Παρασκευή 15 Οκτωβρίου 2010

Νόμος 3889/14.10.2010 Χρηματοδότηση Περιβαλλοντικών Παρεμβάσεων, Πρά­σινο Ταμείο, Κύρωση Δασικών Χαρτών και άλλες διατάξεις.


Ο Νόμος 3889/14.10.2010,  έρχεται να βάλει τις βάσεις για την προστασία του δασικού πλούτου της Ελλάδας και για τη διαφάνεια στις χρηματοδοτήσεις των περιβαλλοντικών παρεμβάσεων.
 

Το Πράσινο Ταμείο έρχεται να πάρει τη θέση του Ειδικού Ταμείου Εφαρμογής Ρυθμιστικών και Πολεοδομικών Σχεδίων (ΕΤΕΡΠΣ) με την προσθήκη του Ειδικού Φορέα Δασών και του Γαλάζιου Ταμείου. Με την ενοποίηση των παραπάνω ταμείων επιτυγχάνονται τα εξής:
  • Καταγράφονται, ταξινομούνται και συστηματοποιούνται τα έσοδα που προβλέπονται από περιβαλλοντικές και άλλες παραβάσεις, δημιουργώντας ένα ενιαίο πλαίσιο για τους "Πράσινους Πόρους". Μέχρι σήμερα υπήρχαν διάσπαρτες προβλέψεις για επιβολή τελών και προστίμων, η εφαρμογή των οποίων ούτε ελεγχόταν ούτε διασφαλιζόταν. 
  • Ενοποιούνται διαχειριστικά, οικονομοτεχνικά και λειτουργικά οι πόροι από διάφορους κωδικούς εσόδων, όπως το πρώην Πράσινο Ταμείο (περιβαλλοντικές παραβάσεις), το Γαλάζιο Ταμείο (παραβάσεις στην θάλασσα), το ταμείο περιβαλλοντικού ισοζυγίου (έσοδα ημιυπαιθρίων και αυθαίρετων υπερβάσεων δόμησης), το τέλος βενζίνης, τα τέλη από τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, τον ειδικό φορέα δασών, κ.λπ. 
  • Με την ουσιαστική επανίδρυσή του, εκσυγχρονίζεται το ΕΤΕΡΠΣ, με κύριο σκοπό την παρακολούθηση της είσπραξης, τον έλεγχο και την εξασφάλιση της απόδοσης των Πράσινων Πόρων. Σημειώνεται ότι μέχρι σήμερα κανείς δεν γνωρίζει πόσοι είναι, πού και πώς διατίθενται τα χρήματα από την είσπραξη προστίμων, με ποιον τρόπο αποδίδονται και πώς παρακολουθείται η αξιοποίησή τους. 
  • Εξασφαλίζεται η διαφάνεια και η αξιοκρατική διαχείριση των Πράσινων Πόρων, με κριτήρια ένταξης και αρχές επιλογής των χρηματοδοτικών προγραμμάτων και των δικαιούχων - φορέων υλοποίησης. 
  • Προωθείται και ενισχύεται η ανάπτυξη, μέσω της προστασίας του περιβάλλοντος με προγράμματα, δράσεις και ενέργειες αποκατάστασης. 
  • Αξιοποιούνται οι "Πράσινοι Πόροι" μέσω προγραμμάτων για τη χρηματοδότηση δράσεων προστασίας, αναβάθμισης και αποκατάστασης του περιβάλλοντος που υλοποιούν τρίτοι (φορείς υλοποίησης). Η αξιοποίηση των πόρων μπορεί να έχει τη μορφή επιχορηγήσεων, δανείων, κεφαλαιακής συμμετοχής ή άλλης ισοδύναμης μορφής κεφαλαιακής ενίσχυσης. Οι δράσεις αυτές επιτρέπεται ταυτόχρονα να συγχρηματοδοτούνται ή να ενισχύονται και από άλλες δημόσιες ή ευρωπαϊκές πηγές ή και ιδιωτικούς πόρους, που δανειοδοτούνται από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων ή άλλους φορείς.
  • Επιδιώκεται, τέλος, η εξεύρεση συμπληρωματικών πηγών χρηματοδότησης από δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς και η διενέργεια κάθε πράξης που είναι απαραίτητη για την εξασφάλιση χρηματικών πόρων από οποιαδήποτε πηγή, όπως αποδοχή των δωρεών, επιχορηγήσεων και εισφορών τρίτων.
Η απλούστευση και επιτάχυνση των διαδικασιών κατάρτισης έως και την κύρωση των Δασικών Χαρτών αποτελούν τον κύριο στόχο του σχετικού κεφαλαίου του νομοσχεδίου, που προετοίμασε το ΥΠΕΚΑ. Συγκεκριμένα:
  • Προβλέπεται διαδικασία ηλεκτρονικής ανάρτησης και παρέχεται η δυνατότητα υποβολής αντιρρήσεων ηλεκτρονικά για το χαρακτήρα μιας έκτασης, αντικαθιστώντας την ισχύουσα διαδικασία που προέβλεπε τη χορήγηση αντιγράφου, προκειμένου να μπορέσει κάποιος να υποβάλλει αντιρρήσεις μόνο ενώπιον της Αρχής. Με αυτόν τον τρόπο ο πολίτης δεν χρειάζεται να μεταβεί στις υπηρεσίες και εξοικονομείται χρόνος στο προσωπικό των δασαρχείων να προχωρήσουν το έργο του ελέγχου των δασικών χαρτών.
  • Προβλέπεται η δυνατότητα προσωρινής διάθεσης δημοσίων υπαλλήλων από όλες τις δημόσιες υπηρεσίες και όχι μόνο από υπηρεσίες της Περιφέρειας, για να ξεπεραστεί η έλλειψη προσωπικού των περιφερειακών δασικών υπηρεσιών στην ολοκλήρωση της διαδικασίας ανάρτησης και κύρωσης δασικού χάρτη απαιτείται η ενεργοποίηση μεγάλου ανθρώπινου δυναμικού. 
  • Οι Επιτροπές Εξέτασης Αντιρρήσεων πλέον θα αποτελούνται από έναν δασολόγο, έναν τοπογράφο μηχανικό και έναν δικηγόρο.
  • Προχωρά άμεσα η διαδικασία κύρωσης για όσες εκτάσεις δεν υποβληθούν αντιρρήσεις και εμφανίζονται ως δασικές στους χάρτες. Με την ολοκλήρωση της διαδικασίας εξέτασης των ενστάσεων συμπληρώνονται οι δασικοί χάρτες που έχουν αρχικά κυρωθεί με τις περιοχές των οποίων επιβεβαιώθηκε ο δασικός χαρακτήρας με την ενδικοφανή διαδικασία. 
  • Προβλέπεται η θέσπιση διαδικασιών για την ψηφιοποίηση των σχεδίων και χαρτών. Η ψηφιοποίηση καθίσταται απαραίτητη όχι μόνο για την επίσπευση και την καλύτερη διεκπεραίωση της ανάρτησης και κύρωσης δασικών χαρτών, αλλά επειδή θα είναι επιβοηθητική στο έργο άλλων υπηρεσιών (πολεοδομίες, ΔΟΥ, υπηρεσίες κτηματογράφησης κ.λπ.). Αυτό θα συμβάλλει στη δημιουργία δεδομένων απαραίτητων για την εφαρμογή της Οδηγίας INSPIRE
  • Πολλοί οικισμοί προ-υφιστάμενοι του 1923 -αλλά και μεταγενέστεροι- στερούνται οριοθέτησης ή έχουν οριοθετηθεί με αποφάσεις οι οποίες έχουν κριθεί ανίσχυρες. Η έλλειψη οριοθέτησης ή μη τυπικά σύννομη οριοθέτησης έχει αποτελέσει σε ορισμένες περιπτώσεις έρεισμα για τη μεταβολή της χρήσης εκτάσεων με δασική μορφή. Επειδή τμήματα εντός των φερομένων ορίων των οικισμών αυτών συμπίπτουν με εκτάσεις που περιλαμβάνονται στους δασικούς χάρτες, το νομοσχέδιο προβλέπει μια ειδική διαδικασία ελέγχου της επελθούσας αλλαγής χρήσης.
  • Με την προτεινόμενη διαδικασία παρέχεται η δυνατότητα πολεοδόμησης για τα τμήματα των οικισμών που δημιουργήθηκαν με πράξεις της διοίκησης που δεν έχουν ακυρωθεί ή ανακληθεί και εφόσον συντρέχουν οι σχετικές προϋποθέσεις της πολεοδομικής νομοθεσίας. Εξαιρούνται όμως οι εκτάσεις που διατηρούν σήμερα το δασικό τους χαρακτήρα, ακόμη και αν πρόκειται για μικρούς θύλακες εντός των οικισμών.
  • Προκειμένου να μην καταστραφούν και άλλες δασικές περιοχές μέχρι την ολοκλήρωση της ειδικής αυτής διαδικασίας θεσπίζεται η αναστολή των οικοδομικών εργασιών για όσα τμήματα εμφανίζονται σε προσωρινό δασικό χάρτη ως δάση ή δασικές εκτάσεις. Από την ψήφιση του νόμου και μέχρι την ανάρτηση του προσωρινού δασικού χάρτη, η έκδοση οικοδομικών αδειών θα επιτρέπεται, αφού προηγουμένως χορηγείται βεβαίωση του οικείου δασαρχείου για το δασικό ή μη χαρακτήρα της έκτασης.



