίους έχουν προβλεφθεί, ο
προγραμματικός και λογιστικός διαχωρισμός τους σύμφωνα με τα
ειδικότερα οριζόμενα στις οικείες σχετικές διατάξεις και κάθε άλλο
σχετικό θέμα.
3. Με την επιφύλαξη των οριζομένων στην παράγραφο 2 του άρθρου 8, οι
ειδικότεροι σκοποί για τους οποίους διατίθενται οι Πράσινοι Πόροι
ορίζονται στις οικείες σχετικές διατάξεις με τις οποίες οι πόροι αυτοί
έχουν κατά περίπτωση επιβληθεί ή θεσμοθετηθεί. Δεν επιτρέπεται καθ’
οιονδήποτε τρόπο η μεταβολή των σκοπών διάθεσης των πόρων, η
ανακατανομή των πόρων αυτών ή η μεταφορά, ανακατανομή, διακίνηση ή άλλη
μεταβολή των χρηματικών ποσών μεταξύ των λογαριασμών που τηρούνται στο
Ταμείο, με σκοπό ο κάθε λογαριασμός να διατηρεί επάρκεια και αυτοτέλεια
για την εξυπηρέτηση αποκλειστικά και μόνο των ειδικών σκοπών για τους
οποίους και έχει συσταθεί αντιστοίχως.
Άρθρο 4
Πράσινο Ταμείο
1. Το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «Ειδικό
Ταμείο Εφαρμογής Ρυθμιστικών και Πολεοδομικών Σχεδίων», το οποίο
ιδρύθηκε με το άρθρο 19 του ν.δ. 1262/1972 (ΦΕΚ 194 Α’), μετονομάζεται
σε «Πράσινο Ταμείο». Η επωνυμία αυτή, για τις σχέσεις με το εξωτερικό,
μεταφράζεται ως «Green Fund». Από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού,
όπου στις κείμενες διατάξεις αναφέρεται το Ειδικό Ταμείο Εφαρμογής
Ρυθμιστικών και Πολεοδομικών Σχεδίων νοείται το «Πράσινο Ταμείο».
2. Οι αρμοδιότητες που προβλέπονται στο άρθρο 19 του ν.δ. 1262/1972
εξακολουθούν να ισχύουν και ασκούνται από το Διοικητικό Συμβούλιο του
Πράσινου Ταμείου που προβλέπεται στο άρθρο 7.
3. Το Πράσινο Ταμείο απολαύει όλων των διοικητικών, οικονομικών και
δικαστικών ατελειών, καθώς και όλων των δικονομικών προνομίων του
Δημοσίου. Επίσης, το Ταμείο απαλλάσσεται από κάθε δημόσιο, δημοτικό,
λιμενικό ή δικαστικό τέλος ή άλλο φόρο, άμεσο ή έμμεσο, εισφορά υπέρ
τρίτου, δικαίωμα και κράτηση και συμπαρομαρτούντες φόρους και τέλη
εκτός από το φόρο προστιθέμενης αξίας και τους φόρους για τα έσοδα που
προέρχονται από τόκους καταθέσεων και ομολογιακά δάνεια ή έντοκα
γραμμάτια του Ελληνικού Δημοσίου, για τα οποία έχουν εφαρμογή οι
διατάξεις του άρθρου 12 του ν. 2238/ 1994 (ΦΕΚ 151 Α’).
Άρθρο 5
Σκοπός – Αρμοδιότητες
1. Σκοπός του Πράσινου Ταμείου είναι η ενίσχυση της ανάπτυξης μέσω
της προστασίας του περιβάλλοντος με τη διαχειριστική, οικονομική,
τεχνική και χρηματοπιστωτική υποστήριξη προγραμμάτων, μέτρων,
παρεμβάσεων και ενεργειών που αποβλέπουν στην ανάδειξη και
αποκατάσταση του περιβάλλοντος και την αντιμετώπιση της κλιματικής
αλλαγής, η στήριξη της περιβαλλοντικής πολιτικής της Χώρας και η
εξυπηρέτηση του δημόσιου και κοινωνικού συμφέροντος μέσω της διοίκησης,
διαχείρισης και αξιοποίησης των πόρων που προβλέπονται στα άρθρα 3 και
8.
2. Στις αρμοδιότητες του Πράσινου Ταμείου ανήκουν ιδίως:
α. Η παρακολούθηση της είσπραξης, ο έλεγχος και η διασφάλιση της
απόδοσης των Πράσινων Πόρων, σύμφωνα με τις οικείες σχετικές διατάξεις.
β. Η διαμόρφωση προγραμμάτων για τη χρηματοδότηση μέτρων και
δράσεων προστασίας, αναβάθμισης και αποκατάστασης του περιβάλλοντος
μέσα στο πλαίσιο της περιβαλλοντικής και ενεργειακής πολιτικής.
γ. Η αξιολόγηση και επιλογή των προτάσεων και των προς χρηματοδότηση
προγραμμάτων, η παρακολούθηση και η διασφάλιση της υλοποίησής τους.
δ. Η επεξεργασία, κατάρτιση και εισήγηση προς τον Υπουργό
Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής των γενικών κριτηρίων
ένταξης και επιλογής προγραμμάτων.
ε. Η εισήγηση των μέτρων, δράσεων και προγραμμάτων στον Υπουργό Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής.
στ. Η διενέργεια των απαραίτητων διαδικασιών για την επιλογή των επί
μέρους φορέων υλοποίησης των παραπάνω δράσεων και η συμφωνία με αυτούς
για τους όρους και τις προϋποθέσεις χρηματοδότησης των δράσεων αυτών
από τους Πράσινους Πόρους.
ζ. Η παρακολούθηση υλοποίησης των παραπάνω συμφωνιών από τους
φορείς υλοποίησης και της χρηματοδότησής τους από τους Πράσινους
Πόρους, η σχετική ενημέρωση της Στρατηγικής Επιτροπής Περιβαλλοντικής
Πολιτικής και του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής
Αλλαγής.
η. Η διαμόρφωση προτάσεων και η εισήγηση στον Υπουργό
Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και στη Στρατηγική
Επιτροπή Περιβαλλοντικής Πολιτικής σχετικά με την καλύτερη δυνατή
επίτευξη των στόχων πολιτικής για την προστασία του περιβάλλοντος και
την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
θ. Η τήρηση δημόσιας βάσης δεδομένων με τη νομοθεσία που διέπει τους Πράσινους Πόρους.
ι. Η οργάνωση και παρακολούθηση των προγραμμάτων και των δράσεων και
η δημοσιότητά τους, καθώς και η σύνταξη ετήσιων εκθέσεων για την
εκτέλεσή τους.
ια. Η εξεύρεση συμπληρωματικών πηγών χρηματοδότησης από δημόσιους ή
ιδιωτικούς φορείς και η διενέργεια κάθε πράξης που είναι απαραίτητη
για την εξασφάλιση χρηματικών πόρων από οποιαδήποτε πηγή, όπως
αποδοχή των δωρεών, επιχορηγήσεων και εισφορών τρίτων.
ιβ. Η κατάρτιση και δημοσίευση ετήσιου οικονομικού απολογισμού των Πράσινων Πόρων.
ιγ. Η ανάθεση σε τρίτους κάθε είδους υποστηρικτικών μελετών και
συμβουλευτικών υπηρεσιών, για τη βέλτιστη προετοιμασία και διαχείριση
των χρηματοδοτικών προγραμμάτων και ειδικότερα για το σχεδιασμό, την
αξιολόγηση και την ένταξη δράσεων, την παρακολούθηση και τον έλεγχο
της εφαρμογής των δράσεων και των προγραμμάτων συνολικά, καθώς και για
την υποστήριξη της Στρατηγικής Επιτροπής Περιβαλλοντικής Πολιτικής
ύστερα από αίτημα αυτής.
ιδ. Η επιδότηση, επιχορήγηση, χρηματοδότηση και δανειοδότηση
οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, νομικών προσώπων δημοσίου ή
ιδιωτικού δικαίου, οργανισμών κοινής ωφέλειας ή άλλων οργανισμών ή
υπηρεσιών του δημόσιου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός
οριοθετείται από τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 1256/1982 (ΦΕΚ 65
Α’), για την εφαρμογή προγραμμάτων και την εκτέλεση έργων και η
χρηματοδότηση της εκτέλεσης έργων από αυτά.
ιε. Η με οποιονδήποτε τρόπο χρηματοδότηση νομικών προσώπων τα οποία
εποπτεύονται από το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής
Αλλαγής ή άλλα Υπουργεία και έχουν ως ειδικότερο σκοπό την υλοποίηση
δράσεων και παρεμβάσεων που αποβλέπουν στην ανάδειξη και την προστασία
του φυσικού ή του οικιστικού περιβάλλοντος και την αντιμετώπιση της
κλιματικής αλλαγής.
ιστ. Η εξειδίκευση της δομής και των προδιαγραφών σχεδιασμού των
χρηματοδοτικών προγραμμάτων, των κριτηρίων αξιολόγησης και επιλογής,
καθώς και των διαδικασιών διαχείρισης, παρακολούθησης, αξιολόγησης και
ελέγχου της εφαρμογής τους.
3. Στις αρμοδιότητες του Πράσινου Ταμείου ανήκουν επίσης και όλες οι
αρμοδιότητες που προβλέπονται στην παρ. 5 του άρθρου 9 του ν. 3855/2010.
4. Η αξιοποίηση από το Πράσινο Ταμείο των πόρων γίνεται μέσω
προγραμμάτων για τη χρηματοδότηση δράσεων προστασίας, αναβάθμισης και
αποκατάστασης του περιβάλλοντος που υλοποιούν τρίτοι (φορείς
υλοποίησης) και μπορεί να έχει τη μορφή επιχορηγήσεων, δανείων,
κεφαλαιακής συμμετοχής ή άλλης ισοδύναμης μορφής κεφαλαιακής
ενίσχυσης. Οι δράσεις αυτές επιτρέπεται ταυτόχρονα να
συγχρηματοδοτούνται ή να ενισχύονται και από άλλες δημόσιες ή
ευρωπαϊκές πηγές ή και ιδιωτικούς πόρους που δανειοδοτούνται από την
Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων ή άλλους φορείς.
5. Το Πράσινο Ταμείο, με απόφαση του διοικητικού του συμβουλίου που
εγκρίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και
Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, μπορεί να συνάπτει
δάνεια, τα οποία θα αποπληρώνονται από μελλοντικές εισροές των Πράσινων
Πόρων. Το προϊόν των δανείων αυτών θα προστίθεται στους λοιπούς πόρους
τους οποίους διαχειρίζεται το Πράσινο Ταμείο.
6. Το Πράσινο Ταμείο με απόφαση του διοικητικού του συμβουλίου
ορίζει τους όρους και τις διαδικασίες υλοποίησης και ελέγχου των
δράσεων που χρηματοδοτεί.
7. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής
Αλλαγής, μετά από εισήγηση του διοικητικού συμβουλίου του Πράσινου
Ταμείου, επιτρέπεται για την ενίσχυση των δραστηριοτήτων του Ταμείου η
ίδρυση νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου με τη μορφή θυγατρικής
Ανώνυμης Εταιρείας κατά την έννοια των διατάξεων περί ανωνύμων
εταιρειών που συνιστώνται από τους Ο.Τ.Α., σύμφωνα με το άρθρο 252 του
ν. 3463/2006 «Κύρωση του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων» (ΦΕΚ 114 Α’). Η
ίδρυση της Α.Ε. επιτρέπεται εφόσον η ιδρυόμενη Α.Ε. έχει ως
αποκλειστικό σκοπό την υλοποίηση δράσης που μπορεί να χρηματοδοτηθεί
σύμφωνα με το εκάστοτε εγκεκριμένο πρόγραμμα και ο σκοπός της είναι
συμβατός με τις ευρωπαϊκές οδηγίες για τις κρατικές ενισχύσεις.
Άρθρο 6
Προγράμματα και δικαιούχοι
1. Το Πράσινο Ταμείο μπορεί να χρηματοδοτεί προγράμματα που
καταρτίζονται από το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής
Αλλαγής ή άλλα Υπουργεία και τους εποπτευόμενους οργανισμούς τους,
αποκεντρωμένες γενικές διοικήσεις, οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης,
νομικά πρόσωπα του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός οριοθετείται
από τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 1256/1982, και σωματεία ή άλλης
μορφής ενώσεις νομικών και φυσικών προσώπων, τα οποία στοχεύουν σύμφωνα
με τους καταστατικούς τους σκοπούς στην προστασία, αναβάθμιση και
αποκατάσταση του περιβάλλοντος.
2.α. Η βασική δομή των χρηματοδοτικών προγραμμάτων μπορεί να περιλαμβάνει ενδεικτικώς:
αα) Άξονες προτεραιότητας που εξειδικεύουν την εθνική περιβαλλοντική στρατηγική.
ββ) Μέτρα τα οποία εξειδικεύουν τους άξονες προτεραιότητας.
γγ) Δράσεις που εξειδικεύουν τα μέτρα και στις οποίες εντάσσονται οι πράξεις και τα έργα που υλοποιούν οι δικαιούχοι.
β. Το χρηματοδοτικό πρόγραμμα συνοδεύεται από συμπλήρωμα
προγραμματισμού στο οποίο εξειδικεύεται ο προϋπολογισμός και
κατανέμεται στο χρόνο ισχύος του προγράμματος. Στο χρηματοδοτικό
πρόγραμμα προσδιορίζονται οι δικαιούχοι της χρηματοδότησης.
γ. Τα κριτήρια αξιολόγησης και επιλογής πράξεων και έργων μπορεί να
εξειδικεύονται ως προς τη φύση και το είδος των δράσεων ανά πρόγραμμα.
Στα κριτήρια αυτά περιλαμβάνονται υποχρεωτικά η επιλεξιμότητα,
ωριμότητα, πληρότητα, σκοπιμότητα του προγράμματος, η συνεκτικότητά
του με τις εκάστοτε εθνικές και κοινοτικές πολιτικές και την εθνική και
ευρωπαϊκή νομοθεσία, καθώς και η διαχειριστική ικανότητα του φορέα
υλοποίησης.
3. Κάθε χρηματοδοτικό πρόγραμμα προϋπολογιζόμενης δαπάνης, χωρίς
φόρο προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.), ποσού μεγαλύτερου ή ίσου των πενήντα
χιλιάδων (50.000) ευρώ εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού
Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, ύστερα από πρόταση
του διοικητικού συμβουλίου του Πράσινου Ταμείου. Κάθε χρηματοδοτικό
πρόγραμμα προϋπολογιζόμενης δαπάνης, χωρίς Φ.Π.Α., ποσού μικρότερου
των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ εγκρίνεται με απόφαση του
διοικητικού συμβουλίου του Ταμείου. Με τις αποφάσεις αυτές
καθορίζονται το ύψος και ο τρόπος καταβολής των επιχορηγήσεων ή
δανείων, οι διαδικασίες και οι όροι καταβολής, καθώς και κάθε άλλο θέμα
σχετικό με την εφαρμογή των προγραμμάτων.
4. Πριν από την έγκριση κάθε προγράμματος, καταχωρίζεται στην
ιστοσελίδα του Πράσινου Ταμείου περίληψη του προγράμματος και των επί
μέρους στοιχείων του (όπως κατηγορίες δράσεων, χρονοδιάγραμμα,
οικονομικός προγραμματισμός, κατηγορίες δικαιούχων), καθώς και κάθε
άλλη σχετική λεπτομέρεια. Οποιοσδήποτε δικαιούται να υποβάλει
παρατηρήσεις για το προτεινόμενο πρόγραμμα.
Άρθρο 7
Διοικητικό Συμβούλιο
1. Η διοίκηση του Ταμείου ασκείται από το διοικητικό συμβούλιο. Το
διοικητικό συμβούλιο αποτελείται από τον Πρόεδρο και έξι μέλη, που
διορίζονται για τετραετή θητεία με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος,
Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα
της Κυβερνήσεως. Ο Πρόεδρος και τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου
πρέπει να έχουν επιστημονική κατάρτιση, προσόντα και εμπειρία σχετικά
με τους καταστατικούς σκοπούς του Ταμείου. Με όμοια απόφαση μπορεί να
ρυθμίζονται θέματα σχετικά με τη συγκρότηση, σύνθεση, αναπλήρωση και
λοιπά θέματα λειτουργίας του διοικητικού συμβουλίου. Ο διορισμός του
Προέδρου ή μέλους του διοικητικού συμβουλίου ανακαλείται με απόφαση
του ίδιου Υπουργού για λόγο που ανάγεται στην άσκηση των καθηκόντων
του σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθρου 13 του Κώδικα Διοικητικής
Διαδικασίας που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2690/1999 (ΦΕΚ 45
Α’). Ο οριζόμενος Πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου υπόκειται στη
διαδικασία του άρθρου 49Α του Κανονισμού της Βουλής.
2. Το διοικητικό συμβούλιο συγκαλείται από τον Πρόεδρο τακτικά μία
φορά το μήνα και εκτάκτως όταν κρίνει ο Πρόεδρος. Το διοικητικό
συμβούλιο βρίσκεται σε απαρτία όταν είναι παρόντες ή εκπροσωπούνται
τουλάχιστον ο Πρόεδρος ή ο αναπληρωτής του και δύο άλλα από τα μέλη
του. Απόν μέλος μπορεί να εκπροσωπείται από άλλο μέλος ή από υπάλληλο
του Ταμείου με εξουσιοδότηση. Οι αποφάσεις λαμβάνονται με πλειοψηφία
του αριθμού των παρόντων και εκπροσωπουμένων. Σε περίπτωση ισοψηφίας
υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου. Στις συνεδριάσεις του διοικητικού
συμβουλίου τηρούνται πρακτικά, τα οποία υπογράφονται από τον Πρόεδρο
και τον Γραμματέα του διοικητικού συμβουλίου. Όταν στο διοικητικό
συμβούλιο του Πράσινου Ταμείου συζητείται η διάθεση και αξιοποίηση των
πόρων του ειδικού λογαριασμού «Γαλάζιο Ταμείο» που προβλέπονται στο ν.
743/ 1977, στις συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου καλείται και
μετέχει εκπρόσωπος της Γενικής Γραμματείας Ασφάλειας Ναυσιπλοΐας του
Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, ο οποίος ορίζεται από τον Υπουργό
Προστασίας του Πολίτη.