ΝΟΜΟΣ 3889 ΦΕΚ 182/Α/ 14.10.2010



Χρηματοδότηση Περιβαλλοντικών Παρεμβάσεων, Πρά­σινο Ταμείο, Κύρωση Δασικών Χαρτών και άλλες διατάξεις.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’

ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΩΝ

Άρθρο 1

Σκοπός

Σκοπός του παρόντος είναι η καθιέρωση ενός ολο­κληρωμένου και ειδικού συστήματος χρηματοδότησης περιβαλλοντικών παρεμβάσεων, με στόχο την ενίσχυση της ανάπτυξης μέσω της προστασίας του περιβάλλο­ντος και την αποτελεσματική και διαφανή διαχείριση των πόρων για την αναβάθμιση και αποκατάσταση του περιβάλλοντος και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Το σύστημα χρηματοδότησης περιλαμβάνει τη θεσμοθέτηση της Στρατηγικής Επιτροπής Περιβαλλοντι­κής Πολιτικής, τη διασφάλιση, εξειδίκευση, ταξινόμηση και συστηματοποίηση των πόρων που διατίθενται για την προστασία, αναβάθμιση και αποκατάσταση του πε­ριβάλλοντος και την αναδιάρθρωση και οργάνωση του φορέα διαχείρισης των πόρων αυτών, ο οποίος είναι το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με των επωνυμία «Πράσινο Ταμείο».