3. Το διοικητικό συμβούλιο διοικεί το Ταμείο και ελέγχει τη
λειτουργία των υπηρεσιών του, διαχειρίζεται την περιουσία του, τους
πόρους του Ταμείου και τις υποθέσεις του, αποφασίζει για κάθε υπόθεση
που αφορά στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων και την εκπλήρωση των σκοπών
του, αποφασίζει και εντέλλεται την είσπραξη των πόρων και την ενέργεια
δαπανών, εγκρίνει τον ετήσιο προϋπολογισμό, ισολογισμό και απολογισμό
του, τους οποίους εν συνεχεία υποβάλλει για έγκριση στον Υπουργό
Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής. Το διοικητικό
συμβούλιο μπορεί με απόφασή του να αναθέτει ή να μεταβιβάζει ορισμένες
αρμοδιότητές του σε μέλος ή μέλη του διοικητικού συμβουλίου, στον
Διευθυντή του Ταμείου ή σε προϊσταμένους των υπηρεσιών του Ταμείου.
4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος,
Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, καθορίζεται η αποζημίωση των μελών
του διοικητικού συμβουλίου, η οποία βαρύνει τον προϋπολογισμό του
Ταμείου.
5. Ο Πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου του Ταμείου έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α. Ασκεί εποπτεία στις υπηρεσίες του Ταμείου.
β. Εγκρίνει την ημερήσια διάταξη του διοικητικού συμβουλίου.
γ. Υπογράφει τις συμβάσεις ή πράξεις, ύστερα από αποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου.
δ. Εγκρίνει δαπάνες του Ταμείου έως του ποσού που του επιτρέπει με απόφασή του το διοικητικό συμβούλιο.
6. Το Ταμείο εκπροσωπείται σε όλες τις σχέσεις του με φυσικά ή
νομικά πρόσωπα, ενώπιον κάθε αρχής και των δικαστηρίων, από τον Πρόεδρο
του διοικητικού συμβουλίου ή σε περίπτωση που αυτός κωλύεται, από
ειδικά εξουσιοδοτημένο από το διοικητικό συμβούλιο μέλος του.
7. Ο Πρόεδρος με απόφασή του που εγκρίνεται από το διοικητικό
συμβούλιο, μπορεί να μεταβιβάζει ορισμένες αρμοδιότητές του σε μέλος ή
μέλη του διοικητικού συμβουλίου, στον Διευθυντή του Ταμείου ή σε
προϊσταμένους των υπηρεσιών του Ταμείου.
8. Με την απόφαση διορισμού του διοικητικού συμβουλίου, ορίζεται
ένα μέλος του ως αναπληρωτής του Προέδρου για τις περιπτώσεις που
εκείνος απουσιάζει ή κωλύεται.
9. Ο Πρόεδρος του Ταμείου μπορεί να είναι πλήρους και αποκλειστικής
απασχόλησης. Στην περίπτωση αυτή, οι αποδοχές του Προέδρου βαρύνουν τον
προϋπολογισμό του Ταμείου και καθορίζονται με κοινή απόφαση των
Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής
Αλλαγής και υπόκεινται στους περιορισμούς του άρθρου 6 του ν.
1256/1982. Η πλήρης και αποκλειστική απασχόληση ή όχι του Προέδρου
ορίζεται επίσης με την απόφαση ορισμού του. Η θέση του Προέδρου
μπορεί να πληρώνεται και με απόσπαση από το δημόσιο και τον ευρύτερο
δημόσιο τομέα, όπως αυτός οριοθετείται από τις διατάξεις του άρθρου 1
του ν. 1256/1982. Η απόσπαση πραγματοποιείται ύστερα από αίτηση του
ενδιαφερομένου με κοινή απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας
και Κλιματικής Αλλαγής και του οικείου Υπουργού, κατά παρέκκλιση από
κάθε γενική ή ειδική διάταξη, χωρίς να απαιτείται η γνώμη του
υπηρεσιακού συμβουλίου. Στην περίπτωση κάλυψης της θέσης με απόσπαση ο
αποσπώμενος συνεχίζει να λαμβάνει το σύνολο των πάσης φύσεως αποδοχών,
επιδομάτων και λοιπών αμοιβών από το φορέα από τον οποίο προέρχεται.
Ο χρόνος υπηρεσίας του αποσπασμένου του δημόσιου ή του ευρύτερου
δημόσιου τομέα θεωρείται για κάθε συνέπεια ως χρόνος πραγματικής
υπηρεσίας στην οργανική θέση του φορέα προέλευσής του.
10. Στο Ταμείο συνιστάται επίσης μία (1) θέση Διευθυντή ο οποίος
διαθέτει επιστημονική κατάρτιση, προσόντα και εμπειρία σχετικά με τους
καταστατικούς σκοπούς του Ταμείου και ορίζεται για τετραετή επίσης
θητεία με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και
Κλιματικής Αλλαγής. Η θέση του Διευθυντή μπορεί να πληρώνεται και με
απόσπαση από το Δημόσιο και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, όπως αυτός
οριοθετείται από τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 1256/1982. Για τις
αποδοχές του Διευθυντή του Ταμείου και τη διαδικασία και το χρόνο
απόσπασης στη θέση αυτή ισχύουν τα οριζόμενα στην προηγούμενη
παράγραφο. Ο χρόνος της θητείας του Διευθυντή θεωρείται ως χρόνος
άσκησης καθηκόντων Προϊσταμένου Διεύθυνσης.
Άρθρο 8
Πόροι
1. Πόροι του Πράσινου Ταμείου είναι:
α. Οι Πράσινοι Πόροι που προβλέπονται στο άρθρο 3.
β. Χρηματοδοτήσεις από προγράμματα και πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής
Ένωσης και κάθε άλλος πόρος που προέρχεται από διεθνείς οργανισμούς και
ταμεία περιβαλλοντικής ενίσχυσης.
γ. Κέρδη, τόκοι ή άλλα έσοδα που προέρχονται από τη συμμετοχή του
Πράσινου Ταμείου σε άλλα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, σύμφωνα και
με αυτά που ορίζονται στην παράγραφο 7 του άρθρου 5.
δ. Χορηγίες και δωρεές από φυσικά ή νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου.
ε. Έσοδα από τη διαχείριση, εκμετάλλευση και αξιοποίηση της κινητής και ακίνητης περιουσίας του.
στ. Επιχορηγήσεις από τον Κρατικό Προϋπολογισμό και χρηματοδοτήσεις από το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων.
ζ. Κάθε άλλο έσοδο από νόμιμη αιτία.
2. Για την κάλυψη των πάγιων και λειτουργικών αναγκών του Ταμείου
χρησιμοποιούνται οι πόροι που ορίζονται στις περιπτώσεις β’ έως και ζ’
της παραγράφου 1. Στην περίπτωση που οι πόροι αυτοί δεν επαρκούν οι
παραπάνω ανάγκες μπορεί να καλύπτονται και από τους πόρους της
περίπτωσης α’ της παραγράφου 1, ύστερα από αιτιολογημένη απόφαση του
διοικητικού συμβουλίου του Ταμείου.
Άρθρο 9
Οικονομική διαχείριση
1. Η οικονομική και λογιστική διαχείριση των ίδιων πόρων
διενεργείται σύμφωνα με το ν.δ. 496/1974 (ΦΕΚ 204 Α’) και κάθε άλλη
σχετική διάταξη που διέπει τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου. Ο
έλεγχος των οικονομικών καταστάσεων του Ταμείου διενεργείται από δύο
ορκωτούς ελεγκτές – λογιστές σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ.
205/1998 (ΦΕΚ 163 Α’). Οι οικονομικές καταστάσεις δημοσιεύονται στην
Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και καταχωρίζονται στην ιστοσελίδα του
Ταμείου. Το Ταμείο συντάσσει επίσης ετήσιες οικονομικές καταστάσεις
σύμφωνα με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα.
2. Το διοικητικό συμβούλιο συντάσσει και δημοσιεύει ετήσιο
οικονομικό απολογισμό των Πράσινων Πόρων. Ο απολογισμός αυτός γίνεται
με αναλογική εφαρμογή των σχετικών διεθνών λογιστικών προτύπων και
εμφανίζει χωριστά τα στοιχεία ανά χρηματοδοτικό πρόγραμμα, ανά
κατηγορία πόρων και νομικής δέσμευσης. Επιπρόσθετα στον απολογισμό
αναφέρονται αναλυτικά τα ποσά που έχουν εγκριθεί για να
χρηματοδοτήσουν δράσεις σε επόμενες χρήσεις, καθώς και τυχόν δάνεια που
έχουν αναληφθεί από το Πράσινο Ταμείο με τη δέσμευση να εξοφληθούν από
αντίστοιχες εισροές.
3. Ο Υπουργός Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής
μπορεί να διατάσσει οποτεδήποτε έλεγχο του Πράσινου Ταμείου για τη
διαχείριση των πόρων που προβλέπονται στο άρθρο 8. Ο έλεγχος μπορεί να
διενεργείται από ανεξάρτητους ορκωτούς ελεγκτές ή από τις οικονομικές
υπηρεσίες του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής
Αλλαγής ή από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Ο
Υπουργός Οικονομικών επίσης μπορεί να ασκεί οικονομικό έλεγχο στη
διαχείριση των κεφαλαίων και της περιουσίας του Ταμείου σύμφωνα με τα
ειδικότερα οριζόμενα στο ν.δ. 496/1974.
4. Οι συμβάσεις που συνάπτει το Ταμείο με δικαιούχους για την
εκτέλεση των χρηματοδοτικών προγραμμάτων, προϋπολογιζόμενης δαπάνης,
χωρίς ΦΠΑ, ποσού μεγαλύτερου ή ίσου των τριακοσίων χιλιάδων (300.000)
ευρώ υπάγονται υποχρεωτικά σε προληπτικό έλεγχο από το Ελεγκτικό
Συνέδριο, σύμφωνα τις οικείες σχετικές διατάξεις.
Άρθρο 10
Οργανισμός Λειτουργίας – Κανονισμοί
1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Εσωτερικών,
Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Περιβάλλοντος,
Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη του
Διοικητικού Συμβουλίου, εγκρίνεται ο Οργανισμός Λειτουργίας του
Πράσινου Ταμείου. Με τον Οργανισμό Λειτουργίας συνιστώνται οι
οργανικές θέσεις μόνιμου και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου
αορίστου χρόνου προσωπικού και καθορίζονται:
α) Η οργάνωση των υπηρεσιών, οι αρμοδιότητές τους, καθώς και η κατανομή σε αυτές των θέσεων του προσωπικού.
β) Οι κλάδοι του προσωπικού και ο αριθμός των οργανικών θέσεων κάθε κλάδου, βαθμού και ειδικότητας.
γ) Τα προσόντα που απαιτούνται για το διορισμό στις θέσεις του
εισαγωγικού βαθμού κάθε κλάδου ή για την κάλυψη ορισμένων θέσεων κατά
την εφαρμογή του νόμου αυτού.
δ) Τα προσόντα του Προϊσταμένου οργανικών μονάδων.
ε) Οι θέσεις του ειδικού επιστημονικού προσωπικού, κατά την έννοια της παραγράφου 2 του άρθρου 25 του ν. 1943/1991 (ΦΕΚ 50 Α’).
2. Η στελέχωση του νομικού προσώπου γίνεται σύμφωνα με τις
διατάξεις του ν. 2190/1994. Προσόντα διορισμού σε θέσεις μόνιμου
προσωπικού ορίζονται αυτά που προβλέπονται, κατά κλάδο και ειδικότητα,
στις διατάξεις του π.δ. 50/2001 (ΦΕΚ 39 Α’). Πρόσθετα προσόντα
πρόσληψης καθορίζονται με τη σχετική προκήρυξη πρόσληψης προσωπικού.
Επιτρέπεται η κάλυψη αναγκών σε προσωπικό με αποσπάσεις προσωπικού που
υπηρετεί στο Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής
Αλλαγής, σε άλλα Υπουργεία ή σε εποπτευόμενους από αυτά φορείς ή σε
άλλους φορείς του δημόσιου ή ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός
οριοθετείται από τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 1256/1982, με
οποιαδήποτε σχέση εργασίας. Η απόσπαση πραγματοποιείται ύστερα από
αίτηση του ενδιαφερόμενου με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος,
Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και του αρμόδιου Υπουργού, κατά
παρέκκλιση από κάθε γενική ή ειδική διάταξη και χωρίς να απαιτείται η
γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου. Ο χρόνος υπηρεσίας των αποσπασμένων
του δημόσιου ή του ευρύτερου δημόσιου τομέα θεωρείται για κάθε συνέπεια
ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας στην οργανική θέση του φορέα προέλευσής
τους. Η πλήρωση των θέσεων του προσωπικού του Ταμείου μπορεί να γίνει
και με μετατάξεις προσωπικού από άλλους φορείς κατά τις οικείες
σχετικές διατάξεις.
3. Στο Ταμείο συνιστώνται επίσης τρεις (3) οργανικές θέσεις
δικηγόρων με σχέση έμμισθης εντολής, οι οποίοι προσλαμβάνονται σύμφωνα
με τις διατάξεις του άρθρου 11 του ν. 1649/1986 (ΦΕΚ 149 Α’), όπως
τροποποιήθηκε με το άρθρο 18 του ν. 1868/1989 (ΦΕΚ 230 Α’). Το Πράσινο
Ταμείο για τη νομική του εξυπηρέτηση μπορεί με απόφαση του διοικητικού
συμβουλίου να αναθέτει σε δικηγόρους ορισμένη υπόθεση ή συγκεκριμένο
έργο.
4. Μέχρι την έγκριση του Οργανισμού του και σε κάθε περίπτωση για
χρονικό διάστημα έως δεκαοκτώ (18) μηνών από την έναρξη ισχύος του
νόμου αυτού, το Ταμείο υποστηρίζεται από επιστημονικό, διοικητικό και
βοηθητικό προσωπικό που διατίθεται ή αποσπάται για ανάλογη χρονική
περίοδο κατά προτεραιότητα από το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας
και Κλιματικής Αλλαγής, από άλλα Υπουργεία, από νομικά πρόσωπα δημοσίου
δικαίου ή από νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου του ευρύτερου δημόσιου
τομέα, όπως αυτός οριοθετείται από τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν.
1256/1982.
Για το σκοπό αυτόν, με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών,
Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Αποκέντρωσης και Περιβάλλοντος,
Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής συνιστώνται και κατανέμονται έως
είκοσι (20) συνολικά θέσεις προσωπικού, οι οποίες πληρούνται μόνο με
απόσπαση. Οι αποσπάσεις του ανωτέρω προσωπικού γίνονται με κοινή
απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής
και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής
ή ειδικής διάταξης, χωρίς να απαιτείται γνώμη του υπηρεσιακού
συμβουλίου. Οι αποσπασμένοι στο Ταμείο συνεχίζουν να λαμβάνουν το
σύνολο των πάσης φύσεως αποδοχών, επιδομάτων και λοιπών αμοιβών τους
από την υπηρεσία από την οποία προέρχονται.
5. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής
Αλλαγής ύστερα από εισήγηση του διοικητικού συμβουλίου του Ταμείου
εγκρίνονται κανονισμοί για τη σύναψη συμβάσεων έργων, προμηθειών και
υπηρεσιών κατά παρέκκλιση της εθνικής νομοθεσίας αλλά σύμφωνα με τη
διαδικασία και τις διατάξεις που προβλέπονται στο π.δ. 60/2007
«Προσαρμογή της Ελληνικής Νομοθεσίας στις διατάξεις της Οδηγίας
2004/18/ΕΚ «περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων
έργων, προμηθειών και υπηρεσιών», όπως τροποποιήθηκε με την Οδηγία
2005/51/ΕΚ της Επιτροπής και την Οδηγία 2005/75/ΕΚ του Ευρωπαϊκού
Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Νοεμβρίου 2005».
6. Οι διατάξεις του β.δ. 266/1973 (ΦΕΚ 79 Α’) και της αριθμ.
31736/557/25.4.1988 κοινής υπουργικής απόφασης (ΦΕΚ 242 Β’)
καταργούνται από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού.
Άρθρο 11
Τρέχουσες υποχρεώσεις χρηματοδότησης
Με μέριμνα του διοικητικού συμβουλίου του Ταμείου καταγράφονται όλες
οι υποχρεώσεις χρηματοδότησης φορέων που έχει αναλάβει το Ταμείο με
βάση υπουργικές αποφάσεις που έχουν εκδοθεί μέχρι την έναρξη ισχύος
του νόμου αυτού. Τα ποσά που οφείλουν να εκταμιευθούν δυνάμει των
σχετικών υπουργικών αποφάσεων ή συμβάσεων του Ταμείου μπορεί να
εντάσσονται σε ειδικό χρηματοδοτικό πρόγραμμα, το οποίο έχει
μεταβατικό χαρακτήρα και το οποίο εγκρίνεται με απόφαση του
διοικητικού συμβουλίου του Ταμείου.
Άρθρο 12
Ρύθμιση θεμάτων του Ειδικού Φορέα Δασών
1. Από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού ο λογαριασμός «Ειδικός
Φορέας Δασών (Φορέας 120)» του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου με
την επωνυμία «Κεντρικό Ταμείο Γεωργίας, Κτηνοτροφίας και Δασών» που
προβλέπεται στο άρθρο 12 του ν. 574/1937 (ΦΕΚ 110 Α’), όπως
τροποποιήθηκε με το ν. 389/1943 (φΕΚ 233 Α’) και το β.δ. 284/1961 (ΦΕΚ
82 Α’), μεταφέρεται στο Πράσινο Ταμείο για την εξυπηρέτηση των σκοπών
του Πράσινου Ταμείου, όπως αυτοί εξειδικεύονται στο άρθρο 8 του ν.
3208/2003.
2. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου το νομικό πρόσωπο
δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «Κεντρικό Ταμείο Γεωργίας,
Κτηνοτροφίας και Δασών» που εποπτεύεται από το Υπουργείο Αγροτικής
Ανάπτυξης, μετονομάζεται σε «Ταμείο Γεωργίας και Κτηνοτροφίας». Πόροι
του Ταμείου αυτού είναι μόνο τα έσοδα από τις γεωργικές και
κτηνοτροφικές δραστηριότητες (Φορέας γεωργίας 110). Από την έναρξη
ισχύος του νόμου αυτού, όπου στις κείμενες διατάξεις αναφέρεται το
Κεντρικό Ταμείο Γεωργίας, Κτηνοτροφίας και Δασών νοείται το «Ταμείο
Γεωργίας και Κτηνοτροφίας».