Άρθρο 2

Στρατηγική Επιτροπή Περιβαλλοντικής Πολιτικής

1. Συνιστάται ως συμβουλευτικό όργανο στο Υπουρ­γείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής η Στρατηγική Επιτροπή Περιβαλλοντικής Πολιτικής, η οποία υπάγεται απευθείας στον Υπουργό Περιβάλλο­ντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής.
2. Η Στρατηγική Επιτροπή Περιβαλλοντικής Πολιτικής είναι αρμόδια να εισηγείται στον Υπουργό Περιβάλλο­ντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής μέτρα, δράσεις και προγράμματα εθνικού ή τοπικού χαρακτήρα με σκοπό την προστασία, αναβάθμιση και αποκατάσταση του πε­ριβάλλοντος και να αξιολογεί την αποτελεσματικότητα των μέτρων, δράσεων και προγραμμάτων, που διαχει­ρίζονται οι υπηρεσίες του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής ή οι υπηρεσίες άλλων Υπουργείων και οι εποπτευόμενοι φορείς, ως προς τη συμβολή τους στην επίτευξη των στόχων προστασίας, ανάδειξης και αποκατάστασης του περιβάλλοντος. Για το σκοπό αυτόν η Στρατηγική Επιτροπή Περιβαλλοντι­κής Πολιτικής αποτυπώνει και συνθέτει τις διαφορετικές στρατηγικές επιλογές επί μέρους οργάνων ή φορέων της διοίκησης, αξιολογεί τις διαδικασίες και τους τρόπους διάθεσης και αξιοποίησης των πόρων από το Πράσινο Ταμείο που προβλέπεται στο άρθρο 4, για την εφαρμογή της περιβαλλοντικής πολιτικής και εισηγείται σχετικά στον Υπουργό Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής. Η Επιτροπή αποτελείται από τους εξής:
α. Τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιμα­τικής Αλλαγής, ως Πρόεδρο.
β. Τους Γενικούς και Ειδικούς Γραμματείς του Υπουρ­γείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλα­γής, ως μέλη.
γ. Τον Γενικό Γραμματέα Ασφάλειας Ναυσιπλοΐας του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, τον Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και τον Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού αρμόδιο για θέματα πολιτι­στικής κληρονομιάς, ως μέλη.
δ. Έναν (1) εκπρόσωπο της Κεντρικής Ένωσης Δήμων και Κοινοτήτων Ελλάδας (Κ.Ε.Δ.Κ.Ε.), του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (Σ.Ε.Β.), της Γενικής Συ­νομοσπονδίας Εργατών Ελλάδας (Γ.Σ.Ε.Ε.), της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών, Βιοτεχνών, Εμπόρων Ελλάδας (Γ.Σ.Ε.Β.Ε.Ε.), της Ένωσης Εμπορικών Συλλό­γων Ελλάδας (Ε.Ε.Σ.Ε.), της Πανελλήνιας Συνομοσπονδίας Ενώσεων Γεωργικών Συνεταιρισμών (ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ.), της Πανελλήνιας Ένωσης Δασολόγων Δημοσίων Υπαλ­λήλων (Π.Ε.Δ.Δ.Υ.), του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλά­δας, του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδας, του Γεω­τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας, του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Ελλάδας και του Ξενοδο­χειακού Επιμελητηρίου Ελλάδας, ως μέλη.
ε. Έναν (1) εκπρόσωπο μη κυβερνητικής οργάνωσης ε­θνικής εμβέλειας, η οποία επιλέγεται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής με βάση το κριτήριο της αντιπροσωπευτικότητας, ως μέλος.
στ. Τρεις (3) προσωπικότητες αναγνωρισμένου κύρους σε θέματα περιβάλλοντος, ως μέλη, τα οποία ορίζονται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιμα­τικής Αλλαγής.
3. Η Επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του Υπουρ­γού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσε­ως. Με την ίδια απόφαση ορίζονται και οι αναπληρωτές των μελών της Επιτροπής. Η θητεία των μελών της Επι­τροπής είναι τριετής.
4. Η Στρατηγική Επιτροπή Περιβαλλοντικής Πολιτικής συνέρχεται τακτικά μια φορά το τετράμηνο και εκτάκτως όταν το κρίνει ο Πρόεδρός της. Για την εκπλήρωση της αποστολής της η Επιτροπή ζητά στοιχεία και πληροφο­ρίες από όλους τους αρμόδιους φορείς, οι οποίοι οφεί­λουν να τις παρέχουν εγκαίρως. Το Πράσινο Ταμείο που προβλέπεται στο άρθρο 4 παρέχει γραμματειακή, τεχνι­κή και λοιπή εξυπηρέτηση στη Στρατηγική Επιτροπή Πε­ριβαλλοντικής Πολιτικής και αναλαμβάνει τις δαπάνες λειτουργίας της.

Άρθρο 3

Πράσινοι Πόροι

1. Με τον όρο «Πράσινοι Πόροι» νοείται το σύνολο των εσόδων και πόρων που ενδεικτικώς αναφέρονται παρακάτω:
α) Οι πόροι υπέρ του Ειδικού Ταμείου Εφαρμογής Ρυθμιστικών και Πολεοδομικών Σχεδίων (Ε.Τ.Ε.Ρ.Π.Σ.) που προβλέπονται στους νόμους 743/1977 (ΦΕΚ 319 Α’), 1650/ 1986 (ΦΕΚ 160 Α’), 2052/1992 (ΦΕΚ 94 Α’), 2242/1994 (ΦΕΚ 162 Α’), 3468/2006 (ΦΕΚ 129 Α’), κα­θώς και στο ν. 3851/2010 (ΦΕΚ 85 Α’).
β) Οι πόροι του «Ειδικού Φορέα Δασών» (Φορέας 120) που προβλέπεται στο άρθρο 8 του ν. 3208/2003 (ΦΕΚ 303 Α’), όπως τροποποιείται με το άρθρο 25 του παρό­ντος νόμου.
γ) Οι πόροι του ειδικού κωδικού «Ταμείο Περιβαλλοντι­κού Ισοζυγίου» που προβλέπεται στα άρθρα 6 και 7 του ν. 3843/2010 (ΦΕΚ 62 Α’).
δ) Οι πόροι από τις εισφορές των διανομέων ενέργει­ας, των διαχειριστών δικτύων διανομής και των επιχειρή­σεων λιανικής πώλησης ενέργειας, σύμφωνα με τα ορι­ζόμενα στην παρ. 5 του άρθρου 9 του ν. 3855/2010 (ΦΕΚ 95 Α’).
ε) Κάθε άλλο τέλος, φόρος, δασμός, εισφορά, έσοδα ή πόροι που έχουν θεσμοθετηθεί εν όλω ή εν μέρει υπέρ του Ειδικού Ταμείου Εφαρμογής Ρυθμιστικών και Πολεο­δομικών Σχεδίων, που δεν ορίζονται ρητά στο άρθρο αυ­τό και προβλέπονται στην κείμενη νομοθεσία, όπως: αα. οι πόροι και τα έσοδα από την επιβολή προστίμων για την ανέγερση και διατήρηση αυθαιρέτων ή την αυθαίρε­τη αλλαγή χρήσης κτιρίων, την επιβολή διοικητικών ποι­νών προστίμων και κυρώσεων για περιβαλλοντικές πα­ραβάσεις, την επιβολή προστίμων για λοιπές περιβαλλο­ντικές παραβάσεις, ββ. τα έσοδα από την εκμετάλλευση ή εκμίσθωση ειδικών έργων, σταθμών αυτοκινήτων, γγ. τα έσοδα από την είσπραξη αποζημιώσεων ρυμοτομικού χαρακτήρα κατά τις οικείες σχετικές διατάξεις και δδ. κάθε άλλος πόρος που έχει θεσμοθετηθεί υπέρ του Ειδι­κού Ταμείου Εφαρμογής Ρυθμιστικών και Πολεοδομικών Σχεδίων από τις ισχύουσες διατάξεις για τη χρηματοδό­τηση δράσεων αποκατάστασης, αναβάθμισης και προ­στασίας του περιβάλλοντος.
στ) Κάθε φύσεως εισφορές, δωρεές, χορηγίες, κληρο­νομιές, κληροδοσίες.
2. Η αρμοδιότητα για τη διοίκηση, διαχείριση και αξιο­ποίηση των παραπάνω πόρων ανήκει αποκλειστικά στο νομικό πρόσωπο που ορίζεται στο άρθρο 4. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής καθορίζονται η διαδικασία και ο τρόπος κατα­γραφής των Πράσινων Πόρων, συστηματοποίησης και ταξινόμησής τους ανάλογα με το σκοπό ή τους σκοπούς για τους οποίους έχουν προβλεφθεί, ο προγραμματικός και λογιστικός διαχωρισμός τους σύμφωνα με τα ειδικό­τερα οριζόμενα στις οικείες σχετικές διατάξεις και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
3. Με την επιφύλαξη των οριζομένων στην παράγραφο 2 του άρθρου 8, οι ειδικότεροι σκοποί για τους οποίους διατίθενται οι Πράσινοι Πόροι ορίζονται στις οικείες σχε­τικές διατάξεις με τις οποίες οι πόροι αυτοί έχουν κατά περίπτωση επιβληθεί ή θεσμοθετηθεί. Δεν επιτρέπεται καθ’ οιονδήποτε τρόπο η μεταβολή των σκοπών διάθε­σης των πόρων, η ανακατανομή των πόρων αυτών ή η μεταφορά, ανακατανομή, διακίνηση ή άλλη μεταβολή των χρηματικών ποσών μεταξύ των λογαριασμών που τηρούνται στο Ταμείο, με σκοπό ο κάθε λογαριασμός να διατηρεί επάρκεια και αυτοτέλεια για την εξυπηρέτηση αποκλειστικά και μόνο των ειδικών σκοπών για τους ο­ποίους και έχει συσταθεί αντιστοίχως.

Άρθρο 4

Πράσινο Ταμείο

1. Το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με την επωνυ­μία «Ειδικό Ταμείο Εφαρμογής Ρυθμιστικών και Πολεο­δομικών Σχεδίων», το οποίο ιδρύθηκε με το άρθρο 19 του ν.δ. 1262/1972 (ΦΕΚ 194 Α’), μετονομάζεται σε «Πράσινο Ταμείο». Η επωνυμία αυτή, για τις σχέσεις με το εξωτερικό, μεταφράζεται ως «Green Fund». Από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, όπου στις κείμενες δια­τάξεις αναφέρεται το Ειδικό Ταμείο Εφαρμογής Ρυθμι­στικών και Πολεοδομικών Σχεδίων νοείται το «Πράσινο Ταμείο».
2. Οι αρμοδιότητες που προβλέπονται στο άρθρο 19 του ν.δ. 1262/1972 εξακολουθούν να ισχύουν και ασκού­νται από το Διοικητικό Συμβούλιο του Πράσινου Ταμεί­ου που προβλέπεται στο άρθρο 7.
3. Το Πράσινο Ταμείο απολαύει όλων των διοικητικών, οικονομικών και δικαστικών ατελειών, καθώς και όλων των δικονομικών προνομίων του Δημοσίου. Επίσης, το Ταμείο απαλλάσσεται από κάθε δημόσιο, δημοτικό, λιμε­νικό ή δικαστικό τέλος ή άλλο φόρο, άμεσο ή έμμεσο, ει­σφορά υπέρ τρίτου, δικαίωμα και κράτηση και συμπαρο­μαρτούντες φόρους και τέλη εκτός από το φόρο προστι­θέμενης αξίας και τους φόρους για τα έσοδα που προέρ­χονται από τόκους καταθέσεων και ομολογιακά δάνεια ή έντοκα γραμμάτια του Ελληνικού Δημοσίου, για τα οποία έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 12 του ν. 2238/ 1994 (ΦΕΚ 151 Α’).