3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Ενέργειας και
Κλιματικής Αλλαγής και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ρυθμίζεται
κάθε θέμα που αφορά την κινητή και ακίνητη περιουσία του νομικού
προσώπου, όπως η απογραφή και καταγραφή της κινητής και ακίνητης
περιουσίας και ο επιμερισμός και η απόδοσή της στο Πράσινο Ταμείο και
στο Ταμείο Γεωργίας και Κτηνοτροφίας. Η απόφαση αυτή συνιστά τίτλο
μεταγραφής και καταχωρίζεται στο οικείο υποθηκοφυλακείο.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’
ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΚΑΙ ΑΠΛΟΥΣΤΕΥΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΚΥΡΩΣΗΣ ΤΩΝ ΔΑΣΙΚΩΝ ΧΑΡΤΩΝ
Άρθρο 13
Κατάρτιση και θεώρηση δασικών χαρτών
1. Οι δασικές περιοχές των παραγράφων 1,2,3,4 και 5 του άρθρου 3 του
ν. 998/1979 (φΕΚ 289 Α’) απεικονίζονται σε κατάλληλης κλίμακας
αεροφωτογραφικό ή χαρτογραφικό υλικό, το οποίο, αφού συμπληρωθεί με τα
φωτοερμηνευτικά στοιχεία των αεροφωτογραφιών και τα διαθέσιμα στοιχεία
της δασικής υπηρεσίας, αποτελεί το δασικό χάρτη.
2. Ως βάση για τον προσδιορισμό των δασικών περιοχών της
προηγούμενης παραγράφου λαμβάνεται η παλαιότερη και η πλησιέστερη προς
το χρόνο κατάρτισης του δασικού χάρτη, αεροφωτογραφία. Αν η παλαιότερη
αεροφωτογράφιση δεν καλύπτει την εξεταζόμενη περιοχή ή η χρησιμοποίησή
της, λόγω κλίμακας ή ποιότητας, καθίσταται απρόσφορη, χρησιμοποιείται
και η αεροφωτογράφιση έτους λήψης 1960.
3. Αρμόδια για την κατάρτιση του δασικού χάρτη είναι η Διεύθυνση
Δασών της Περιφέρειας στο νομό. Όπου εφεξής στο νόμο αυτόν αναφέρεται
η Διεύθυνση Δασών νοείται η Διεύθυνση Δασών της Περιφέρειας στον οικείο
νομό.
Αν η κατάρτιση του δασικού χάρτη δεν μπορεί να γίνει από την αρμόδια
Διεύθυνση Δασών, η κατάρτισή του μπορεί να ανατίθεται, εν όλω ή εν
μέρει, και σύμφωνα με τις κείμενες σχετικές διατάξεις, με απόφαση του
Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, σε ιδιωτικά
γραφεία εκπόνησης δασικών μελετών της κατηγορίας 24 του άρθρου μόνου
του π.δ. 541/1978 (ΦΕΚ 116 Α’), υπό τις οδηγίες, την επίβλεψη και τον
έλεγχο της Διεύθυνσης Δασών. Στα ίδια γραφεία επιτρέπεται να
ανατίθενται και εργασίες που σχετίζονται με τη διόρθωση και συμπλήρωση
του δασικού χάρτη, καθώς και με την καταχώριση και την προετοιμασία
εξέτασης των αντιρρήσεων από τις Επιτροπές του άρθρου 18. Ο τρόπος
ανάθεσης, εκτέλεσης και παραλαβής των ανωτέρω εργασιών καθορίζεται με
τις τεχνικές προδιαγραφές της περίπτωσης α’ του άρθρου 21.
4. Ειδικά στις περιοχές που κηρύσσονται υπό κτηματογράφηση, σύμφωνα
με το ν. 2308/1995 (ΦΕΚ 114 Α’), για τις οποίες δεν υφίσταται δασικός
χάρτης, αν οι εργασίες της προηγούμενης παραγράφου δεν μπορούν να
γίνουν από την αρμόδια Διεύθυνση Δασών και η προβλεπόμενη από την
προηγούμενη παράγραφο απόφαση του Υπουργού δεν εκδοθεί μέσα σε
προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την κήρυξη της περιοχής υπό
κτηματογράφηση, οι εργασίες της παραγράφου 3 εκτελούνται από την
εταιρεία «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.» με αναθέσεις σε ιδιωτικά γραφεία
εκπόνησης δασικών μελετών της κατηγορίας 24 του άρθρου μόνου του π.δ.
541/1978, σύμφωνα με τις τεχνικές προδιαγραφές της περίπτωσης α’ του
άρθρου 21.
5. Ο δασικός χάρτης μετά την κατάρτισή του θεωρείται από την αρμόδια
Διεύθυνση Δασών. Όταν ο δασικός χάρτης καταρτίζεται από ιδιωτικό
γραφείο εκπόνησης δασικών μελετών, ύστερα από ανάθεση, θεωρείται από τη
Διεύθυνση Δασών μέσα σε τρεις (3) μήνες από την υποβολή του σε αυτήν.
Αν απαιτούνται διορθώσεις, ο χάρτης διορθώνεται και συμπληρώνεται από
το γραφείο αυτό, σύμφωνα με τις υποδείξεις της Διεύθυνσης Δασών, και
θεωρείται με τον ίδιο τρόπο το αργότερο μέσα σε πέντε (5) μήνες από
την αρχική υποβολή του.
Άρθρο 14
Ανάρτηση δασικών χαρτών
1. Αμέσως μετά τη θεώρησή του, σύμφωνα με την παράγραφο 5 του
άρθρου 13, ο δασικός χάρτης αναρτάται με μέριμνα της αρμόδιας για τη
θεώρηση Διεύθυνσης Δασών, μαζί με πρόσκληση των ενδιαφερομένων για την
υποβολή αντιρρήσεων κατ’ αυτού, σε εμφανή θέση των γραφείων της
Διεύθυνσης Δασών, στο οικείο Δασαρχείο και στα δημοτικά και τοπικά
δημοτικά ή διαμερισματικά καταστήματα των οικείων πρωτοβάθμιων Ο.Τ.Α..
Για την ανάρτηση συντάσσεται πρωτόκολλο, το οποίο υπογράφεται από το
δασικό ή δημοτικό υπάλληλο που διενεργεί την ανάρτηση και ένα μάρτυρα.
Ηλεκτρονικό αντίγραφο του θεωρημένου δασικού χάρτη αποστέλλεται επίσης
στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
2. Ο δασικός χάρτης δημοσιοποιείται και μέσω διαδι-κτύου από τις
ιστοσελίδες του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής
Αλλαγής, της οικείας Περιφέρειας και της εταιρείας «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ
Α.Ε.». Ο χάρτης παραμένει αναρτημένος στο διαδίκτυο μέχρι την κύρωσή
του.
3. Ανακοίνωση για την ανάρτηση του δασικού χάρτη και πρόσκληση των ενδιαφερομένων να υποβάλουν αντιρρήσεις δημοσιεύεται:
α. στις ιστοσελίδες της προηγούμενης παραγράφου και
β. σε δύο ημερήσιες εφημερίδες πανελλαδικής κυκλοφορίας και μία τοπική, με φροντίδα και δαπάνη της Διεύθυνσης Δασών.
Άρθρο 15
Δικαίωμα άσκησης αντιρρήσεων
1. Κατά του περιεχομένου του δασικού χάρτη που αναρτήθηκε
επιτρέπεται η υποβολή αντιρρήσεων μέσα σε αποκλειστική προθεσμία
σαράντα πέντε (45) ημερών, η οποία αρχίζει από την τελευταία δημοσίευση
της σχετικής πρόσκλησης στον τύπο. Η προθεσμία αυτή παρεκτείνεται για
είκοσι (20) ημέρες για τα πρόσωπα της παραγράφου 2 που κατοικούν
μόνιμα ή διαμένουν στην αλλοδαπή. Για την υποβολή των αντιρρήσεων
καταβάλλεται υποχρεωτικά ειδικό τέλος, το ύψος του οποίου καθορίζεται
σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 22.
2. Αντιρρήσεις μπορούν να υποβάλουν φυσικά και νομικά πρόσωπα
δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου, εφόσον επικαλούνται για τη θεμελίωση
του έννομου συμφέροντός τους εμπράγματα ή ενοχικά δικαιώματα στις
εκτάσεις που περιλαμβάνονται στον αναρτηθέντα δασικό χάρτη.
Αντιρρήσεις ειδικά κατά της παράλειψης να περιληφθεί στο δασικό
χάρτη ορισμένη έκταση μπορεί να υποβάλει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο
και, ιδίως, οι Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού στα διοικητικά όρια
των οποίων υπάγεται η έκταση, οι περιβαλλοντικές οργανώσεις εθνικής
εμβέλειας και άλλα νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, στους
σκοπούς των οποίων περιλαμβάνεται η προστασία του φυσικού
περιβάλλοντος της περιοχής.
3. Στις αντιρρήσεις αναγράφονται, επί ποινή απαραδέκτου:
α. οι γεωγραφικές συντεταγμένες των κορυφών του πολυγώνου που
περικλείει την έκταση της οποίας αμφισβητείται ο χαρακτήρας, σύμφωνα
με τον αναρτηθέντα δασικό χάρτη, και το εμβαδόν αυτής,
β. τα στοιχεία στα οποία στηρίζεται το έννομο συμφέρον του ενδιαφερόμενου, και
γ. τα στοιχεία που πιστοποιούν την καταβολή του αναλογούντος ειδικού τέλους.
4. Με τις αντιρρήσεις προβάλλονται λόγοι που αφορούν αποκλειστικά
και μόνο την αμφισβήτηση του χαρακτήρα των εμφανιζόμενων στο χάρτη
εκτάσεων.
5. Με τις αντιρρήσεις του ο ενδιαφερόμενος δηλώνει αν επιθυμεί να εκπροσωπηθεί από τεχνικό σύμβουλο κατά την εξέτασή τους.
Άρθρο 16
Διαδικασία υποβολής αντιρρήσεων
1. Οι αντιρρήσεις υποβάλλονται σε ηλεκτρονική φόρμα ή σε ειδικό έντυπο, και κατατίθενται αντίστοιχα:
α. Ηλεκτρονικά, μέσω της ιστοσελίδας της εταιρείας «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ
Α.Ε.». Με την ολοκλήρωση της ηλεκτρονικής κατάθεσης χορηγείται ειδικός
αριθμός πρωτοκόλλου και καταχωρίζονται τα στοιχεία της έκτασης της
οποίας αμφισβητείται ο χαρακτήρας, μαζί με τον αριθμό πρωτοκόλλου και
τα στοιχεία του ενδιαφερόμενου.
Τα αποδεικτικά στοιχεία που επικαλείται ο ενδιαφερόμενος, στα οποία
περιλαμβάνονται και αυτά που αποδεικνύουν την καταβολή του ειδικού
τέλους και το έννομο συμφέρον του, μπορούν να υποβάλλονται ηλεκτρονικά
ή να αποστέλλονται, σε έντυπη ή ψηφιακή μορφή, με συστημένη επιστολή
στην αρμόδια Διεύθυνση Δασών ή, σε περίπτωση εφαρμογής της παραγράφου 4
του άρθρου 13, στην εταιρεία «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.», σύμφωνα με όσα
ορίζονται ειδικώς στην πρόσκληση υποβολής των αντιρρήσεων. Στο φάκελο
αποστολής αναγράφεται υποχρεωτικά το όνομα του ενδιαφερόμενου και ο
αριθμός πρωτοκόλλου των αντιρρήσεων που υποβλήθηκαν ηλεκτρονικά.
Όλες οι αντιρρήσεις και τα αποδεικτικά στοιχεία που υποβάλλονται
ηλεκτρονικά προωθούνται ηλεκτρονικά στην αρμόδια Διεύθυνση Δασών, εκτός
αν συντρέχει περίπτωση εφαρμογής της παραγράφου 4 του άρθρου 13, οπότε
προωθούνται ηλεκτρονικά στην εταιρεία «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.».
β. Αυτοπροσώπως ή με εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο σε οποιοδήποτε
Κέντρο Εξυπηρέτησης Πολιτών (Κ.Ε.Π.), μαζί με τα αποδεικτικά στοιχεία
που επικαλείται ο ενδιαφερόμενος, σε έντυπη ή ψηφιακή μορφή, στα οποία
περιλαμβάνονται και αυτά που αποδεικνύουν το έννομο συμφέρον του και
την καταβολή του ειδικού τέλους, κατά τα ειδικώς οριζόμενα σε κοινή
απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής
Διακυβέρνησης και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, που
εκδίδεται κατά τις διατάξεις της παραγράφου 11 του άρθρου 16 του ν.
3345/2005 (ΦΕΚ 138 Α’). Με την ολοκλήρωση της κατάθεσης το Κ.Ε.Π.
αποστέλλει τις αντιρρήσεις μαζί με τα αποδεικτικά στοιχεία που τις
συνοδεύουν στην αρμόδια Διεύθυνση Δασών ή, σε περίπτωση εφαρμογής της
παραγράφου 4 του άρθρου 13, στην εταιρεία «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.».
2. Όταν εφαρμόζεται η παράγραφος 4 του άρθρου 13, μπορεί να
προβλέπεται η κατάθεση και παραλαβή των αντιρρήσεων μαζί με τα
αποδεικτικά έγγραφα που τις συνοδεύουν, σε χώρο της εταιρείας
«ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.», σύμφωνα με τα όσα ειδικώς προβλέπονται στην
πρόσκληση υποβολής των αντιρρήσεων της παραγράφου 3 του άρθρου 14, ως
προς τον τόπο και το χρόνο παραλαβής τους.
Άρθρο 17
Επεξεργασία αντιρρήσεων και κύρωση δασικών χαρτών
1. Μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής αντιρρήσεων η αρμόδια
Διεύθυνση Δασών ή, σε περίπτωση εφαρμογής της παραγράφου 4 του άρθρου
13, η εταιρεία «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.», επεξεργάζεται τα στοιχεία των
αντιρρήσεων και αποτυπώνει στο δασικό χάρτη με πράσινο περίγραμμα και
πράσινη διαγράμμιση τις εκτάσεις για τις οποίες δεν υποβλήθηκαν
αντιρρήσεις. Όταν η επεξεργασία αυτή γίνεται από την «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ
Α.Ε.», ο δασικός χάρτης αποστέλλεται μαζί με τις αντιρρήσεις στην
αρμόδια Διεύθυνση Δασών για τον έλεγχο της ορθής αποτύπωσης.
2. Ο δασικός χάρτης με αποτυπωμένες τις εκτάσεις, για τις οποίες δεν
ασκήθηκαν αντιρρήσεις, θεωρείται από τη Διεύθυνση Δασών μέσα σε
σαράντα (40) ημέρες από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής των
αντιρρήσεων. Όταν εφαρμόζεται η παράγραφος 4 του άρθρου 13, ο δασικός
χάρτης θεωρείται μέσα σε είκοσι (20) ημέρες από την παράδοση στη
Διεύθυνση Δασών των αντιρρήσεων και των επεξεργασμένων από την
«ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.» στοιχείων. Εφόσον απαιτούνται διορθώσεις, ο χάρτης
θεωρείται με τον ίδιο τρόπο το αργότερο μέσα σε σαράντα (40) ημέρες από
την αρχική υποβολή του.
3. Ο δασικός χάρτης κυρώνεται ως προς τα τμήματά του με πράσινο
περίγραμμα και πράσινη διαγράμμιση, με απόφαση του Γενικού Γραμματέα
της Περιφέρειας που εκδίδεται εντός δέκα (10) ημερών από την περιέλευσή
του σε αυτόν.
4. Ο κυρωμένος δασικός χάρτης δημοσιεύεται αμέσως στην Εφημερίδα της
Κυβερνήσεως. Από την ημερομηνία δημοσίευσής του καθίσταται οριστικός
και έχει πλήρη αποδεικτική ισχύ σε κάθε διοικητική ή δικαστική αρχή
για όλα τα τμήματα που αποτυπώνονται με πράσινο περίγραμμα και πράσινη
διαγράμμιση, τα οποία αποτελούν δασικές περιοχές των παραγράφων 1, 2,
3, 4 και 5 του άρθρου 3 του ν. 998/1979 στις οποίες εφαρμόζονται και
ισχύουν οι διατάξεις της δασικής νομοθεσίας.
5. Ο δασικός χάρτης των προηγούμενων παραγράφων έχει, ως προς τα
τμήματα για τα οποία ασκήθηκαν αντιρρήσεις, προσωρινή ισχύ έως την
έκδοση απόφασης επ’ αυτών, σύμφωνα με το άρθρο 18.
Άρθρο 18
Επιτροπές Εξέτασης Αντιρρήσεων (ΕΠ.Ε.Α.)
1. Οι αντιρρήσεις εξετάζονται μέσα σε προθεσμία τεσσάρων (4) μηνών
από την καταθεσή τους από τριμελείς Επιτροπές Εξέτασης Αντιρρήσεων
(ΕΠ.Ε.Α.). Οι ΕΠ.Ε.Α. συγκροτούνται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα
της Περιφέρειας στην έδρα της Διεύθυνσης Δασών εκτός εάν καθοριστεί
διαφορετική έδρα με την απόφαση συγκρότησης. Οι ΕΠ.Ε.Α. μπορεί να
είναι περισσότερες από μία και συγκροτούνται από ένα δασολόγο,
υπάλληλο του Δημοσίου ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) ή
φορέα του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός οριοθετείται από τις
διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 1256/1982 (ΦΕΚ 65 Α’), έναν τοπογράφο
μηχανικό ή γεωπόνο, υπάλληλο του Δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ. ή φορέα του
ευρύτερου δημόσιου τομέα και ένα μέλος του Νομικού Συμβουλίου του
Κράτους ή ένα δικηγόρο μέλος του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου, με τους
αναπληρωτές τους. Με την ίδια απόφαση ορίζεται ο Πρόεδρος της ΕΠ.Ε.Α.
και ο γραμματέας της, ο οποίος μπορεί να είναι υπάλληλος του Δημοσίου ή
Ν.Π.Δ.Δ. ή φορέα του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός οριοθετείται
από τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 1256/1982.
Δικηγόρος ο οποίος χειρίζεται υποθέσεις δασικού χαρακτήρα που
εκκρεμούν ενώπιον των αρμόδιων δικαστηρίων ή διοικητικών επιτροπών δεν
μπορεί να ορίζεται μέλος ΕΠ.Ε.Α..
Η θητεία των ΕΠ.Ε.Α. λήγει με την ολοκλήρωση της εξέτασης των
αντιρρήσεων επί του αναρτηθέντος δασικού χάρτη. Τη διαπιστωτική πράξη
εκδίδει ο Γενικός Γραμματέας της Περιφέρειας.
2. Για την επίλυση νομικών και τεχνικών ζητημάτων μείζονος σημασίας
που ανακύπτουν κατά το στάδιο της εξέτασης των αντιρρήσεων, η ΕΠ.Ε.Α.
μπορεί να ζητά γνωμοδότηση από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους ή το
Τεχνικό Συμβούλιο Δασών αντίστοιχα. Το αίτημα διαβιβάζεται από την
ΕΠ.Ε.Α., μέσω του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας, στον Υπουργό
Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, ο οποίος το υποβάλλει
στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους ή το Τεχνικό Συμβούλιο Δασών. Η γνώμη
των ανωτέρω οργάνων διατυπώνεται κατά προτεραιότητα και η αποδοχή της
από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, έχει
υποχρεωτικό χαρακτήρα για τη διοίκηση. Με μέριμνα της Διεύθυνσης
Δασικών Χαρτών του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής
Αλλαγής, κάθε γνωμοδότηση που εκδίδεται κατά τις διατάξεις του παρόντος
άρθρου, κοινοποιείται στις Διευθύνσεις Δασών όλων των Περιφερειών,
προς ενημέρωση των ΕΠ.Ε.Α. της περιφέρειάς τους.
3. Για την υποστήριξη του έργου της κύρωσης του δασικού χάρτη, έως
την ολοκλήρωσή του, και τη διευκόλυνση της συγκρότησης των ΕΠ.Ε.Α.
καταρτίζονται στο Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής
Αλλαγής ονομαστικοί κατάλογοι των υπαλλήλων κλάδων δασολόγων,
τοπογράφων μηχανικών, γεωπόνων και άλλων κλάδων, οι οποίοι υπηρετούν
στην κεντρική ή σε αποκεντρωμένες υπηρεσίες του Υπουργείου και σε
εποπτευόμενα από αυτό Ν.Π.Δ.Δ. ή φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα,
όπως αυτός οριοθετείται από τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν.
1256/1982. Με απόφαση του Υπουργού που εκδίδεται κατά παρέκκλιση των
σχετικών διατάξεων του Υπαλληλικού Κώδικα, επιτρέπεται οι υπάλληλοι
αυτοί να διατίθενται προσωρινά από τις υπηρεσίες τους με αποκλειστική
απασχόληση, για διάστημα έως έξι μήνες, προς εξυπηρέτηση των σκοπών
του προηγούμενου εδαφίου. Ειδικά για τους υπαλλήλους που ορίζονται
μέλη των ΕΠ.Ε.Α., ο χρόνος της προσωρινής διάθεσης παρατείνεται
αυτοδικαίως έως την ολοκλήρωση της εξέτασης των αντιρρήσεων επί του
αναρτηθέντος δασικού χάρτη.
Για την κάλυψη των ίδιων αναγκών ο Υπουργός Περιβάλλοντος,
Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής μπορεί να ζητά και από άλλα Υπουργεία,
εποπτευόμενα από αυτά νομικά πρόσωπα και φορείς του ευρύτερου δημόσιου
τομέα την προσωρινή διάθεση υπαλλήλων που υπηρετούν στην έδρα της
οικείας Περιφέρειας και έχουν πτυχίο ΑΕΙ δασολόγου, τοπογράφου
μηχανικού ή γεωπόνου, για διάστημα έως έξι μήνες με αποκλειστική
απασχόληση.
Για τη διάθεση και το χρόνο διάρκειάς της εκδίδεται κοινή απόφαση
του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και του
συναρμόδιου Υπουργού, κατά παρέκκλιση των σχετικών διατάξεων του
Υπαλληλικού Κώδικα. Όταν οι ανωτέρω υπάλληλοι ορίζονται μέλη των
ΕΠ.Ε.Α., ο χρόνος της προσωρινής τους διάθεσης παρατείνεται αυτοδικαίως
έως την ολοκλήρωση της εξέτασης των αντιρρήσεων επί του αναρτηθέντος
δασικού χάρτη.
Ειδικά για τους υπαλλήλους που υπηρετούν σε Ν.Π.Δ.Δ. ή σε φορείς του
ευρύτερου δημόσιου τομέα για την κατά τα ως άνω προσωρινή διάθεση
απαιτείται συγκατάθεση και του οργάνου διοικήσεως του οικείου νομικού
προσώπου.
4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος,
Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, μπορεί να καθορίζεται κατά παρέκκλιση
των διατάξεων του άρθρου 17 του ν. 3205/2003, όπως ισχύει σήμερα,
αποζημίωση ή κατ’ αποκοπήν αμοιβή για τα μέλη και τους γραμματείς των
ΕΠ.Ε.Α., η οποία καλύπτεται στο σύνολό της από το ειδικό τέλος
κατάθεσης αντιρρήσεων.
5. Οι αντιρρήσεις εισάγονται στην ΕΠ.Ε.Α. προς εξέταση μαζί με όλα
τα αποδεικτικά στοιχεία του ενδιαφερόμενου και υπηρεσιακό φάκελο που
υποβάλλεται από τη Διεύθυνση Δασών. Για την υποβολή του υπηρεσιακού
φακέλου το γραφείο δασικών μελετών που κατάρτισε το δασικό χάρτη ή η
«ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.» στην περίπτωση της παραγράφου 4 του άρθρου 13,
παρέχουν στη Διεύθυνση Δασών κάθε σχετικό έγγραφο ή στοιχείο που έχουν
στη διάθεσή τους. Εφόσον έχει υποβληθεί αίτημα εκπροσώπησης από τεχνικό
σύμβουλο, αυτός ειδοποιείται από το γραμματέα της Επιτροπής για να
προσέλθει και να διατυπώσει τις απόψεις του.
6. Κάθε ΕΠ.Ε.Α. συνεδριάζει και λαμβάνει αποφάσεις σύμφωνα με τα όσα
ορίζονται στις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας που
κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2690/1999 (ΦΕΚ 45 Α’). Η ΕΠ.Ε.Α., αν
το κρίνει αναγκαίο, μπορεί να διενεργεί αυτοψία, να ζητά επιπλέον
στοιχεία από την οικεία δασική υπηρεσία και να καλεί στις συνεδριάσεις
της τους ενδιαφερόμενους για παροχή διευκρινίσεων.
7. Σε περίπτωση κωλύματος ή αδικαιολόγητης απουσίας μέλους από τις
εργασίες της ΕΠ.Ε.Α. επί τρεις τουλάχιστον συνεδριάσεις, ο Γενικός
Γραμματέας της Περιφέρειας μπορεί να το αντικαθιστά, χωρίς άλλη
διατύπωση.
8. Κατά τη διαδικασία των αντιρρήσεων δεν εξετάζονται θέματα
ιδιοκτησίας, παρά μόνο στο μέτρο που αυτό είναι αναγκαίο για την
απόδειξη του εννόμου συμφέροντος, ούτε θίγονται ιδιοκτησιακά
δικαιώματα του Δημοσίου ή ιδιωτών.
9. Μετά την ολοκλήρωση της εξέτασης των αντιρρήσεων αναρτάται στις
ιστοσελίδες του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής
Αλλαγής, της οικείας Περιφέρειας και της εταιρείας «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.»
συνοπτικός κατάλογος με τις αποφάσεις των ΕΠ.Ε.Α. επί του συνόλου των
υποβληθεισών αντιρρήσεων κατά του αναρτηθέντος δασικού χάρτη. Ο
κατάλογος παραμένει αναρτημένος στο διαδίκτυο για χρονικό διάστημα έξι
(6) μηνών από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της
κυρωτικής απόφασης της παραγράφου 2 του άρθρου 19.
Άρθρο 19
Συμπλήρωση δασικών χαρτών- Ένδικα βοηθήματα
1. Με βάση τις αποφάσεις των ΕΠ.Ε.Α. επί των ασκηθεισών αντιρρήσεων
o δασικός χάρτης που κυρώθηκε σύμφωνα την παράγραφο 3 του άρθρου 17
συμπληρώνεται από την αρμόδια Διεύθυνση Δασών και διορθώνεται, αν
εμφιλοχώρησε πλάνη της Διοίκησης σχετικά με την αποτύπωση της θέσης ή
των ορίων τμημάτων για τα οποία υποβλήθηκαν και έγιναν δεκτές
αντιρρήσεις. Η Διεύθυνση Δασών θεωρεί το χάρτη μέσα σε τριάντα (30)
ημέρες από την ολοκλήρωση της εξέτασης όλων των αντιρρήσεων από τις
ΕΠ.Ε.Α.. Σε περίπτωση εφαρμογής της παραγράφου 4 του άρθρου 13, ο
κυρωθείς δασικός χάρτης συμπληρώνεται ή διορθώνεται από την εταιρεία
«ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.» και θεωρείται από τη Διεύθυνση Δασών μέσα σε
τριάντα (30) ημέρες από την υποβολή του σε αυτήν ή μέσα σε πενήντα (50)
ημέρες από την αρχική υποβολή του, εφόσον απαιτούνται διορθώσεις.
2. Ο δασικός χάρτης, με αποτυπωμένες τις δασικές περιοχές της
αρχικής κύρωσης και όσες συμπληρώθηκαν με πράσινο περίγραμμα και
πράσινη διαγράμμιση μετά την εξέταση των αντιρρήσεων και τη θεώρηση της
προηγούμενης παραγράφου, υποβάλλεται από τη Διεύθυνση Δασών στον
Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας και κυρώνεται, ως προς τη συμπλήρωση
ή τη διόρθωσή του, με απόφαση του τελευταίου που δημοσιεύεται στην
Εφημερίδα της Κυβερνήσεως μέσα σε δέκα πέντε (15) ημέρες από την
υποβολή του.
3. Μετά τη δημοσίευση του δασικού χάρτη στην Εφημερίδα της
Κυβερνήσεως, οι διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 17 ισχύουν και
για τα δασικά τμήματα τα οποία συμπληρώθηκαν με πράσινο περίγραμμα και
πράσινη διαγράμμιση μετά την εξέταση των αντιρρήσεων και την θεώρηση
της παραγράφου 1.
4. Κατά των πράξεων κύρωσης δασικών χαρτών επιτρέπεται η άσκηση
αιτήσεως ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας. Αίτηση
ακυρώσεως κατά του κυρωθέντος δασικού χάρτη δύναται να ασκήσει και ο
Υπουργός Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Κλιματικής Αλλαγής, για την
παράλειψη να περιληφθεί σε αυτόν ορισμένη έκταση.
Σε περίπτωση έκδοσης ακυρωτικής δικαστικής απόφασης, αν η
πλημμέλεια για την οποία έγινε δεκτή η αίτηση ακυρώσεως ανάγεται στο
στάδιο της διαδικασίας των αντιρρήσεων, η υπόθεση παραπέμπεται στην
ΕΠ.Ε.Α., εφόσον αυτή υφίσταται, άλλως στο Τεχνικό Συμβούλιο Δασών, το
οποίο επιλαμβάνεται, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 9 του ν.
998/1979, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή της με την παράγραφο 1 του
άρθρου 25 του παρόντος νόμου, μέσα σε πέντε (5) μήνες.
Άρθρο 20
Συνέπειες κύρωσης
1. Μετά την, τμηματική ή ολική, κύρωση του δασικού χάρτη, δεν
επιτρέπεται αναμόρφωσή του, εκτός αν τούτο επιβάλλεται από αμετάκλητη
δικαστική απόφαση. Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται η αναμόρφωση μόνο με την
προσθήκη νέων περιοχών που δασώθηκαν μετά την κύρωση του δασικού
χάρτη, με εφαρμογή αντιστοίχως της διαδικασίας των άρθρων 13 έως 19. Η
αναμόρφωση του δασικού χάρτη κυρώνεται με απόφαση του Γενικού
Γραμματέα της Περιφέρειας που εκδίδεται ύστερα από εισήγηση της
οικείας Διεύθυνσης Δασών.
2. Μετά από την κύρωση κάθε δασικού χάρτη η αρμόδια Διεύθυνση Δασών
προβαίνει σε κατάρτιση και τήρηση Δασολογίου για τις περιοχές των
παραγράφων 1, 2, 3, 4 και 5 του ν. 998/1979 που αποτυπώνονται σε αυτόν,
εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των διατάξεων του άρθρου 3 του ν.
3208/2003 (ΦΕΚ 303 Α’).
3. Μετά από την κύρωση του δασικού χάρτη κάθε μεταβίβαση, σύσταση,
αλλοίωση και γενικά κάθε μεταβολή των εμπραγμάτων δικαιωμάτων στις
εκτάσεις με δασικό χαρακτήρα που περιλαμβάνονται σε αυτόν είναι άκυρη
και ανίσχυρη, αν δεν συνοδεύεται από σχετικό πιστοποιητικό του οικείου
κτηματολογικού γραφείου ή, αν η έκταση δεν έχει κτηματογραφηθεί, της
αρμόδιας υπηρεσίας της Διεύθυνσης Δασών, με το οποίο βεβαιώνεται ο
χαρακτήρας της έκτασης. Για τη χορήγηση του πιστοποιητικού
καταβάλλεται ειδικό τέλος υπέρ του εκδότη του πιστοποιητικού, το ύψος
του οποίου καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 22.
4. Στις πράξεις που συντάσσουν οι συμβολαιογράφοι για τις εκτάσεις
που περιλαμβάνονται στον κυρωμένο δασικό χάρτη υποχρεούνται να
μνημονεύουν το περιεχόμενο των πιστοποιητικών της προηγουμένης
παραγράφου. Δεν επιτρέπεται η εγγραφή ή η μετεγγραφή των πράξεων αυτών
στα οικεία υποθηκοφυλακεία και κτηματολογικά γραφεία, αν δεν έχει
τηρηθεί η υποχρέωση αυτή.
Άρθρο 21
Εξουσιοδοτικές διατάξεις
1. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής καθορίζονται:
α. Οι τεχνικές προδιαγραφές, με τις οποίες προσδιορίζονται η
παραγωγή και ο τρόπος εφοδιασμού των κεντρικών και περιφερειακών
δασικών υπηρεσιών με το αεροφωτογραφικό και χαρτογραφικό υλικό, και ο
καθορισμός των κλιμάκων της παραγράφου 1 του άρθρου 13, ο τρόπος
φωτοερμηνείας και χρησιμοποίησης των φωτοερμηνευτικών στοιχείων, ο
τρόπος καθορισμού των περιμέτρων των δασικών εκτάσεων, τα παραδεκτά
όρια για τον υπολογισμό των συντεταγμένων των κορυφών τους και τον
υπολογισμό των εμβαδών τους, ο τρόπος κωδικοποίησης του
αεροφωτογραφικού και χαρτογραφικού υλικού και των δασικών χαρτών, η
διαδικασία της αναγκαίας για τον καθορισμό των περιμέτρων
ευθυγράμμισης των ορίων των δασικών εκτάσεων, τα στοιχεία της δασικής
υπηρεσίας που μπορούν να λαμβάνονται υπόψη κατά την κατάρτιση, ο
προσδιορισμός και ο τρόπος διόρθωσης των πρόδηλων σφαλμάτων και κάθε
άλλο θέμα σχετικό με την κατά το άρθρο 13 κατάρτιση και τήρηση των
δασικών χαρτών, την ανάθεση των σχετικών εργασιών σε τρίτους, την
εκτέλεση και την παραλαβή τους.
β. Θέματα σχετικά με την κατά το άρθρο 14 διαδικασία ανάρτησης και
δημοσιοποίησης των δασικών χαρτών και τον τρόπο ενημέρωσης και
πρόσκλησης των ενδιαφερομένων προς υποβολή αντιρρήσεων.
γ. Θέματα σχετικά με τη σύνταξη, υποβολή, παραλαβή και καταχώριση
των αντιρρήσεων και των συνοδευτικών τους στοιχείων, τον τρόπο
προσδιορισμού των συντεταγμένων των κορυφών των πολυγώνων στις
εκτάσεις που αμφισβητείται ο χαρακτήρας, τον τρόπο και τη διαδικασία
ψηφιοποίησης των στοιχείων των αντιρρήσεων, οι οποίες έχουν υποβληθεί
με τη διαδικασία του άρθρου 14 του ν. 998/1979 και εκκρεμούν κατά το
χρόνο ανάρτησης ενώπιον των Επιτροπών της παραγράφου 3 του άρθρου 10
του ίδιου νόμου, τον τρόπο παροχής γενικότερων οδηγιών και
διευκρινίσεων για την υποβολή αντιρρήσεων και τη διαδικασία διόρθωσης
των πρόδηλων σφαλμάτων τους, τον τρόπο τεκμηρίωσης των αντιρρήσεων
αυτών, καθώς και την ανάθεση σε τρίτους βοηθητικών εργασιών
καταχώρισης, επεξεργασίας και προετοιμασίας της εξέτασης τους από τις
ΕΠ.Ε.Α, σύμφωνα με τα άρθρα 15 έως 18.
δ. Ειδικά θέματα που αφορούν τη διαδικασία κατάρτισης, διόρθωσης
και συμπλήρωσης των δασικών χαρτών, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων
13, 17 και 19.
ε. Ο τρόπος κάλυψης των απαιτούμενων δαπανών για την κατάρτιση, την
ανάρτηση, τις διορθώσεις και τις συμπληρώσεις των δασικών χαρτών, για
τις βοηθητικές εργασίες καταχώρισης και προετοιμασίας της εξέτασης των
αντιρρήσεων και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
στ. Θέματα σχετικά με τη συγκρότηση και τη λειτουργία των ΕΠ.Ε.Α.,
τα προσόντα και τον τρόπο ορισμού των μελών τους, την εκπαίδευση και
την ενημέρωσή τους σε εξειδικευμένα θέματα της δασικής νομοθεσίας, την
οργάνωση της διαδικασίας εξέτασης των αντιρρήσεων, την επιστημονική,
τεχνική και διοικητική υποστήριξη των ΕΠ.Ε.Α. στο έργο τους και κάθε
άλλο σχετικό θέμα.
ζ. Οι τεχνικές προδιαγραφές αποτύπωσης στο δασικό χάρτη των
στοιχείων που αφορούν στα εγκεκριμένα όρια των οικισμών, τα όρια των
εγκεκριμένων πολεοδομικών μελετών και ρυμοτομικών σχεδίων, καθώς και
τα όρια των σχεδίων πολεοδομικών μελετών και σχεδίων πόλεως που έχουν
εκπονηθεί και δεν έχουν εγκριθεί για οποιονδήποτε λόγο, σύμφωνα με το
άρθρο 23.