Άρθρο 5

Σκοπός – Αρμοδιότητες

1. Σκοπός του Πράσινου Ταμείου είναι η ενίσχυση της ανάπτυξης μέσω της προστασίας του περιβάλλοντος με τη διαχειριστική, οικονομική, τεχνική και χρηματοπιστω­τική υποστήριξη προγραμμάτων, μέτρων, παρεμβάσεων και ενεργειών που αποβλέπουν στην ανάδειξη και απο­κατάσταση του περιβάλλοντος και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, η στήριξη της περιβαλλοντικής πο­λιτικής της Χώρας και η εξυπηρέτηση του δημόσιου και κοινωνικού συμφέροντος μέσω της διοίκησης, διαχείρι­σης και αξιοποίησης των πόρων που προβλέπονται στα άρθρα 3 και 8.
2. Στις αρμοδιότητες του Πράσινου Ταμείου ανήκουν ιδίως:
α. Η παρακολούθηση της είσπραξης, ο έλεγχος και η διασφάλιση της απόδοσης των Πράσινων Πόρων, σύμ­φωνα με τις οικείες σχετικές διατάξεις.
β. Η διαμόρφωση προγραμμάτων για τη χρηματοδότη­ση μέτρων και δράσεων προστασίας, αναβάθμισης και α­ποκατάστασης του περιβάλλοντος μέσα στο πλαίσιο της περιβαλλοντικής και ενεργειακής πολιτικής.
γ. Η αξιολόγηση και επιλογή των προτάσεων και των προς χρηματοδότηση προγραμμάτων, η παρακολούθηση και η διασφάλιση της υλοποίησής τους.
δ. Η επεξεργασία, κατάρτιση και εισήγηση προς τον Υ­πουργό Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλα­γής των γενικών κριτηρίων ένταξης και επιλογής προ­γραμμάτων.
ε. Η εισήγηση των μέτρων, δράσεων και προγραμμά­των στον Υπουργό Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιμα­τικής Αλλαγής.
στ. Η διενέργεια των απαραίτητων διαδικασιών για την επιλογή των επί μέρους φορέων υλοποίησης των παρα­πάνω δράσεων και η συμφωνία με αυτούς για τους ό­ρους και τις προϋποθέσεις χρηματοδότησης των δράσε­ων αυτών από τους Πράσινους Πόρους.
ζ. Η παρακολούθηση υλοποίησης των παραπάνω συμ­φωνιών από τους φορείς υλοποίησης και της χρηματοδότησής τους από τους Πράσινους Πόρους, η σχετική ε­νημέρωση της Στρατηγικής Επιτροπής Περιβαλλοντικής Πολιτικής και του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής.
η. Η διαμόρφωση προτάσεων και η εισήγηση στον Υ­πουργό Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλα­γής και στη Στρατηγική Επιτροπή Περιβαλλοντικής Πολι­τικής σχετικά με την καλύτερη δυνατή επίτευξη των στό­χων πολιτικής για την προστασία του περιβάλλοντος και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
θ. Η τήρηση δημόσιας βάσης δεδομένων με τη νομοθε­σία που διέπει τους Πράσινους Πόρους.
ι. Η οργάνωση και παρακολούθηση των προγραμμάτων και των δράσεων και η δημοσιότητά τους, καθώς και η σύνταξη ετήσιων εκθέσεων για την εκτέλεσή τους.
ια. Η εξεύρεση συμπληρωματικών πηγών χρηματοδό­τησης από δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς και η διενέρ­γεια κάθε πράξης που είναι απαραίτητη για την εξασφά­λιση χρηματικών πόρων από οποιαδήποτε πηγή, όπως α­ποδοχή των δωρεών, επιχορηγήσεων και εισφορών τρί­των.
ιβ. Η κατάρτιση και δημοσίευση ετήσιου οικονομικού απολογισμού των Πράσινων Πόρων.
ιγ. Η ανάθεση σε τρίτους κάθε είδους υποστηρικτικών μελετών και συμβουλευτικών υπηρεσιών, για τη βέλτιστη προετοιμασία και διαχείριση των χρηματοδοτικών προ­γραμμάτων και ειδικότερα για το σχεδιασμό, την αξιολό­γηση και την ένταξη δράσεων, την παρακολούθηση και τον έλεγχο της εφαρμογής των δράσεων και των προ­γραμμάτων συνολικά, καθώς και για την υποστήριξη της Στρατηγικής Επιτροπής Περιβαλλοντικής Πολιτικής ύ­στερα από αίτημα αυτής.
ιδ. Η επιδότηση, επιχορήγηση, χρηματοδότηση και δα­νειοδότηση οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, νομι­κών προσώπων δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, οργανι­σμών κοινής ωφέλειας ή άλλων οργανισμών ή υπηρε­σιών του δημόσιου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός οριοθετείται από τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 1256/1982 (ΦΕΚ 65 Α’), για την εφαρμογή προ­γραμμάτων και την εκτέλεση έργων και η χρηματοδότη­ση της εκτέλεσης έργων από αυτά.
ιε. Η με οποιονδήποτε τρόπο χρηματοδότηση νομικών προσώπων τα οποία εποπτεύονται από το Υπουργείο Πε­ριβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής ή άλλα Υπουργεία και έχουν ως ειδικότερο σκοπό την υλοποίη­ση δράσεων και παρεμβάσεων που αποβλέπουν στην α­νάδειξη και την προστασία του φυσικού ή του οικιστικού περιβάλλοντος και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλ­λαγής.
ιστ. Η εξειδίκευση της δομής και των προδιαγραφών σχεδιασμού των χρηματοδοτικών προγραμμάτων, των κριτηρίων αξιολόγησης και επιλογής, καθώς και των δια­δικασιών διαχείρισης, παρακολούθησης, αξιολόγησης και ελέγχου της εφαρμογής τους.
3. Στις αρμοδιότητες του Πράσινου Ταμείου ανήκουν επίσης και όλες οι αρμοδιότητες που προβλέπονται στην παρ. 5 του άρθρου 9 του ν. 3855/2010.
4. Η αξιοποίηση από το Πράσινο Ταμείο των πόρων γί­νεται μέσω προγραμμάτων για τη χρηματοδότηση δρά­σεων προστασίας, αναβάθμισης και αποκατάστασης του περιβάλλοντος που υλοποιούν τρίτοι (φορείς υλοποίη­σης) και μπορεί να έχει τη μορφή επιχορηγήσεων, δανεί­ων, κεφαλαιακής συμμετοχής ή άλλης ισοδύναμης μορ­φής κεφαλαιακής ενίσχυσης. Οι δράσεις αυτές επιτρέ­πεται ταυτόχρονα να συγχρηματοδοτούνται ή να ενι­σχύονται και από άλλες δημόσιες ή ευρωπαϊκές πηγές ή και ιδιωτικούς πόρους που δανειοδοτούνται από την Ευ­ρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων ή άλλους φορείς.
5. Το Πράσινο Ταμείο, με απόφαση του διοικητικού του συμβουλίου που εγκρίνεται με κοινή απόφαση των Υ­πουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, μπορεί να συνάπτει δάνεια, τα οποία θα αποπληρώνονται από μελλοντικές εισροές των Πράσινων Πόρων. Το προϊόν των δανείων αυτών θα προ­στίθεται στους λοιπούς πόρους τους οποίους διαχειρίζε­ται το Πράσινο Ταμείο.
6. Το Πράσινο Ταμείο με απόφαση του διοικητικού του συμβουλίου ορίζει τους όρους και τις διαδικασίες υλο­ποίησης και ελέγχου των δράσεων που χρηματοδοτεί.
7. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέρ­γειας και Κλιματικής Αλλαγής, μετά από εισήγηση του διοικητικού συμβουλίου του Πράσινου Ταμείου, επιτρέ­πεται για την ενίσχυση των δραστηριοτήτων του Ταμείου η ίδρυση νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου με τη μορφή θυγατρικής Ανώνυμης Εταιρείας κατά την έννοια των διατάξεων περί ανωνύμων εταιρειών που συνιστώνται από τους Ο.Τ.Α., σύμφωνα με το άρθρο 252 του ν. 3463/2006 «Κύρωση του Κώδικα Δήμων και Κοινοτή­των» (ΦΕΚ 114 Α’). Η ίδρυση της Α.Ε. επιτρέπεται εφό­σον η ιδρυόμενη Α.Ε. έχει ως αποκλειστικό σκοπό την υ­λοποίηση δράσης που μπορεί να χρηματοδοτηθεί σύμ­φωνα με το εκάστοτε εγκεκριμένο πρόγραμμα και ο σκο­πός της είναι συμβατός με τις ευρωπαϊκές οδηγίες για τις κρατικές ενισχύσεις.