η. Τα κριτήρια και η διαδικασία της προσωρινής διάθεσης δημοσίων
υπαλλήλων, υπαλλήλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και φορέων του
ευρύτερου δημόσιου τομέα, κατά την παράγραφο 3 του άρθρου 18, και κάθε
άλλο σχετικό θέμα.
θ. Ο τύπος και το περιεχόμενο των πιστοποιητικών και βεβαιώσεων για
το δασικό ή μη χαρακτήρα των εκτάσεων, που εκδίδονται σύμφωνα με την
παράγραφο 3 του άρθρου 20.
2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος,
Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής μπορεί να καθορίζεται η αποζημίωση των
δημοσίων υπαλλήλων και των υπαλλήλων νομικών προσώπων δημοσίου
δικαίου και φορέων του ευρύτερου δημόσιου τομέα που διατίθενται
σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση η’ της παραγράφου 1 του
παρόντος άρθρου.
Άρθρο 22
Τέλη
1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος,
Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της
Κυβερνήσεως, καθορίζεται το ύψος και ο τρόπος καταβολής, είσπραξης και
διάθεσης των τελών για την έκδοση των εγγράφων που αναφέρονται στην
παράγραφο 3 του άρθρου 20.
2. Με όμοια απόφαση καθορίζεται το ύψος και ο τρόπος καταβολής και
είσπραξης του ειδικού τέλους άσκησης των αντιρρήσεων της παραγράφου 1
του άρθρου 15, το οποίο κατατίθεται στο Πράσινο Ταμείο, σε ειδικό
Κωδικό με την ονομασία «Ταμείο Δασικών Χαρτών», και κλιμακώνεται
ανάλογα με το εμβαδόν της έκτασης της οποίας αμφισβητείται ο
χαρακτήρας. Το τέλος αυτό μπορεί να μειώνεται με βάση ειδικούς
συντελεστές, ανάλογα με τον τρόπο υποβολής των αντιρρήσεων και των
συναφών αποδεικτικών στοιχείων.
Το ανωτέρω τέλος διατίθεται εξ ολοκλήρου για την κάλυψη της δαπάνης
κύρωσης των δασικών χαρτών. Εφόσον δεν επαρκεί, επιτρέπεται να
χρησιμοποιούνται για το σκοπό αυτόν και άλλοι πόροι του Ειδικού Φορέα
Δασών, εκ των οριζομένων στο άρθρο 8 παρ. 3 του ν. 3208/2003, όπως
τροποποιείται με τον παρόντα νόμο. Μετά την ολοκλήρωση της κύρωσης των
δασικών χαρτών τυχόν διαθέσιμο υπόλοιπο του τέλους διατίθεται για τους
λοιπούς σκοπούς του Ειδικού Φορέα Δασών.
3. Τα τέλη των παραγράφων 1 και 2 μπορεί να αναπροσαρμόζονται με όμοια απόφαση των ιδίων Υπουργών.
4. Οι δαπάνες κατάρτισης, ανάρτησης, διόρθωσης, συμπλήρωσης και
κύρωσης δασικών χαρτών των οποίων οι σχετικές εργασίες έχουν ήδη
ανατεθεί, εφόσον αφορούν περιοχές οι οποίες κατά την έναρξη ισχύος του
παρόντος έχουν κηρυχθεί υπό κτηματογράφηση, μπορεί να καλύπτονται και
από το τέλος κτηματογράφησης της παραγράφου 10 του άρθρου 2 του ν.
2308/1995.
Άρθρο 23
Αποτύπωση ορίων οικισμών στους δασικούς χάρτες
1. Για τις περιοχές όπου η κατάρτιση των δασικών χαρτών έχει
ολοκληρωθεί ή βρίσκεται σε εξέλιξη, η αρμόδια Διεύθυνση Δασών ή η
εταιρεία «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.», στην περίπτωση της παραγράφου 4 του
άρθρου 13, αποστέλλει, μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από τη δημοσίευση
του παρόντος νόμου, στις αρμόδιες υπηρεσίες των οικείων πρωτοβάθμιων
και δευτεροβάθμιων Ο.Τ.Α., στη Διεύθυνση Περιβάλλοντος και Χωροταξίας
της Περιφέρειας και στις Διευθύνσεις Τοπογραφικών Εφαρμογών και
Πολεοδομικού Σχεδιασμού του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και
Κλιματικής Αλλαγής, ψηφιακά αντίγραφα των υπό κατάρτιση δασικών χαρτών.
Οι υπηρεσίες στις οποίες διαβιβάζονται τα αντίγραφα, επισημαίνουν με
πορτοκαλί χρώμα το περίγραμμα των ορίων των οικισμών, όπως τα όρια αυτά
έχουν εγκριθεί με πράξεις της Διοίκησης σύμφωνα με τις διατάξεις των
προεδρικών διαταγμάτων της 21.11-1.12.1979 (ΦΕΚ 693 Δ’), της
2.3-13.3.1981 (ΦΕΚ 138 Δ’) ή της 24.4-3.5.1985 (ΦΕΚ 181 Δ’), καθώς και
τα όρια των εγκεκριμένων πολεοδομικών μελετών και ρυμοτομικών σχεδίων,
εφόσον δεν απεικονίζονται στους χάρτες ή ελέγχουν και διορθώνουν τα
όρια που υπάρχουν σε αυτούς. Αντίστοιχα, ενημερώνουν τους χάρτες
επισημαίνοντας με κίτρινο περίγραμμα τα όρια των οικισμών που έχουν
οριοθετηθεί με άλλες διατάξεις, καθώς και τα όρια των σχεδίων
πολεοδομικών μελετών και σχεδίων πόλεως που έχουν εκπονηθεί για τις
περιοχές της αρμοδιότητάς τους και δεν έχουν εγκριθεί για οποιονδήποτε
λόγο, εφόσον τα όρια αυτά εμπίπτουν, εν όλω ή εν μέρει, στους
καταρτιζόμενους δασικούς χάρτες.
2. Αντίγραφα των διαγραμμάτων που είναι προσαρτημένα σε
εγκεκριμένες πολεοδομικές μελέτες και σχέδια πόλεως ή σε πράξεις
οριοθέτησης οικισμών σύμφωνα με τις διατάξεις των προεδρικών
διαταγμάτων της 21.111.12.1979, της 2.3-13.3.1981 ή της 24.4-3.5.1985,
καθώς και αντίγραφα των υπό κατάρτιση δασικών χαρτών, με αποτυπωμένα
τα όρια των οικισμών που έχουν εγκριθεί με άλλες διατάξεις ή τα όρια
σχεδίων πολεοδομικών μελετών και σχεδίων πόλεως που για οποιονδήποτε
λόγο δεν έχουν εγκριθεί, επιστρέφονται στη Διεύθυνση Δασών ή στην
Εταιρεία «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.», στην περίπτωση της παραγράφου 4 του
άρθρου 13, θεωρημένα από τις υπηρεσίες του πρώτου εδαφίου της
παραγράφου 1 μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την
ημερομηνία παραλαβής τους, άλλως τεκμαίρεται ότι δεν υπάρχουν τέτοια
σχέδια.
3. Οι υποχρεώσεις των υπηρεσιών και η διαδικασία που προβλέπεται
στις προηγούμενες παραγράφους, μπορεί να αναπληρώνεται με την αποστολή
και την απεικόνιση των εγκεκριμένων ορίων οικισμών, των εγκεκριμένων
πολεοδομικών μελετών και ρυμοτομικών σχεδίων, καθώς και αυτών που
έχουν εκπονηθεί αλλά δεν έχουν εγκριθεί, σε ψηφιακό αρχείο.
4. Για τις νέες μελέτες κατάρτισης δασικών χαρτών οι αρμόδιες
υπηρεσίες των οικείων πρωτοβάθμιων και δευτεροβάθμιων Ο.Τ.Α., η
Διεύθυνση Περιβάλλοντος και Χωροταξίας της Περιφέρειας και οι
Διευθύνσεις Τοπογραφικών Εφαρμογών και Πολεοδομικού Σχεδιασμού του
Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής
υποχρεούνται, εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών από την υποβολή του
σχετικού αιτήματος, να χορηγούν στην αρμόδια Διεύθυνση Δασών ή την
εταιρεία «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.», στη περίπτωση της παραγράφου 4 του
άρθρου 13, αντίγραφα, σε ψηφιακή μορφή, κάθε πράξης της Διοίκησης στην
οποία αποτυπώνονται τα όρια εγκεκριμένων πολεοδομικών μελετών,
ρυμοτομικών σχεδίων και οικισμών οριοθετημένων σύμφωνα με τις
διατάξεις των προεδρικών διαταγμάτων της 21.111.12.1979, της
2.3-13.3.1981 ή της 24.4-3.5.1985, καθώς και τα όρια σχεδίων
πολεοδομικών μελετών και σχεδίων πόλεως που έχουν εκπονηθεί αλλά δεν
έχουν εγκριθεί για οποιονδήποτε λόγο ή τα όρια οικισμών που έχουν
εγκριθεί σύμφωνα με άλλες διατάξεις, στην περιοχή αρμοδιότητάς της.
Αντίγραφα των αρχείων που περιέρχονται από τις υπηρεσίες των Ο.Τ.Α.
και των Περιφερειών αποστέλλονται και στο Υπουργείο Περιβάλλοντος,
Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής.
5. Οι προηγούμενες παράγραφοι δεν εφαρμόζονται, όταν τα στοιχεία
οριοθέτησης ή πολεοδόμησης των οικισμών συνιστούν συμβατικό
αντικείμενο των αναθέσεων μελετών για την κατάρτιση δασικών χαρτών ή
έχουν ήδη παρασχεθεί στην αρμόδια Διεύθυνση Δασών. Στις περιπτώσεις
αυτές, πριν από την ανάρτηση του καταρτισθέντος δασικού χάρτη, η
Διεύθυνση Δασών οφείλει να αποστείλει αντίγραφο στις αρμόδιες
υπηρεσίες των Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού, στη Διεύθυνση
Περιβάλλοντος και Χωροταξίας της Περιφέρειας και στις Διευθύνσεις
Τοπογραφικών Εφαρμογών και Πολεοδομικού Σχεδιασμού του Υπουργείου
Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, κατά περίπτωση, για
έλεγχο και θεώρηση των αναγραφόμενων ορίων. Οι υπηρεσίες υποχρεούνται
να επιστρέψουν το αντίγραφο του δασικού χάρτη ελεγμένο και θεωρημένο
μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία
παραλαβής του. Σε περίπτωση παρέλευσης της προθεσμίας αυτής τεκμαίρεται
ότι τα όρια οικισμών ή πολεοδομικών μελετών έχουν αποτυπωθεί σωστά.
Άρθρο 24
Οικισμοί στερούμενοι νόμιμης έγκρισης
1. Τα όρια των περιοχών που χαρακτηρίζονται στον υπό ανάρτηση δασικό χάρτη ως δασικές και συγχρόνως περιλαμβάνονται:
α. εντός οικισμών οι οποίοι δεν έχουν οριοθετηθεί σύμφωνα με τις
διατάξεις των προεδρικών διαταγμάτων της 21.11-1.12.1979, της
2.3-13.3.1981, ή της 24.43.5.1985 αλλά σύμφωνα με άλλες διατάξεις, ή
β. εντός των ορίων σχεδίων πολεοδομικών μελετών και σχεδίων πόλεως
που δεν έχουν εγκριθεί για οποιονδήποτε λόγο, επισημαίνονται με
κίτρινο περίγραμμα και κίτρινη διαγράμμιση.
Για τις περιοχές αυτές, μετά την ανάρτηση του δασικού χάρτη,
αναστέλλεται επί δύο (2) έτη, με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος,
Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της
Κυβερνήσεως, η διαδικασία υποβολής αντιρρήσεων και η έκδοση ή η
αναθεώρηση οικοδομικών αδειών. Η αναστολή μπορεί να παρατείνεται για
ένα (1) ακόμη έτος με απόφαση του ίδιου Υπουργού, εφόσον συντρέχει
σπουδαίος λόγος.
2. Με μέριμνα του οικείου πρωτοβάθμιου Ο.Τ.Α. συντάσσεται το
αργότερο εντός εννέα (9) μηνών από την τελευταία ανάρτηση του δασικού
χάρτη πλήρης έκθεση για τις περιοχές της προηγούμενης παραγράφου, όπου
καταγράφονται τεκμηριωμένα:
α. οι υφιστάμενες χρήσεις,
β. ο χρόνος μεταβολής της δασικής μορφής και
γ. αν η μεταβολή της δασικής μορφής επήλθε δυνάμει διοικητικών
πράξεων που δεν έχουν ανακληθεί ή ακυρωθεί. Ακριβή αντίγραφα των
πράξεων αυτών ενσωματώνονται σε ειδικό παράρτημα της συντασσόμενης
έκθεσης.
Κάθε αποδεικτικό, των ανωτέρω, στοιχείο υποβάλλεται από τους
ενδιαφερόμενους στον οικείο πρωτοβάθμιο Ο.Τ.Α, το αργότερο μέσα σε
τρεις (3) μήνες από την τελευταία ανάρτηση του δασικού χάρτη, κατόπιν
προσκλήσεως του Ο.Τ.Α.. Η πρόσκληση αναρτάται στο οικείο δημοτικό
κατάστημα , σε κεντρικό σημείο των τοπικών διαμερισμάτων, καθώς και
στην ιστοσελίδα του οικείου Ο.Τ.Α. και δημοσιεύεται με μέριμνα και
δαπάνη του σε μία τοπική εφημερίδα και μία εφημερίδα πανελλήνιας
κυκλοφορίας.
Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής
Αλλαγής καθορίζονται τα στοιχεία που λαμβάνονται υπόψη για την
τεκμηρίωση της αιτίας μεταβολής της δασικής μορφής, τα απαιτούμενα
δικαιολογητικά και κάθε άλλη λεπτομέρεια αναγκαία για την εφαρμογή
της παραγράφου αυτής.
3. Η έκθεση του πρωτοβάθμιου Ο.Τ.Α. που συντάσσεται κατά την
προηγούμενη παράγραφο, υποβάλλεται στα αρμόδια Δασαρχεία για τη
διατύπωση γνώμης, ως προς το χρόνο και τα αίτια της μεταβολής της
δασικής μορφής, και στη συνέχεια αποστέλλεται στη Γενική Διεύθυνση
Ανάπτυξης και Προστασίας Δασών και Φυσικού Περιβάλλοντος του
Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής. Η Γενική
Διεύθυνση, αφού διατυπώσει τη δική της γνώμη για τη μεταβολή της
δασικής μορφής, προωθεί το φάκελο στην Ειδική Γραμματεία Δασών του
Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, η οποία
τον διαβιβάζει στο Κεντρικό Συμβούλιο Χωροταξίας, Οικισμού και
Περιβάλλοντος του Υπουργείου, για να γνωμοδοτήσει αν συντρέχουν
προϋποθέσεις πολεοδόμησης. Η γνώμη κάθε υπηρεσίας παρέχεται μέσα σε
προθεσμία δύο (2) μηνών από την υποβολή της έκθεσης του Ο.Τ.Α. σε
αυτήν.
4.α. Μετά τη διατύπωση των γνωμών της προηγούμενης παραγράφου ο
Υπουργός Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής εξετάζει τα
στοιχεία του φακέλου και κάθε άλλο σχετικό στοιχείο. Εφόσον ο δασικός
χαρακτήρας της περιοχής έχει μεταβληθεί με πράξεις της Διοίκησης που
δεν έχουν ακυρωθεί ή ανακληθεί και συντρέχουν προϋποθέσεις για την
πολεοδόμησή της, ο Υπουργός εκδίδει πράξη που δημοσιεύεται στην
Εφημερίδα της Κυβερνήσεως για την περαίωση της διαδικασίας κύρωσης του
δασικού χάρτη, ως προς την περιοχή αυτή, και την έναρξη της
διαδικασίας πολεοδόμησής της. Από την πολεοδόμηση εξαιρούνται τα
τμήματα που διατηρούν το δασικό χαρακτήρα τους και παραμενουν εκτός
σχεδίου, για τα οποία η αναστολή της παραγράφου 1 αίρεται αυτοδικαίως
και εκδίδεται από τη Διεύθυνση Δασών πρόσκληση για την υποβολή
αντιρρήσεων σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 14 έως 19.
β. Η περιοχή που εξαιρείται από το δασικό χάρτη πολεοδομείται με
προεδρικό διάταγμα, ύστερα από πρόταση του Υπουργού Περιβάλλοντος,
Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, με τη διαδικασία που προβλέπει η
κείμενη νομοθεσία ή, εφόσον πρόκειται για οικισμό κάτω των 2.000
κατοίκων, εκδίδεται πράξη οριοθέτησής του σύμφωνα με τις ισχύουσες
πολεοδομικές διατάξεις. Κατά την πολεοδόμηση:
αα. τα εντός της πολεοδομούμενης περιοχής αδόμητα τμήματα, ανάλογα
με το μέγεθός τους, χαρακτηρίζονται ως άλση και πάρκα, διεπόμενα από
τις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας ή δομούνται με ειδικούς όρους και
περιορισμούς δόμησης και
ββ. καθορίζονται αυστηροί όροι και περιορισμοί δόμησης των
πολεοδομούμενων τμημάτων για την προστασία και την ανάδειξη της δασικής
βλάστησης.
γ. Η αναστολή της παραγράφου 1 αίρεται αυτοδικαίως και στην
περίπτωση που διαπιστώνεται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Ενέργειας
και Κλιματικής Αλλαγής το μη επιτρεπτό της μεταβολής του δασικού
χαρακτήρα της περιοχής, οπότε η διαδικασία κύρωσης του δασικού χάρτη
συνεχίζεται με πρόσκληση των ενδιαφερομένων από την αρμόδια Διεύθυνση
Δασών για την υποβολή αντιρρήσεων σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων
14 έως 19.
5. Από την ανάρτηση του δασικού χάρτη η έκδοση οικοδομικών αδειών
για την εκτέλεση οποιουδήποτε έργου ή την ανέγερση ή επέκταση
κατασκευής σε περιοχές που χαρακτηρίζονται από αυτόν ως δασικές,
επιτρέπεται μόνο σύμφωνα με τις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας,
ύστερα από άδεια της αρμόδιας δασικής αρχής, ακόμα και στην περίπτωση
που η περιοχή τελεί υπό διαδικασία πολεοδόμησης.
6. Μέχρι την ανάρτηση του αντίστοιχου δασικού χάρτη, η έκδοση νέων
οικοδομικών αδειών ή αδειών επέκτασης σε εκτάσεις κείμενες εκτός
σχεδίου ή εντός οικισμών που δεν έχουν οριοθετηθεί κατά τις διατάξεις
των προεδρικών διαταγμάτων της 21.11-1.12.1979, της 2.313.3.1981 ή της
24.4-3.5.1985 ή έχουν οριοθετηθεί σύμφωνα με άλλες διατάξεις ή με
αποφάσεις που ακυρώθηκαν ή κρίθηκαν ανίσχυρες με δικαστικές αποφάσεις,
επιτρέπεται μόνο αν βεβαιώνεται από το οικείο Δασαρχείο ότι ο
χαρακτήρας τους δεν είναι δασικός. Δεν απαιτείται η παραπάνω βεβαίωση
εάν πρόκειται για αναθεώρηση οικοδομικών αδειών με την οποία δεν
επέρχεται αύξηση του όγκου ή της κάλυψης της υφιστάμενης οικοδομής ή
για την έγκριση εργασιών μικρής κλίμακας. Αδειες επέμβασης που
χορηγούνται κατά τις διατάξεις των άρθρων 45 παράγραφος 1 και 58
παράγραφος 2 του ν. 998/1979 δεν εμπίπτουν στους περιορισμούς του
πρώτου εδαφίου της περίπτωσης αυτής.
Άρθρο 25
Λοιπές διατάξεις
1. Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 9 του ν. 998/1979 προστίθενται δύο εδάφια ως εξής:
«Επίσης, α) γνωμοδοτεί: αα) για θέματα κανονισμών, τεχνικών
προδιαγραφών και διαγραμμάτων όλων των συντασσομένων δασοπονικών
μελετών και μελετών δασοτεχνικών έργων και για την έγκριση γενικής
φύσεως μελετών, ββ) για θέματα διαδικασιών εκτέλεσης έργων, όπως
σχεδίων αναλύσεως τιμών, γενικών και συγγραφών υποχρεώσεων, και γγ)
για γενικότερα θέματα προγραμματισμού στη δασοπονία και την έγκριση
των ετήσιων και πολυετών προγραμμάτων αυτής, β) διατυπώνει γνώμη επί
των ερωτημάτων που υποβάλλονται από τις Επιτροπές Εξέτασης Αντιρρήσεων
(ΕΠ.Ε.Α.) για την επίλυση τεχνικών ζητημάτων μείζονος σημασίας κατά τη
διαδικασία της κύρωσης των δασικών χαρτών και γ) αποφασίζει: αα) στις
περιπτώσεις αναπομπής υποθέσεως κατόπιν εκδόσεως ακυρωτικής δικαστικής
αποφάσεως που αφορά την κύρωση δασικού χάρτη και ββ) για τον ειδικότερο
χαρακτήρα, κατά τις παραγράφους 1, 2, 3, 4 και 5 του ν. 998/1979, των
περιοχών που αποτυπώνονται σε δασικό χάρτη μέχρι την κατάρτιση και
τήρηση Δασολογίου.»
2. Η παράγραφος 3 του άρθρου 9 του ν. 998/1979 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Το Τεχνικό Συμβούλιο Δασών συγκροτείται από: α) ένα μέλος του
Ν.Σ.Κ. με βαθμό τουλάχιστον Παρέδρου που υπηρετεί στο Υπουργείο
Περιβάλλοντος, ως Πρόεδρος, με το νόμιμο αναπληρωτή του, β) τους
Προϊσταμένους των Διευθύνσεων Προστασίας Δασών, Δασικών Χαρτών,
Αισθητικών Δασών, Δρυμών και Θήρας, και Διαχείρισης Δασών, με τους
νόμιμους αναπληρωτές τους, γ) έναν Καθηγητή Α.Ε.Ι. Δασολογικού Τμήματος
της Γεωπονικής ή της Δασολογικής Σχολής και δ) έναν ειδικό επιστήμονα
δασικού ινστιτούτου του Ε.Θ.Ι.Α.Γ.Ε., με τους αναπληρωτές τους.»
3. Η παράγραφος 4 του άρθρου 14 του ν. 998/1979 αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Οι πράξεις του Δασάρχη και οι αποφάσεις των Επιτροπών που
εκδίδονται κατά τις προηγούμενες παραγράφους, με τις οποίες περιοχές ή
τμήματά τους χαρακτηρίζονται ως δάση ή δασικές εκτάσεις, λαμβάνονται
υποχρεωτικά υπόψη κατά την κατάρτιση του δασικού χάρτη και τη σύνταξη
του δασολογίου της αντίστοιχης περιοχής.»
4. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 8 του ν. 3208/2003 προστίθεται περίπτωση κα’ ως εξής:
«κα) Το ειδικό τέλος υποβολής αντιρρήσεων κατά τη διαδικασία κύρωσης των δασικών χαρτών.»
5. H περίπτωση ιγ’ της παραγράφου 5 του άρθρου 8 του ν. 3208/2003 αντικαθίσταται ως εξής:
«ιγ) Την κατάρτιση, ανάρτηση, τις διορθώσεις και συμπληρώσεις των
δασικών χαρτών, την εξέταση των αντιρρήσεων από τις Επιτροπές Εξέτασης
Αντιρρήσεων (ΕΠ.Ε.Α.) και την υποστήριξη του έργου τους, την κατάρτιση
Δασολογίου και τη χρηματοδότηση της προμήθειας του αναγκαίου
εξοπλισμού.»
6. Η ισχύς των παραγράφων 1, 4 και 5 του άρθρου 13 του ν. 3208/2003
αναστέλλεται για χρονικό διάστημα ενός έτους. Η αναστολή αφορά και
εκκρεμείς διαδικασίες σε όποιο στάδιο και αν βρίσκονται.
7. Η παράγραφος 18 του άρθρου 28 του ν. 2664/1998 (ΦΕΚ 275 Α’), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«18. α. Μετά την ανάρτηση του δασικού χάρτη οι Επιτροπές Επίλυσης
Δασικών Αμφισβητήσεων της παραγράφου 3 του άρθρου 10 του ν. 998/1979
καθίστανται αναρμόδιες για την εξέταση θεμάτων που ανάγονται στο
χαρακτηρισμό εκτάσεων που εμπίπτουν στο χάρτη αυτόν. Αιτήσεις που
έχουν υποβληθεί κατά τη διαδικασία του άρθρου 14 του ν. 998/1979 και
δεν έχουν εξετασθεί μέχρι την ανάρτηση του δασικού χάρτη, καθώς και οι
κατά την πιο πάνω διαδικασία υποθέσεις που εκκρεμούν στις Επιτροπές
της παραγράφου 3 του άρθρου 10 του ίδιου νόμου, θεωρούνται ως
αντιρρήσεις και παραπέμπονται προς εξέταση στην αρμόδια Επιτροπή
Εξέτασης Αντιρρήσεων (ΕΠ.Ε.Α.).
β. Κατά την διαδικασία κατάρτισης, θεώρησης και κύρωσης του δασικού χάρτη λαμβάνονται υποχρεωτικά υπόψη:
αα. οι τελεσίδικες ενώπιον της Διοικήσεως, κατά τη διαδικασία του
άρθρου 14 του ν. 998/1979, πράξεις χαρακτηρισμού των Δασαρχών και οι
αποφάσεις των Επιτροπών της παραγράφου 3 του άρθρου 10 του ίδιου
νόμου, και
ββ. οι πράξεις κήρυξης εκτάσεων, σαφώς οριοθετημένων, ως αναδασωτέων, κατά τις διατάξεις των άρθρων 37 επ. του ν. 998/1979.»
8. Στην παράγραφο 24 του άρθρου μόνου του π.δ. 541/1978 μετά την
εντός παρενθέσεως λέξη «εγκαταστάσεων», προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«και εκτέλεση εργασιών κατάρτισης, διόρθωσης και συμπλήρωσης των
δασικών χαρτών, καταχώρισης και προετοιμασίας εξέτασης των αντιρρήσεων
από τις Επιτροπές Εξέτασης Αντιρρήσεων (ΕΠ.Ε.Α.).».
9. Στην περίπτωση 24 της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του ν. 3316/2005
(ΦΕΚ 42 Α’) οι λέξεις «κατάρτισης δασικών χαρτών» αντικαθίστανται από
τις λέξεις «κατάρτισης, συμπλήρωσης και διόρθωσης δασικών χαρτών».
10. Η παράγραφος 1 του άρθρου 4 του ν. 3818/2010 (ΦΕΚ 17 Α’) αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Η εταιρεία «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.» θέτει σε λειτουργία, υπό την
εποπτεία του Οργανισμού Κτηματολογίου και Χαρτογραφήσεων Ελλάδος, που
συγκροτήθηκε με το ν. 1647/1986 (ΦΕΚ 141 Α’), σύστημα τηλεπισκοπικής
περιοδικής χαρτογράφησης του Νομού Αττικής και ενημερώνει κάθε δύο (2)
μήνες, και συγκεκριμένα μέσα στο πρώτο τριήμερο κάθε δεύτερου μήνα από
την έναρξη της λειτουργίας του συστήματος, την Ειδική Υπηρεσία
Κατεδαφίσεων του άρθρου 7 για κάθε νέο κτίσμα που εντοπίζεται σε γήπεδο
κείμενο εκτός σχεδίου πόλεως και εκτός ορίων οριοθετημένου οικισμού,
στις περιοχές του περιγράμματος της παραγράφου 1 του άρθρου 1,
αναφέροντας υποχρεωτικά τις γεωγραφικές συντεταγμένες του κτίσματος.
Στις περιοχές που χαρτογραφούνται περιοδικά, σύμφωνα με την παρούσα
παράγραφο, εντάσσονται και οι περιοχές της ΒΑ Αττικής οι οποίες
κηρύσσονται αναδασωτέες λόγω καταστροφής τους από πυρκαγιά κατά τη
διάρκεια του έτους 2010.»
11. Μετά την παράγραφο 2 του άρθρου 4 του ν. 3818/2010 προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής:
«3. Το σύστημα τηλεπισκοπικής χαρτογράφησης μπορεί να επεκτείνεται
και σε άλλες περιοχές της Ελληνικής Επικράτειας που πλήττονται από
πυρκαγιές με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και
Κλιματικής Αλλαγής, στην οποία καθορίζονται τα εδαφικά όρια, η χρονική
διάρκεια και η περιοδικότητα των χαρτογραφήσεων.»
12. Στο τέλος του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 9 του ν. 3818/2010 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Η κατάργηση αφορά και εκκρεμείς διαδικασίες για το χαρακτηρισμό
μιας έκτασης ως δασικής ή μη, προς το σκοπό της επίλυσης του σχετικού
ζητήματος σε όποιο στάδιο και αν βρίσκονται.»
Άρθρο 26
Καταργούμενες και μεταβατικές διατάξεις
1. Το άρθρο 27 του ν. 2664/1998 καταργείται.
Όπου στις κείμενες διατάξεις γίνεται παραπομπή στο άρθρο αυτό,
εφαρμόζονται οι αντίστοιχες διατάξεις των άρθρων 13 έως 22 του παρόντος
κεφαλαίου.
2. Καταργούνται οι διατάξεις των άρθρων 1, 2, 3, 4 και 6 του άρθρου 27Α του ν. 2664/1998.
3. Κάθε άλλη διάταξη που αντίκειται στις διατάξεις του παρόντος νόμου καταργείται, με εξαίρεση τις διατάξεις του ν. 3028/2002.
4. Μετά την 1.1.2011 όπου στο νόμο αυτόν αναφέρεται:
α. τοπικό διαμέρισμα ή κοινότητα, ή δημοτικό διαμέρισμα σύμφωνα με
το άρθρο 2 του ν. 3852/2010 (ΦΕΚ 87 Α’) νοείται τοπική ή δημοτική
κοινότητα αντιστοίχως, και
β. Περιφέρεια και Γενικός Γραμματέας Περιφέρειας, σύμφωνα με το
άρθρο 283 παρ. 3 του ν. 3852/2010 νοείται η Αποκεντρωμένη Διοίκηση,
ενώ σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ. 2 του ίδιου νόμου νοείται ο Γενικός
Γραμματέας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης αντιστοίχως.
5. Μέχρι την κατά το άρθρο 3 του ν. 3208/2003 κατάρτιση και τήρηση
Δασολογίου ο, κατά τις διατάξεις των παραγράφων 1, 2, 3, 4 και 5 του
άρθρου 3 του ν. 998/1979, ειδικότερος χαρακτηρισμός των
περιλαμβανόμενων στον κυρωμένο δασικό χάρτη περιοχών είναι επιτρεπτός
μόνο για την εξυπηρέτηση δημοσίου σκοπού εκ των αναφερομένων στα άρθρα
58 και 59 του ν. 998/1979. Αρμόδιο για το χαρακτηρισμό είναι στην
περίπτωση αυτή το Τεχνικό Συμβούλιο Δασών, το οποίο αποφαίνεται μετά
από γνώμη του οικείου Δασαρχείου και της αρμόδιας Διεύθυνσης Δασών.
6. Οι διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου καταλαμβάνουν κάθε εκκρεμή
διαδικασία κύρωσης δασικών χαρτών, ανεξαρτήτως του σταδίου στο οποίο
βρίσκεται.
7. Μέχρι την έκδοση των προεδρικών διαταγμάτων και των υπουργικών
αποφάσεων που προβλέπονται για την ρύθμιση ειδικών θεμάτων του παρόντος
κεφαλαίου, εφαρμόζονται για τα θέματα αυτά οι υφιστάμενες
κανονιστικές πράξεις, κατά το μέρος που δεν αντίκεινται στις διατάξεις
του παρόντος νόμου.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ’
ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 27
Συμβούλιο Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας – Αττικής
Το άρθρο 6 του ν. 1515/1985 (ΦΕΚ 18 Α’), το οποίο καταργήθηκε με
την παράγραφο 3 του άρθρου 62 του ν. 1622/1986 (ΦΕΚ 92 Α’), επανέρχεται
σε ισχύ ως εξής:
«Άρθρο 6
Συμβούλιο Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας – Αττικής
1. Συνιστάται στον Οργανισμό Αθήνας Συμβούλιο Ρυθμιστικού Σχεδίου
Αθήνας-Αττικής ως συμβουλευτικό όργανο για την παρακολούθηση της
πραγματοποίησης των στόχων του Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας, καθώς και
για τη σύνταξη των αναγκαίων αναθεωρήσεων και τροποποιήσεων αυτού. Το
Συμβούλιο Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας αποτελείται από:
α) Τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής ως Πρόεδρο του Συμβουλίου.
β) Τους Υπουργούς Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής
Διακυβέρνησης, Οικονομικών, Εθνικής Αμυνας, Οικονομίας,
Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και
Θρησκευμάτων, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, Υγείας και Κοινωνικής
Αλληλεγγύης, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Προστασίας του Πολίτη,
Θαλασσίων Μεταφορών, Νήσων και Αλιείας και Πολιτισμού και Τουρισμού, ως
μέλη.
Οι Υπουργοί ορίζουν με απόφασή τους τον Γενικό Γραμματέα που θα τους
αναπληρώνει στο Συμβούλιο. O Υπουργός Εθνικής Αμυνας ορίζει με απόφασή
του ανώτερο ή ανώτατο αξιωματικό που θα τον αναπληρώνει στο Συμβούλιο.
γ) Τον Πρόεδρο της Εκτελεστικής Επιτροπής του Οργανισμού Αθήνας.
δ) Τον Περιφερειάρχη Αττικής.
ε) Τον Γενικό Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής.
στ) Τον Δήμαρχο Αθηναίων και τον Δήμαρχο Πειραιά.
ζ) Τον Πρόεδρο της Τοπικής Ένωσης Δήμων και Κοινοτήτων Νομού Αττικής (ΤΕΔΚΝΑ).
η) Τους Προέδρους του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας, του
Γεωτεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας, του Οικονομικού Επιμελητηρίου
Ελλάδας, του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Ελλάδας, του
Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ), του Συνδέσμου Βιομηχανιών
Αττικής και Πειραιώς (ΣΒΑΠ) και του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου
Ελλάδος. Οι διοικήσεις των ως άνω φορέων μπορούν να ορίσουν και
αναπληρωτή του Προέδρου τους για τη συμμετοχή στο Συμβούλιο.
2. Το Συμβούλιο Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας-Αττικής συγκροτείται με
κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής
Διακυβέρνησης και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής. Η
Επιτροπή έχει νόμιμη σύνθεση ακόμα και αν δεν οριστούν ορισμένα από τα
παραπάνω μέλη, εφόσον τα μέλη αυτά δεν υποδειχθούν μέσα σε ένα μήνα από
τότε που ο αντίστοιχος φορέας έλαβε τη σχετική πρόσκληση.
3. Η θητεία των μελών του Συμβουλίου είναι τριετής. Ανάκληση του
διορισμού κατά τη διάρκεια της θητείας είναι πάντοτε δυνατή, με ανάλογη
εφαρμογή της παραγράφου 2 του άρθρου 7 του ν. 1515/1985.
4. Το Συμβούλιο συνέρχεται με τη συμμετοχή των Υπουργών τακτικά
τουλάχιστον μια φορά ετησίως, με πρόσκληση του Υπουργού Περιβάλλοντος,
Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής. Το Συμβούλιο μπορεί να συγκαλείται
εκτάκτως, με τον ίδιο τρόπο, εφόσον υπάρχουν θέματα μείζονος σημασίας
για τα οποία απαιτείται άμεση αντιμετώπιση. Σε αυτή την περίπτωση, στη
σχετική πρόσκληση ορίζεται εάν, πέραν των τακτικών μελών, είναι
αναγκαία η παρουσία των καθ’ ύλην αρμόδιων Γενικών Γραμματέων των
Υπουργείων ή των Αντιπεριφερειαρχών, ανάλογα με τα θέματα της ημερήσιας
διάταξης. Στις συνεδριάσεις του Συμβουλίου μετέχουν τα μέλη της κατά το
άρθρο 7 του ν. 1515/1985 Εκτελεστικής Επιτροπής του Οργανισμού Αθήνας.
Ο Πρόεδρος του Οργανισμού Αθήνας μπορεί να καλέσει τον Προϊστάμενο ή
και οποιοδήποτε άλλο στέλεχος του Οργανισμού να παραστεί στις
συνεδριάσεις.
5. Το Συμβούλιο Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας-Αττικής:
α. Επιδιώκει την εναρμόνιση των διαφορετικών τομεακών πολιτικών ως
προς την έκφρασή τους στο χώρο στα πλαίσια της στρατηγικής για τη
βιώσιμη ανάπτυξη, όπως αυτή προσδιορίζεται στο Ρυθμιστικό Σχέδιο Αθήνας
– Αττικής.