Άρθρο 6

Προγράμματα και δικαιούχοι

1. Το Πράσινο Ταμείο μπορεί να χρηματοδοτεί προ­γράμματα που καταρτίζονται από το Υπουργείο Περιβάλ­λοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής ή άλλα Υ­πουργεία και τους εποπτευόμενους οργανισμούς τους, αποκεντρωμένες γενικές διοικήσεις, οργανισμούς τοπι­κής αυτοδιοίκησης, νομικά πρόσωπα του ευρύτερου δη­μόσιου τομέα, όπως αυτός οριοθετείται από τις διατά­ξεις του άρθρου 1 του ν. 1256/1982, και σωματεία ή άλ­λης μορφής ενώσεις νομικών και φυσικών προσώπων, τα οποία στοχεύουν σύμφωνα με τους καταστατικούς τους σκοπούς στην προστασία, αναβάθμιση και αποκατάστα­ση του περιβάλλοντος.
2.α. Η βασική δομή των χρηματοδοτικών προγραμμά­των μπορεί να περιλαμβάνει ενδεικτικώς:
αα) Άξονες προτεραιότητας που εξειδικεύουν την ε­θνική περιβαλλοντική στρατηγική.
ββ) Μέτρα τα οποία εξειδικεύουν τους άξονες προτε­ραιότητας.
γγ) Δράσεις που εξειδικεύουν τα μέτρα και στις οποίες εντάσσονται οι πράξεις και τα έργα που υλοποιούν οι δι­καιούχοι.
β. Το χρηματοδοτικό πρόγραμμα συνοδεύεται από συ­μπλήρωμα προγραμματισμού στο οποίο εξειδικεύεται ο προϋπολογισμός και κατανέμεται στο χρόνο ισχύος του προγράμματος. Στο χρηματοδοτικό πρόγραμμα προσδιο­ρίζονται οι δικαιούχοι της χρηματοδότησης.
γ. Τα κριτήρια αξιολόγησης και επιλογής πράξεων και έργων μπορεί να εξειδικεύονται ως προς τη φύση και το είδος των δράσεων ανά πρόγραμμα. Στα κριτήρια αυτά περιλαμβάνονται υποχρεωτικά η επιλεξιμότητα, ωριμό­τητα, πληρότητα, σκοπιμότητα του προγράμματος, η συνεκτικότητά του με τις εκάστοτε εθνικές και κοινοτικές πολιτικές και την εθνική και ευρωπαϊκή νομοθεσία, κα­θώς και η διαχειριστική ικανότητα του φορέα υλοποίη­σης.
3. Κάθε χρηματοδοτικό πρόγραμμα προϋπολογιζόμε­νης δαπάνης, χωρίς φόρο προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.), ποσού μεγαλύτερου ή ίσου των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού Πε­ριβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, ύστε­ρα από πρόταση του διοικητικού συμβουλίου του Πράσι­νου Ταμείου. Κάθε χρηματοδοτικό πρόγραμμα προϋπο­λογιζόμενης δαπάνης, χωρίς Φ.Π.Α., ποσού μικρότερου των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ εγκρίνεται με από­φαση του διοικητικού συμβουλίου του Ταμείου. Με τις α­ποφάσεις αυτές καθορίζονται το ύψος και ο τρόπος κα­ταβολής των επιχορηγήσεων ή δανείων, οι διαδικασίες και οι όροι καταβολής, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετι­κό με την εφαρμογή των προγραμμάτων.
4. Πριν από την έγκριση κάθε προγράμματος, καταχω­ρίζεται στην ιστοσελίδα του Πράσινου Ταμείου περίληψη του προγράμματος και των επί μέρους στοιχείων του (ό­πως κατηγορίες δράσεων, χρονοδιάγραμμα, οικονομικός προγραμματισμός, κατηγορίες δικαιούχων), καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια. Οποιοσδήποτε δικαιού­ται να υποβάλει παρατηρήσεις για το προτεινόμενο πρό­γραμμα.

Άρθρο 7

Διοικητικό Συμβούλιο

1. Η διοίκηση του Ταμείου ασκείται από το διοικητικό συμβούλιο. Το διοικητικό συμβούλιο αποτελείται από τον Πρόεδρο και έξι μέλη, που διορίζονται για τετραετή θη­τεία με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέρ­γειας και Κλιματικής Αλλαγής, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Ο Πρόεδρος και τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου πρέπει να έχουν επι­στημονική κατάρτιση, προσόντα και εμπειρία σχετικά με τους καταστατικούς σκοπούς του Ταμείου. Με όμοια α­πόφαση μπορεί να ρυθμίζονται θέματα σχετικά με τη συ­γκρότηση, σύνθεση, αναπλήρωση και λοιπά θέματα λει­τουργίας του διοικητικού συμβουλίου. Ο διορισμός του Προέδρου ή μέλους του διοικητικού συμβουλίου ανακα­λείται με απόφαση του ίδιου Υπουργού για λόγο που α­νάγεται στην άσκηση των καθηκόντων του σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθρου 13 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2690/1999 (ΦΕΚ 45 Α’). Ο οριζόμενος Πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου υπόκειται στη διαδικασία του άρ­θρου 49Α του Κανονισμού της Βουλής.
2. Το διοικητικό συμβούλιο συγκαλείται από τον Πρόε­δρο τακτικά μία φορά το μήνα και εκτάκτως όταν κρίνει ο Πρόεδρος. Το διοικητικό συμβούλιο βρίσκεται σε απαρ­τία όταν είναι παρόντες ή εκπροσωπούνται τουλάχιστον ο Πρόεδρος ή ο αναπληρωτής του και δύο άλλα από τα μέλη του. Απόν μέλος μπορεί να εκπροσωπείται από άλ­λο μέλος ή από υπάλληλο του Ταμείου με εξουσιοδότη­ση. Οι αποφάσεις λαμβάνονται με πλειοψηφία του αριθ­μού των παρόντων και εκπροσωπουμένων. Σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου. Στις συ­νεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου τηρούνται πρα­κτικά, τα οποία υπογράφονται από τον Πρόεδρο και τον Γραμματέα του διοικητικού συμβουλίου. Όταν στο διοι­κητικό συμβούλιο του Πράσινου Ταμείου συζητείται η διάθεση και αξιοποίηση των πόρων του ειδικού λογαρια­σμού «Γαλάζιο Ταμείο» που προβλέπονται στο ν. 743/ 1977, στις συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου κα­λείται και μετέχει εκπρόσωπος της Γενικής Γραμματείας Ασφάλειας Ναυσιπλοΐας του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, ο οποίος ορίζεται από τον Υπουργό Προστα­σίας του Πολίτη.
3. Το διοικητικό συμβούλιο διοικεί το Ταμείο και ελέγ­χει τη λειτουργία των υπηρεσιών του, διαχειρίζεται την περιουσία του, τους πόρους του Ταμείου και τις υποθέ­σεις του, αποφασίζει για κάθε υπόθεση που αφορά στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων και την εκπλήρωση των σκοπών του, αποφασίζει και εντέλλεται την είσπραξη των πόρων και την ενέργεια δαπανών, εγκρίνει τον ετή­σιο προϋπολογισμό, ισολογισμό και απολογισμό του, τους οποίους εν συνεχεία υποβάλλει για έγκριση στον Υπουργό Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλ­λαγής. Το διοικητικό συμβούλιο μπορεί με απόφασή του να αναθέτει ή να μεταβιβάζει ορισμένες αρμοδιότητές του σε μέλος ή μέλη του διοικητικού συμβουλίου, στον Διευθυντή του Ταμείου ή σε προϊσταμένους των υπηρε­σιών του Ταμείου.
4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, κα­θορίζεται η αποζημίωση των μελών του διοικητικού συμ­βουλίου, η οποία βαρύνει τον προϋπολογισμό του Ταμεί­ου.
5. Ο Πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου του Ταμεί­ου έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α. Ασκεί εποπτεία στις υπηρεσίες του Ταμείου.
β. Εγκρίνει την ημερήσια διάταξη του διοικητικού συμ­βουλίου.
γ. Υπογράφει τις συμβάσεις ή πράξεις, ύστερα από α­ποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου.
δ. Εγκρίνει δαπάνες του Ταμείου έως του ποσού που του επιτρέπει με απόφασή του το διοικητικό συμβούλιο.
6. Το Ταμείο εκπροσωπείται σε όλες τις σχέσεις του με φυσικά ή νομικά πρόσωπα, ενώπιον κάθε αρχής και των δικαστηρίων, από τον Πρόεδρο του διοικητικού συμ­βουλίου ή σε περίπτωση που αυτός κωλύεται, από ειδικά εξουσιοδοτημένο από το διοικητικό συμβούλιο μέλος του.
7. Ο Πρόεδρος με απόφασή του που εγκρίνεται από το διοικητικό συμβούλιο, μπορεί να μεταβιβάζει ορισμένες αρμοδιότητές του σε μέλος ή μέλη του διοικητικού συμ­βουλίου, στον Διευθυντή του Ταμείου ή σε προϊσταμέ­νους των υπηρεσιών του Ταμείου.
8. Με την απόφαση διορισμού του διοικητικού συμβου­λίου, ορίζεται ένα μέλος του ως αναπληρωτής του Προέ­δρου για τις περιπτώσεις που εκείνος απουσιάζει ή κω­λύεται.
9. Ο Πρόεδρος του Ταμείου μπορεί να είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης. Στην περίπτωση αυτή, οι αποδοχές του Προέδρου βαρύνουν τον προϋπολογι­σμό του Ταμείου και καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και υπόκεινται στους περιορι­σμούς του άρθρου 6 του ν. 1256/1982. Η πλήρης και α­ποκλειστική απασχόληση ή όχι του Προέδρου ορίζεται ε­πίσης με την απόφαση ορισμού του. Η θέση του Προέ­δρου μπορεί να πληρώνεται και με απόσπαση από το δη­μόσιο και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, όπως αυτός ο­ριοθετείται από τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 1256/1982. Η απόσπαση πραγματοποιείται ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου με κοινή απόφαση του Υ­πουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλ­λαγής και του οικείου Υπουργού, κατά παρέκκλιση από κάθε γενική ή ειδική διάταξη, χωρίς να απαιτείται η γνώ­μη του υπηρεσιακού συμβουλίου. Στην περίπτωση κάλυ­ψης της θέσης με απόσπαση ο αποσπώμενος συνεχίζει να λαμβάνει το σύνολο των πάσης φύσεως αποδοχών, ε­πιδομάτων και λοιπών αμοιβών από το φορέα από τον ο­ποίο προέρχεται. Ο χρόνος υπηρεσίας του αποσπασμέ­νου του δημόσιου ή του ευρύτερου δημόσιου τομέα θεω­ρείται για κάθε συνέπεια ως χρόνος πραγματικής υπηρε­σίας στην οργανική θέση του φορέα προέλευσής του.
10. Στο Ταμείο συνιστάται επίσης μία (1) θέση Διευθυ­ντή ο οποίος διαθέτει επιστημονική κατάρτιση, προσό­ντα και εμπειρία σχετικά με τους καταστατικούς σκο­πούς του Ταμείου και ορίζεται για τετραετή επίσης θη­τεία με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέρ­γειας και Κλιματικής Αλλαγής. Η θέση του Διευθυντή μπορεί να πληρώνεται και με απόσπαση από το Δημόσιο και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, όπως αυτός οριοθετεί­ται από τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 1256/1982. Για τις αποδοχές του Διευθυντή του Ταμείου και τη διαδικα­σία και το χρόνο απόσπασης στη θέση αυτή ισχύουν τα οριζόμενα στην προηγούμενη παράγραφο. Ο χρόνος της θητείας του Διευθυντή θεωρείται ως χρόνος άσκησης καθηκόντων Προϊσταμένου Διεύθυνσης.