β. Συντονίζει, σε συνεργασία με τον Οργανισμό Αθήνας, τις επί
μέρους δράσεις των διαφόρων φορέων και τα επιτελικά προγράμματα που
αφορούν στην Περιφέρεια Αττικής και αντιμετωπίζει ζητήματα
επικαλύψεων, ασυμβατοτήτων ή και ελλείψεων.
γ. Συμβάλλει με τη διατύπωση των θέσεων και απόψεων των μελών του
στη διαδικασία αναθεώρησης ή και μερικής τροποποίησης του Ρυθμιστικού
Σχεδίου Αθήνας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο νόμο με τον οποίο αυτό
θεσμοθετείται.
δ. Παρακολουθεί την πορεία υλοποίησης του Ρυθμιστικού Σχεδίου, σε συνεργασία με τον Οργανισμό Αθήνας.
6. Για την προώθηση του έργου του το Συμβούλιο συντάσσει πορίσματα
με γνωματεύσεις ή έγγραφες παρατηρήσεις για κάθε θέμα σχετικό με τα
παραπάνω, τα οποία κοινοποιεί στο Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας
και Κλιματικής Αλλαγής και στην Εκτελεστική Επιτροπή του Οργανισμού
Αθήνας, καθώς και σε όλα τα Υπουργεία και τους φορείς που
εκπροσωπούνται σε αυτό.
7. Για την υποστήριξη του έργου του Συμβουλίου συγκροτείται με
απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής
Επιστημονική Γραμματεία αποτελούμενη από στελέχη του Οργανισμού
Αθήνας και από εκπροσώπους των υπουργείων και των φορέων που
συμμετέχουν στο Συμβούλιο, οι οποίοι ορίζονται από τα αντίστοιχα μέλη
του Συμβουλίου.
8. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής
Αλλαγής ρυθμίζονται τα θέματα που αναφέρονται στην απαρτία του
Συμβουλίου, στον τρόπο λήψης των αποφάσεων, στην αναπλήρωση, στον τρόπο
τήρησης των πρακτικών, στον τρόπο πρόσκλησης, στην ημερήσια διάταξη,
στη γραμματειακή εξυπηρέτηση του Συμβουλίου και κάθε σχετική
λεπτομέρεια.»
Άρθρο 28
Ρύθμιση θεμάτων Ειδικής Υπηρεσίας Επιθεωρητών Περιβάλλοντος και άλλες διατάξεις
1. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 7 του π.δ. 165/2003 (ΦΕΚ 137 Α’) ο αριθμός «35» αντικαθίσταται από τον αριθμό «10».
2. Για τη διευκόλυνση του έργου των περιβαλλοντικών και ενεργειακών
επιθεωρήσεων της Ειδικής Υπηρεσίας Επιθεωρητών Περιβάλλοντος και της
Ειδικής Υπηρεσίας Επιθεωρητών Ενέργειας που απαιτεί, λόγω της φύσης της
εργασίας, συνεχείς μετακινήσεις σε περιοχές της χώρας, δεν υπάρχει
περιορισμός στον αριθμό των επιτρεπόμενων εκτός έδρας ημερών ετησίως,
καθώς και των αντίστοιχων προβλεπόμενων αποζημιώσεων, που κατά
παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων δεν μπορούν να υπερβαίνουν τις εκατόν
είκοσι ημέρες ετησίως. Η αριθμ. 2/52971/0022/5.9.2007 κοινή υπουργική
απόφαση (ΦΕΚ 1781 Β’) εφαρμόζεται για όλους τους επιθεωρητές της
Ειδικής Υπηρεσίας Επιθεωρητών Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
3. Στο τέλος της παραγράφου 4 του άρθρου 6 του π.δ. 148/2009 (ΦΕΚ 190 Α’) προστίθενται νέα εδάφια ως εξής:
«Η πλήρωση των θέσεων του προσωπικού του Συντονιστικού Γραφείου
Αντιμετώπισης Περιβαλλοντικών Ζημιών (ΣΥΓΑΠΕΖ) γίνεται ύστερα από
δημόσια προκήρυξη, όπου προσδιορίζονται οι κατηγορίες των θέσεων και
εξειδικεύονται τα κατά νόμο απαιτούμενα τυπικά προσόντα, καθώς και
τυχόν πρόσθετα προσόντα, που πρέπει να συμπληρώνουν οι υποψήφιοι κάθε
κατηγορίας για την κατάληψη της θέσεως. Για την κάλυψη των αναγκών του
ΣΥΓΑΠΕΖ, μπορεί να αποσπάται προσωπικό που υπηρετεί με μόνιμη ή με
ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου σχέση με το Δημόσιο και τον ευρύτερο
δημόσιο τομέα. Η απόσπαση γίνεται μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου
με κοινή απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής
Αλλαγής και του οικείου Υπουργού, χωρίς τη γνώμη υπηρεσιακού
συμβουλίου. Η διάρκεια της απόσπασης ορίζεται για τρία έτη και μπορεί
να παρατείνεται για ίσο χρονικό διάστημα ανάλογα με τις υπηρεσιακές
ανάγκες με απόφαση του οικείου Υπουργού και του Υπουργού
Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής μετά από πρόταση του
Ειδικού Γραμματέα Επιθεώρησης Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Για τη
νομική υποστήριξη του έργου του ΣΥΓΑΠΕΖ συνιστώνται τρεις θέσεις
δικηγόρων με σχέση έμμισθης εντολής, οι οποίοι προσλαμβάνονται σύμφωνα
με τις διατάξεις του άρθρου 11 του ν. 1649/1986, όπως τροποποιήθηκε
με το άρθρο 18 του ν. 1868/1989.»
4. Η περίπτωση δ’ του άρθρου 11 του ν. 3661/2008 (ΦΕΚ 89 Α’) διαγράφεται.
5. Στο τέλος του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 5 του άρθρου 6 του ν.
3818/2010 (ΦΕΚ 17 Α’) προστίθεται η φράση «κατά παρέκκλιση των κειμένων
διατάξεων χωρίς να απαιτείται γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου».
Άρθρο 29
Θέματα Υπηρεσίας Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας
Το άρθρο 20 του ν. 3468/2006 (ΦΕΚ 129 Α’), όπως τροποποιήθηκε με το
άρθρο 11 του ν. 3851/2010 (ΦΕΚ 85 Α’) αντικαθίσταται, από τότε που
ίσχυσε, ως εξής:
«Άρθρο 20
Υπηρεσία Α.Π.Ε.
1. Στη Γενική Γραμματεία Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής του
Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής συνιστάται
Υπηρεσία Εξυπηρέτησης Επενδυτών για έργα Α.Π.Ε., στην οποία εντάσσεται
το Τμήμα Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας της Διεύθυνσης Ανανεώσιμων Πηγών
και Εξοικονόμησης Ενέργειας που μετονομάζεται σε Διεύθυνση Αποδοτικής
Χρήσης και Εξοικονόμησης Ενέργειας. Στην Υπηρεσία Α.Π.Ε. συνιστάται
θέση μετακλητού υπαλλήλου με βαθμό 2ο της κατηγορίας ειδικών θέσεων, ο
οποίος προΐσταται της υπηρεσίας και λαμβάνει τις αντίστοιχες αποδοχές.
Η κάλυψη της ανωτέρω θέσης γίνεται κατά παρέκκλιση από κάθε άλλη
σχετική διάταξη είτε με διορισμό είτε με τοποθέτηση υπαλλήλου της
Γενικής Γραμματείας Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής είτε με απόσπαση
από θέση νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου του δημόσιου τομέα που
εποπτεύεται από το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής
Αλλαγής, ύστερα από γνώμη του οργάνου διοίκησης του νομικού αυτού
προσώπου. Ο μετακλητός υπάλληλος ορίζεται με θητεία διάρκειας μέχρι
τρία έτη με δυνατότητα ισόχρονης ανανέωσης. Προσόντα για το διορισμό,
την τοποθέτηση ή την απόσπαση είναι η κατοχή πτυχίου Ανωτάτου
Εκπαιδευτικού Ιδρύματος και σημαντική εμπειρία σε έργα Α.Π.Ε.. Σε
περίπτωση κάλυψης της ανωτέρω θέσης με απόσπαση ο αποσπώμενος
συνεχίζει να λαμβάνει το σύνολο των πάσης φύσεως αποδοχών, επιδομάτων
και λοιπών αμοιβών του από τον φορέα από τον οποίο προέρχεται.
2. Η Υπηρεσία Α.Π.Ε. έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α. Ενημέρωση και πληροφόρηση των επενδυτών για το θεσμικό,
νομοθετικό, φορολογικό και χρηματοοικονομικό πλαίσιο των επενδύσεων σε
έργα Α.Π.Ε., καθώς και για τις ενέργειες που απαιτούνται για την
αδειοδότηση των έργων αυτών και την ένταξή τους σε υφιστάμενα
επενδυτικά προγράμματα ή σχεδιασμούς.
β. Παραλαβή αιτήσεων των επενδυτών, εφόσον επιθυμούν οι ενδιαφερόμενοι, με σκοπό τη διευκόλυνσή τους.
γ. Άμεση διαβίβαση του φακέλου, εφόσον επιθυμούν οι ενδιαφερόμενοι, στις αρμόδιες για τη διεκπεραίωση υπηρεσίες.
δ. Αναζήτηση από τις αρμόδιες υπηρεσίες πληροφοριών για λογαριασμό
του αιτούντος επενδυτή σχετικά με την πρόοδο οποιασδήποτε διαδικασίας
έχει κινηθεί κατόπιν αιτήσεώς του, καθώς και η μέριμνα για την
επί-σπευσή της.
ε. Διατύπωση προτάσεων και λύσεων για την αποτελεσματική
αντιμετώπιση των διοικητικών δυσχερειών και προβλημάτων τα οποία
προκύπτουν κατά την αδειοδοτική ή άλλη συναφή διαδικασία που αφορά σε
έργα Α.Π.Ε..
στ. Επεξεργασία σχεδίων γενικών οδηγιών, εγκυκλίων και αποφάσεων για τη διευκόλυνση της αδειοδότησης των έργων Α.Π.Ε..
ζ. Υποβολή ερωτήσεων προς τις λοιπές Υπηρεσίες που εμπλέκονται στην
αδειοδοτική διαδικασία έργων Α.Π.Ε. σε σχέση με την πορεία και την
εξέλιξη της αδειοδότησης των έργων. Οι ανωτέρω Υπηρεσίες οφείλουν να
αποστέλλουν αμελλητί στην Υπηρεσία Α.Π.Ε. σαφείς και πλήρεις
απαντήσεις επί των ερωτημάτων αυτών, παρέχοντας διευκρινίσεις για
τυχόν ελλείψεις του φακέλου που υπέβαλε ο επενδυτής και ακριβείς
οδηγίες για τον τρόπο συμπλήρωσής τους.
η. Όλες τις αρμοδιότητες του Τμήματος Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας.
Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής
Αλλαγής μπορεί να καθορίζεται ο τρόπος και η διαδικασία άσκησης των
αρμοδιοτήτων της Υπηρεσίας Α.Π.Ε., καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
3. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών
Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Οικονομικών
και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής καθορίζεται η
οργάνωση της Υπηρεσίας Α.Π.Ε., η διάρθρωσή της σε διευθύνσεις και
τμήματα και συνιστώνται οι αναγκαίες για τη λειτουργία της οργανικές
θέσεις μόνιμου και με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου
χρόνου προσωπικού κατά κλάδους, κατηγορίες και ειδικότητες.
4. Μέχρι να πληρωθούν οι θέσεις που συνιστώνται με το προεδρικό
διάταγμα που προβλέπεται στην παράγραφο 3, επιτρέπεται η απόσπαση
προσωπικού κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων από υπηρεσίες του
Δημοσίου, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και από φορείς του
ευρύτερου δημόσιου τομέα. Η διάρκεια της απόσπασης ορίζεται σε τρία
έτη με δυνατότητα ανανέωσης για ίσο χρονικό διάστημα.
5. Μέχρι την κάλυψη των θέσεων της Υπηρεσίας Α.Π.Ε., που συνιστώνται
σύμφωνα με το προεδρικό διάταγμα που προβλέπεται στην παράγραφο 3, η
Υπηρεσία αυτή ασκεί μόνο τις αρμοδιότητες του τμήματος Ανανεώσιμων
Πηγών Ενέργειας.
6. Η Υπηρεσία Α.Π.Ε. υποβάλλει, μέχρι την 1η Φεβρουαρίου κάθε
έτους, στον Υπουργό Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής
και τη Ρ.Α.Ε. έκθεση, στην οποία περιγράφονται και τεκμηριώνονται τα
σημαντικότερα προβλήματα που αφορούν επενδύσεις στους τομείς Α.Π.Ε.,
καθώς και προτάσεις για την επίλυσή τους.
7. Τα έργα Α.Π.Ε., τα οποία σύμφωνα με τα κριτήρια του άρθρου 9 του
ν. 3775/2009 (ΦΕΚ 122 Α’) εντάσσονται στην εκεί θεσπιζόμενη διαδικασία
ταχείας αδειοδότησης, εξακολουθούν να διέπονται από τις διατάξεις του
ανωτέρω νόμου που αφορούν τη διαδικασία αυτή.
8. Οι έχοντες την εκμετάλλευση των μονάδων Α.Π.Ε. υποχρεούνται να
υποβάλλουν στοιχεία και πληροφορίες σχετικά με τη λειτουργία τους στην
Υπηρεσία Α.Π.Ε. της Γενικής Γραμματείας Ενέργειας και Κλιματικής
Αλλαγής. Τα στοιχεία αυτά είναι εμπιστευτικά και χρησιμοποιούνται
αποκλειστικά για την παραγωγή στατιστικών στοιχείων του ενεργειακού
τομέα, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Ενεργειακής Πολιτικής, καθώς και
για το γενικότερο σχεδιασμό του Υπουργείου. Τα στατιστικά στοιχεία
που καταρτίζονται με βάση το πρωτογενές στατιστικό υλικό
δημοσιοποιούνται και παρέχονται σε τρίτους κατά τρόπο ώστε να
αποκλείεται η άμεση ή έμμεση αποκάλυψη της ταυτότητας εκείνων που
παρείχαν τις πληροφορίες ή εκείνων τους οποίους αφορά το πρωτογενές
στατιστικό υλικό.
9. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής
Αλλαγής επιβάλλεται πρόστιμο σε όσους παραβιάζουν την υποχρέωση
υποβολής των στοιχείων και των πληροφοριών της προηγούμενης
παραγράφου, το οποίο αποδίδεται στο Πράσινο Ταμείο. Το ύ-ψος του
προστίμου είναι ανάλογο της βαρύτητας και συχνότητας της παράβασης,
κυμαίνεται από πέντε χιλιάδες (5.000) έως και πενήντα χιλιάδες
(50.000) ευρώ και μπορεί να αναπροσαρμόζεται με απόφαση του πιο πάνω
Υπουργού. Με όμοια απόφαση ρυθμίζεται η διαδικασία επιβολής των
προστίμων, τα κριτήρια επιμέτρησής τους, η υποβολή και εξέταση των
ενστάσεων κατά της απόφασης επιβολής τους και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
10. Υποχρέωση υποβολής στοιχείων στην Υπηρεσία Α.Π.Ε. της Γενικής
Γραμματείας Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, σχετικών με τις Α.Π.Ε.
έχουν επίσης όλες οι υπηρεσίες και οι φορείς του Δημοσίου, στους
οποίους περιλαμβάνεται και η Ρ.Α.Ε.. Το σχετικό αίτημα υποβάλλεται από
τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής ή, με
εξουσιοδότησή του, από τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Α.Π.Ε..
11. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής
Αλλαγής καθορίζονται η διαδικασία υποβολής των ανωτέρω στοιχείων, το
περιεχόμενό τους, η περιοδικότητα υποβολής τους, καθώς και κάθε άλλο
σχετικό θέμα.»
Άρθρο 30
Λοιπές διατάξεις αρμοδιότητας Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής
1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Ενέργειας και
Κλιματικής Αλλαγής και Πολιτισμού και Τουρισμού, που εκδίδεται μετά από
πρόταση του διοικητικού συμβουλίου της ανώνυμης εταιρείας με την
επωνυμία «Ενοποίηση Αρχαιολογικών Χώρων και Αναπλάσεις Α.Ε.»
καταρτίζεται ο κανονισμός ανάθεσης και εκτέλεσης έργων, προμηθειών,
μελετών και υπηρεσιών της εταιρείας, κατά παρέκκλιση των διατάξεων της
ισχύουσας εθνικής νομοθεσίας, με την επιφύλαξη των διατάξεων της
κοινοτικής νομοθεσίας.
2. α. Οι περιπτώσεις 17 και 18 της παραγράφου ΙΙ του άρθρου 280 του ν. 3852/2010 καταργούνται.
β. Στο τέλος της παραγράφου II ΣΤ του άρθρου 186 του ν. 3852/2010 προστίθεται νέα περίπτωση 41 ως εξής:
«41. Η έγκριση πράξεων τακτοποίησης και πράξεων αναλογισμού».
γ. Στο τέλος του άρθρου 282 του ν. 3852/2010 προστίθεται νέα παράγραφος 20 ως εξής:
«20. Η αρμοδιότητα της περιπτώσεως 19 της παραγράφου ΙΙ του άρθρου
280 του ν. 3852/2010 ασκείται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Ενέργειας
και Κλιματικής Αλλαγής για τα θέματα, για τα οποία γνωμοδοτεί έως τις
31.12.2010 το Κεντρικό Συμβούλιο Χωροταξίας, Οικισμού και
Περιβάλλοντος.»
3.α. Εκκρεμείς κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του ν. 3852/2010 (ΦΕΚ
87 Α’) διαδικασίες ανάθεσης και εκπόνησης μελετών έγκρισης ή
αναθεώρησης Γενικών Πολεοδομικών Σχεδίων (ΓΠΣ) ή Σχεδίων Χωρικής και
Οικιστικής Οργάνωσης Ανοικτής Πόλης (ΣΧΟΟΑΠ), επιτρέπεται να
συνεχίζονται και εγκρίνονται με τις διατάξεις του ν. 2508/1997 (ΦΕΚ 124
Α’) στα όρια των εδαφικών περιφερειών των δήμων για τους οποίους είχαν
προκηρυχθεί οι σχετικές μελέτες, υπό την προϋπόθεση ότι η σχετική
απόφαση ανάθεσης της εκπόνησής τους θα εκδοθεί μέχρι 31.12.2010.
β. Επιτρέπεται για λόγους προστασίας του περιβάλλοντος ή για λόγους
άρτιας χωρικής, πολεοδομικής οργάνωσης και κοινωνικοοικονομικής
ανάπτυξης των νέων δήμων, ήδη εγκεκριμένα ΓΠΣ ή ΣΧΟΟΑΠ σε εδαφικά
τμήματα του νέου Δήμου που συγκροτήθηκε με το ν. 3852/2010 να
τροποποιούνται ή αναθεωρούνται κατά τις κείμενες διατάξεις χωρίς να
ισχύει στην περίπτωση αυτή ο χρονικός περιορισμός της παραγράφου 7 του
άρθρου 4 του ν. 2508/1997.
4. Στο τέλος της παραγράφου 1 της περίπτωσης ΧΧ του άρθρου 2 του από
20.2/6.3.2003 προεδρικού διατάγματος (ΦΕΚ 199 Δ’) προστίθεται εδάφιο
ως εξής:
«Στις περιοχές που βρίσκονται εντός των ορίων εγκεκριμένων ΓΠΣ,
μέχρι την έγκριση της πολεοδομικής τους μελέτης επιτρέπονται οι χρήσεις
που προβλέπονται από το ΓΠΣ σύμφωνα με τα οριζόμενα στις επόμενες
παραγράφους.»
5.α. Στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 6 του ν.
3843/2010 μετά τη φράση «οποιεσδήποτε εισφορές φορέων κοινωνικής
ασφάλισης» προστίθεται η φράση «ή οποιοιδήποτε φόροι για μεταβιβάσεις
του ακινήτου».
β. Η διάταξη της παραγράφου 6 του άρθρου 6 του ν. 3843/2010 όπως
τροποποιείται με την παραπάνω περίπτωση ισχύει αναδρομικά από την
ημερομηνία έναρξης ισχύος του ν. 3843/2010.
6. Στην περίπτωση δ’ της παραγράφου 5 του άρθρου 7 του ν. 2742/2010 η λέξη «ετήσιας» διαγράφεται.
7. α. Το τρίτο εδάφιο της περίπτωσης β’ της παραγράφου 3 του άρθρου
24 του ν. 1650/1986, όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του
άρθρου 10 του ν. 2742/1999 αντικαθίσταται ως εξής:
«Εάν για τη δημιουργία Π.Ο.Α.Π.Δ. απαιτείται η σύνταξη Στρατηγικής
Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, αυτή καταρτίζεται κατά τις κείμενες
διατάξεις και υποβάλλεται μαζί με τα υπόλοιπα δικαιολογητικά της
παραγράφου αυτής, προκειμένου να εγκριθεί με το προεδρικό διάταγμα του
επόμενου εδαφίου.»
β. Στο τέταρτο εδάφιο της περίπτωσης β’ της παραγράφου 3 του άρθρου
24 του ν. 1650/1986, όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του
άρθρου 10 του ν. 2742/1999 η φράση «με κοινή απόφαση» αντικαθίσταται
από τη φράση «με προεδρικό διάταγμα μετά από πρόταση».
γ. Στην περίπτωση γ’ της παραγράφου 3 του άρθρου 24 του ν.
1650/1986, όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 10 του
ν. 2742/1999 η φράση «Με την παραπάνω απόφαση,» αντικαθίσταται από τη
φράση «Με το παραπάνω προεδρικό διάταγμα,».
δ. Στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 24 του ν.
1650/1986, όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 10 του
ν. 2742/1999 η φράση «με την απόφαση της παραγράφου 3» αντικαθίσταται
από τη φράση «με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 3».
8. Η περίπτωση β’ της παραγράφου 3 του άρθρου 1 του ν. 3851/2010 αντικαθίσταται από τότε που ίσχυσε ως εξής:
«β) Συμμετοχή της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από Α.Π.Ε.
στην ακαθάριστη κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας σε ποσοστό τουλάχιστον
40%. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής
Αλλαγής, που εκδίδεται μέσα σε τρεις μήνες από τη δημοσίευση του
παρόντος, καθορίζεται η επιδιωκόμενη αναλογία εγκατεστημένης ισχύος
και η κατανομή της στο χρόνο μεταξύ των διαφόρων τεχνολογιών Α.Π.Ε., οι
κατηγορίες παραγωγών, η κατανομή μεταξύ αυτών, οι λόγοι αναθεώρησής
της, καθώς και οι λόγοι και η διαδικασία για τυχόν αναγκαία αναστολή
της αδειοδοτικής διαδικασίας και άρση αυτής. Ως εγκατεστημένη ισχύς
θεωρείται το σύνολο της ισχύος των σταθμών παραγωγής σε κανονική και
δοκιμαστική λειτουργία. Η απόφαση αυτή αναθεωρείται ανά διετία ή και
νωρίτερα, εάν συντρέχουν σημαντικοί λόγοι που σχετίζονται με την
επίτευξη των στόχων της Οδηγίας 2009/28/ΕΚ.»
9. Στο τέλος της παραγράφου Α.2 του άρθρου 25 του ν. 3468/2006, όπως
προστέθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 7 του ν. 3851/2010 προστίθεται
νέο εδάφιο ως εξής:
«Με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Ενέργειας
και Κλιματικής Αλλαγής μπορεί τα έσοδα από τις δημοπρατήσεις των
αδιάθετων δικαιωμάτων εκπομπών αερίων θερμοκηπίου να κατανέμονται και
να αποδίδονται ως πόροι υπέρ του Διαχειριστή του Συστήματος Μεταφορών
Ηλεκτρικής Ενέργειας (Δ.Ε.Σ.Μ.Η.Ε. Α.Ε.) και υπέρ του νομικού προσώπου
δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «Πράσινο Ταμείο». Με την ίδια απόφαση
καθορίζεται το ποσοστό των εσόδων και η διαδικασία κατανομής και
απόδοσης των πόρων αυτών στα παραπάνω νομικά πρόσωπα και κάθε σχετικό
θέμα.»
10. Στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 31 του ν. 3882/2010 (ΦΕΚ 166 Α’) η
φράση «Οι διατάξεις του άρθρου 29 παρ. 3» αντικαθίσταται από τη φράση
«Οι διατάξεις του άρθρου 29».
Άρθρο 31
Ως ημερομηνία ένταξης των εργαζομένων της εταιρείας «ΘΡΑΚΗ Α.Ε.»,
των οποίων η σύμβαση εργασίας λύθηκε ή καταγγέλθηκε από 4.9.2007 μέχρι
31.7.2009, στο «Ειδικό Πρόγραμμα επανειδίκευσης, κατάρτισης και
απόκτησης επαγγελματικής εμπειρίας», σύμφωνα με την από 18.8.2009
Προγραμματική Σύμβαση, η οποία εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση της
παραγράφου 1 του άρθρου 38 του ν. 3762/2009 (ΦΕΚ 75 Α’) «Αναδιοργάνωση
Σ.ΕΠ.Ε., ρύθμιση θεμάτων Οργανισμών Εποπτευόμενων από το Υπουργείο
Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας και άλλες διατάξεις», ορίζεται η
10.9.2009. Από την ημερομηνία αυτή αρχίζουν τα δικαιώματα (καταβολή
επιδόματος και απόδοση ασφαλιστικών εισφορών στα οικεία ασφαλιστικά
ταμεία) και οι υποχρεώσεις των συμμετεχόντων στο Ειδικό Πρόγραμμα.
Αρθρο 32
1. Οι υποχρεώσεις του Ελληνικού Δημοσίου προς την Αγροτική Τράπεζα
της Ελλάδος Α.Ε. μέχρι 31.8.2010, που προέρχονται: α) από τη διαχείριση
του Ειδικού Λογαριασμού Εγγυήσεων Γεωργικών Προϊόντων (Ε.Λ.Ε.ΓΕ.Π.) του
ΟΠΕΚΕΠΕ και αποτελούν υποχρεώσεις της Κεντρικής Κυβέρνησης και β) από
πιστωτικές διευκολύνσεις για την πληρωμή ενισχύσεων σε αγρότες,
αναλαμβάνονται από το Υπουργείο Οικονομικών.
2. Οι ανεξόφλητες υποχρεώσεις αυτών, των δανειακών συμβάσεων, που
έχουν υπογραφεί μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου εκπροσωπούμενου από τους
Υπουργούς Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και Οικονομικών και της
Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδος (Α.Τ.Ε. Α.Ε.), όπως αυτές έχουν
διαμορφωθεί στις 31.8.2010 και ανέρχονται στο συνολικό ποσό του ενός
δισεκατομμυρίου δέκα εκατομμυρίων (1.010.000.000,00) ευρώ περίπου,
αναλαμβάνονται και εξυπηρετούνται από το Υπουργείο Οικονομικών. Από
την ημερομηνία αυτή το Ελληνικό Δημόσιο αναλαμβάνει, ως πρωτοφειλέτης,
την καταβολή των τοκοχρεωλυτικών δόσεων, συμπεριλαμβανομένων και των
τόκων της τρέχουσας τοκοφόρου περιόδου, όπως αυτές προβλέπονται από τις
οικείες δανειακές συμβάσεις.
3. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται το ύψος του
ανεξόφλητου κεφαλαίου κάθε δανειακής σύμβασης, οι λοιπές υποχρεώσεις
που προκύπτουν από την εφαρμογή των όρων των συμβάσεων και οι λοιποί
όροι εξυπηρέτησης, όπως περιγράφονται στις αναλαμβανόμενες συμβάσεις.
4. Όπου στις ανωτέρω δανειακές συμβάσεις προβλέπεται προσαύξηση του
επιτοκίου με την εισφορά του ν. 128/1975, η αύξηση αυτή δεν ισχύει.
5. Το Χρέος της Κεντρικής Κυβέρνησης αυξάνεται ισόποσα με το
κεφάλαιο που θα προσδιοριστεί με την έκδοση των υπουργικών αποφάσεων.
6. Οι φάκελοι των ανωτέρω δανειακών συμβάσεων παραδίδονται από τους
αρμόδιους φορείς που τις κατέχουν, στη Διεύθυνση Δημοσίου Χρέους του
Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, η οποία αναλαμβάνει την υποχρέωση να
τις εξυπηρετεί μέχρι τη λήξη τους, με τους όρους που αναφέρονται σε
αυτές και σύμφωνα με τις ανωτέρω υπουργικές αποφάσεις. Οι Συμβάσεις
αυτές είναι οι ακόλουθες:
Α/Α | ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΣΥΝΑΨΗΣ | ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΛΗΞΗΣ | ΦΕΚ | ΑΡΧΙΚΟ ΠΟΣΟ ΣΥΜΒΑΣΗΣ | ||||
1 | 31/8/2001 | 30/6/2011 | 234Α/12-10-2001 | 191.452.362,37 | ||||
2 | 9/3/2006 | 9/3/2011 | 89Α/27-4-2006 | 112.785.829,29 | ||||
3 | 28/7/2008 | 27/7/2010 | 180Α/1-9-2008 & 77Α/20-5-2009 | 42.000.000,00 | ||||
4 | 30/7/2008 | 21/5/2016 | 161 Α/5-8-2008 | 272.469.055,97 | ||||
5 | 21/11/2008 | 22/10/2009 παρατάθηκε
μέχρι 22/10/2010 |
234Α/24-11-2008 | 170.000.000,00 | ||||
CD | 14/5/2009 | 9/11/2009
παρατάθηκε μέχρι 8/11/2010 |
84Α/1 -6-2009 & 86Α/3-6-2009 | 25.000.000,00 | ||||
7 | - 27/8/2009 | 1/7/2017 | 170Α/4-9-2009 | 95.448.446,88 | ||||
8 | 9/9/2009 | 1/7/2017 | 170Α/4-9-2009 | 293.840.123,03 | ||||
CD | 9/9/2009 | 1/7/2017 | 178Α/16-9-2009 | 121.664.845,34 | ||||
10 | 28/9/2009 | 8/2/2010 Καθυστέρηση | 5.000.000,00 | |||||
11 | 18/12/2009 | 17/6/2010 | 1.200.000.000,00 |
7. Οι ανωτέρω δανειακές συμβάσεις μπορεί να αντικατασταθούν,
κατόπιν αιτήματος της Τράπεζας που υποβάλλεται μέχρι 30.6.2011, με την
έκδοση ομολόγων, από τον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ),
με όμοιους όρους. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται η
διαδικασία έκδοσης των ομολόγων που θα αντικαταστήσουν τις ανωτέρω
δανειακές συμβάσεις και περιγράφονται οι λοιποί όροι έκδοσής τους.
8. Από της ισχύος του νόμου αυτού ενισχύονται στον προϋπολογισμό του
Υπουργείου Οικονομικών οι πιστώσεις για πληρωμή χρεολυσίων, τόκων,
τόκων υπερημερίας και παράλληλων δαπανών, με σκοπό την κάλυψη των
δαπανών εξυπηρέτησης των ανωτέρω δανειακών συμβάσεων.
Άρθρο 33
Ανάληψη από το Δημόσιο της υποχρέωσης εξυπηρέτησης των δανείων του ΕΛΓΑ που έχουν συναφθεί με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου
1. Το ανεξόφλητο κεφάλαιο και η εξυπηρέτηση των μέχρι την 30ή
Σεπτεμβρίου 2010, υπολοίπων των δανειακών συμβάσεων που έχει συνάψει ο
Οργανισμός Ελληνικών Γεωργικών Ασφαλίσεων (ΕΛ.Γ.Α.) με την εγγύηση του
Ελληνικού Δημοσίου, αναλαμβάνονται από το Ελληνικό Δημόσιο. Από την
ημερομηνία αυτή το Ελληνικό Δημόσιο αναλαμβάνει, ως πρωτοφειλέτης, την
καταβολή των τοκοχρεωλυτικών δόσεων, συμπεριλαμβανομένων και των τόκων
της τρέχουσας τοκοφόρου περιόδου, όπως αυτές προβλέπονται από τις
οικείες δανειακές συμβάσεις και διαδέχεται τον ΕΛΓΑ σε όλες τις
υποχρεώσεις και τα δικαιώματα που προβλέπονται από αυτές. Από την
ίδια ως άνω ημερομηνία, τα πιστωτικά ιδρύματα που έχουν κατά του ΕΛΓΑ
ανεξόφλητες δανειακές απαιτήσεις τις διαγράφουν και τις μετατρέπουν σε
απαιτήσεις κατά του Ελληνικού Δημοσίου.
2. Οι ανεξόφλητες υποχρεώσεις αυτών των δανειακών συμβάσεων που
έχουν υπογραφεί μεταξύ του Οργανισμού Ελληνικών Γεωργικών Ασφαλίσεων
(ΕΛ.Γ.Α.) και των τραπεζών Αγροτικής, Εθνικής και Πειραιώς με την
εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, όπως αυτές έχουν διαμορφωθεί στις
30.9.2010 και ανέρχονται στο συνολικό ποσό των τριών δισεκατομμυρίων
δώδεκα εκατομμυρίων (3.012.000.000,00) ευρώ περίπου, αναλαμβάνονται
και εξυπηρετούνται από το Υπουργείο Οικονομικών.
3. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται το ύψος του
ανεξόφλητου κεφαλαίου κάθε δανειακής σύμβασης, οι λοιπές υποχρεώσεις
που προκύπτουν από την εφαρμογή των όρων των συμβάσεων και οι λοιποί
όροι εξυπηρέτησης, όπως περιγράφονται στις αναλαμβανόμενες συμβάσεις.
4. Όπου στις ανωτέρω δανειακές συμβάσεις προβλέπεται προσαύξηση του
επιτοκίου με την εισφορά του ν. 128/1975, η προσαύξηση αυτή δεν ισχύει.
5. Το χρέος της Κεντρικής Κυβέρνησης αυξάνεται ισόποσα με το
κεφάλαιο που θα προσδιοριστεί με την έκδοση των υπουργικών αποφάσεων.
6. Οι φάκελοι των ανωτέρω δανειακών συμβάσεων παραδίδονται από τους
αρμόδιους φορείς που τις κατέχουν στη Διεύθυνση Δημοσίου Χρέους του
Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, η οποία αναλαμβάνει την υποχρέωση να
τις εξυπηρετεί μέχρι τη λήξη τους με τους όρους που αναφέρονται σε
αυτές και σύμφωνα με τις ανωτέρω υπουργικές αποφάσεις. Οι Συμβάσεις
αυτές περιγράφονται στον κατωτέρω πίνακα:
7. Οι ανωτέρω δανειακές συμβάσεις μπορεί, κατόπιν αιτήματος που
υποβάλλεται από το οικείο πιστωτικό ίδρυμα μέχρι 30.6.2011, να
αντικατασταθούν με την έκδοση ομολόγων, από τον Οργανισμό Διαχείρισης
Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ), με όμοιους όρους. Με απόφαση του Υπουργού
Οικονομικών καθορίζεται η διαδικασία έκδοσης των ομολόγων που θα
αντικαταστήσουν τις ανωτέρω δανειακές συμβάσεις και περιγράφονται οι
λοιποί όροι έκδοσής τους.
8. Από της ισχύος του νόμου αυτού ενισχύονται στον προϋπολογισμό του
Υπουργείου Οικονομικών οι πιστώσεις για πληρωμή χρεολυσίων, τόκων,
τόκων υπερημερίας και παράλληλων δαπανών, με σκοπό την κάλυψη των
δαπανών εξυπηρέτησης των ανωτέρω δανειακών συμβάσεων.
9. Έσοδα του ΕΛΓΑ προηγούμενων οικονομικών ετών, που προέρχονται από
την εισφορά του άρθρου 5α του ν. 1790/1988, όπως ίσχυε κάθε φορά, που
δεν έχουν εισπραχθεί από τις αρμόδιες για το σκοπό αυτόν υπηρεσίες
του Δημοσίου και δεν έχουν αποδοθεί στον ΕΛΓΑ αποτελούν έσοδο του
Δημοσίου.
10. Το ποσό της εισφοράς του έτους 2010 αποδίδεται στον ΕΛΓΑ μέχρι
την 30ή Απριλίου 2011, ημερομηνία κατά την οποία θα έχει ολοκληρωθεί η
εκκαθάριση των εισπραχθέντων από το Δημόσιο εσόδων από την εισφορά του
άρθρου 5α του ν. 1790/1988 όπως ισχύει σήμερα. Τυχόν πρόσθετα έσοδα
από την εισφορά έτους 2010 που εισπράττονται μετά την ημερομηνία αυτή
αποτελούν έσοδο του Δημοσίου.
Άρθρο 34
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα
της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά σε επί μέρους διατάξεις
του.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεση του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 14 Οκτωβρίου 2010