Άρθρο 8

Πόροι

1. Πόροι του Πράσινου Ταμείου είναι:

α. Οι Πράσινοι Πόροι που προβλέπονται στο άρθρο 3.
β. Χρηματοδοτήσεις από προγράμματα και πρωτοβου­λίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και κάθε άλλος πόρος που προέρχεται από διεθνείς οργανισμούς και ταμεία περι­βαλλοντικής ενίσχυσης.
γ. Κέρδη, τόκοι ή άλλα έσοδα που προέρχονται από τη συμμετοχή του Πράσινου Ταμείου σε άλλα νομικά πρό­σωπα ιδιωτικού δικαίου, σύμφωνα και με αυτά που ορίζο­νται στην παράγραφο 7 του άρθρου 5.
δ. Χορηγίες και δωρεές από φυσικά ή νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου.
ε. Έσοδα από τη διαχείριση, εκμετάλλευση και αξιο­ποίηση της κινητής και ακίνητης περιουσίας του.
στ. Επιχορηγήσεις από τον Κρατικό Προϋπολογισμό και χρηματοδοτήσεις από το πρόγραμμα δημοσίων επεν­δύσεων.
ζ. Κάθε άλλο έσοδο από νόμιμη αιτία.
2. Για την κάλυψη των πάγιων και λειτουργικών ανα­γκών του Ταμείου χρησιμοποιούνται οι πόροι που ορίζο­νται στις περιπτώσεις β’ έως και ζ’ της παραγράφου 1. Στην περίπτωση που οι πόροι αυτοί δεν επαρκούν οι πα­ραπάνω ανάγκες μπορεί να καλύπτονται και από τους πόρους της περίπτωσης α’ της παραγράφου 1, ύστερα από αιτιολογημένη απόφαση του διοικητικού συμβουλί­ου του Ταμείου.

Άρθρο 9

Οικονομική διαχείριση

1. Η οικονομική και λογιστική διαχείριση των ίδιων πό­ρων διενεργείται σύμφωνα με το ν.δ. 496/1974 (ΦΕΚ 204 Α’) και κάθε άλλη σχετική διάταξη που διέπει τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου. Ο έλεγχος των οικονομικών καταστάσεων του Ταμείου διενεργείται από δύο ορκω­τούς ελεγκτές – λογιστές σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ. 205/1998 (ΦΕΚ 163 Α’). Οι οικονομικές καταστάσεις δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και καταχωρίζονται στην ιστοσελίδα του Ταμείου. Το Ταμείο συντάσσει επίσης ετήσιες οικονομικές καταστάσεις σύμ­φωνα με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα.
2. Το διοικητικό συμβούλιο συντάσσει και δημοσιεύει ετήσιο οικονομικό απολογισμό των Πράσινων Πόρων. Ο απολογισμός αυτός γίνεται με αναλογική εφαρμογή των σχετικών διεθνών λογιστικών προτύπων και εμφανίζει χωριστά τα στοιχεία ανά χρηματοδοτικό πρόγραμμα, α­νά κατηγορία πόρων και νομικής δέσμευσης. Επιπρό­σθετα στον απολογισμό αναφέρονται αναλυτικά τα πο­σά που έχουν εγκριθεί για να χρηματοδοτήσουν δράσεις σε επόμενες χρήσεις, καθώς και τυχόν δάνεια που έχουν αναληφθεί από το Πράσινο Ταμείο με τη δέσμευση να ε­ξοφληθούν από αντίστοιχες εισροές.
3. Ο Υπουργός Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιμα­τικής Αλλαγής μπορεί να διατάσσει οποτεδήποτε έλεγ­χο του Πράσινου Ταμείου για τη διαχείριση των πόρων που προβλέπονται στο άρθρο 8. Ο έλεγχος μπορεί να διενεργείται από ανεξάρτητους ορκωτούς ελεγκτές ή από τις οικονομικές υπηρεσίες του Υπουργείου Περιβάλ­λοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής ή από τις αρ­μόδιες υπηρεσίες του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Ο Υπουρ­γός Οικονομικών επίσης μπορεί να ασκεί οικονομικό έ­λεγχο στη διαχείριση των κεφαλαίων και της περιουσίας του Ταμείου σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στο ν.δ. 496/1974.
4. Οι συμβάσεις που συνάπτει το Ταμείο με δικαιού­χους για την εκτέλεση των χρηματοδοτικών προγραμμά­των, προϋπολογιζόμενης δαπάνης, χωρίς ΦΠΑ, ποσού μεγαλύτερου ή ίσου των τριακοσίων χιλιάδων (300.000) ευρώ υπάγονται υποχρεωτικά σε προληπτικό έλεγχο α­πό το Ελεγκτικό Συνέδριο, σύμφωνα τις οικείες σχετικές διατάξεις.

Άρθρο 10

Οργανισμός Λειτουργίας – Κανονισμοί

1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Ε­σωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρ­νησης και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλ­λαγής, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου, εγκρίνεται ο Οργανισμός Λειτουργίας του Πράσινου Ταμείου. Με τον Οργανισμό Λειτουργίας συνι­στώνται οι οργανικές θέσεις μόνιμου και με σχέση εργα­σίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωπικού και καθορίζονται:
α) Η οργάνωση των υπηρεσιών, οι αρμοδιότητές τους, καθώς και η κατανομή σε αυτές των θέσεων του προσω­πικού.
β) Οι κλάδοι του προσωπικού και ο αριθμός των οργα­νικών θέσεων κάθε κλάδου, βαθμού και ειδικότητας.
γ) Τα προσόντα που απαιτούνται για το διορισμό στις θέσεις του εισαγωγικού βαθμού κάθε κλάδου ή για την κάλυψη ορισμένων θέσεων κατά την εφαρμογή του νό­μου αυτού.
δ) Τα προσόντα του Προϊσταμένου οργανικών μονά­δων.
ε) Οι θέσεις του ειδικού επιστημονικού προσωπικού, κατά την έννοια της παραγράφου 2 του άρθρου 25 του ν. 1943/1991 (ΦΕΚ 50 Α’).
2. Η στελέχωση του νομικού προσώπου γίνεται σύμ­φωνα με τις διατάξεις του ν. 2190/1994. Προσόντα διορι­σμού σε θέσεις μόνιμου προσωπικού ορίζονται αυτά που προβλέπονται, κατά κλάδο και ειδικότητα, στις διατάξεις του π.δ. 50/2001 (ΦΕΚ 39 Α’). Πρόσθετα προσόντα πρό­σληψης καθορίζονται με τη σχετική προκήρυξη πρόσλη­ψης προσωπικού. Επιτρέπεται η κάλυψη αναγκών σε προσωπικό με αποσπάσεις προσωπικού που υπηρετεί στο Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματι­κής Αλλαγής, σε άλλα Υπουργεία ή σε εποπτευόμενους από αυτά φορείς ή σε άλλους φορείς του δημόσιου ή ευ­ρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός οριοθετείται από τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 1256/1982, με οποια­δήποτε σχέση εργασίας. Η απόσπαση πραγματοποιείται ύστερα από αίτηση του ενδιαφερόμενου με κοινή από­φαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλι­ματικής Αλλαγής και του αρμόδιου Υπουργού, κατά πα­ρέκκλιση από κάθε γενική ή ειδική διάταξη και χωρίς να απαιτείται η γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου. Ο χρό­νος υπηρεσίας των αποσπασμένων του δημόσιου ή του ευρύτερου δημόσιου τομέα θεωρείται για κάθε συνέπεια ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας στην οργανική θέση του φορέα προέλευσής τους. Η πλήρωση των θέσεων του προσωπικού του Ταμείου μπορεί να γίνει και με με­τατάξεις προσωπικού από άλλους φορείς κατά τις οικεί­ες σχετικές διατάξεις.
3. Στο Ταμείο συνιστώνται επίσης τρεις (3) οργανικές θέσεις δικηγόρων με σχέση έμμισθης εντολής, οι οποίοι προσλαμβάνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11 του ν. 1649/1986 (ΦΕΚ 149 Α’), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 18 του ν. 1868/1989 (ΦΕΚ 230 Α’). Το Πρά­σινο Ταμείο για τη νομική του εξυπηρέτηση μπορεί με α­πόφαση του διοικητικού συμβουλίου να αναθέτει σε δι­κηγόρους ορισμένη υπόθεση ή συγκεκριμένο έργο.
4. Μέχρι την έγκριση του Οργανισμού του και σε κάθε περίπτωση για χρονικό διάστημα έως δεκαοκτώ (18) μη­νών από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, το Ταμείο υποστηρίζεται από επιστημονικό, διοικητικό και βοηθητι­κό προσωπικό που διατίθεται ή αποσπάται για ανάλογη χρονική περίοδο κατά προτεραιότητα από το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, από άλλα Υπουργεία, από νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου ή από νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός οριοθετείται από τις διατά­ξεις του άρθρου 1 του ν. 1256/1982.
Για το σκοπό αυτόν, με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Αποκέ­ντρωσης και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής συνιστώνται και κατανέμονται έως είκοσι (20) συνολικά θέσεις προσωπικού, οι οποίες πληρούνται μό­νο με απόσπαση. Οι αποσπάσεις του ανωτέρω προσωπι­κού γίνονται με κοινή απόφαση του Υπουργού Περιβάλ­λοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης, χωρίς να απαιτείται γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου. Οι αποσπασμένοι στο Τα­μείο συνεχίζουν να λαμβάνουν το σύνολο των πάσης φύσεως αποδοχών, επιδομάτων και λοιπών αμοιβών τους από την υπηρεσία από την οποία προέρχονται.
5. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέρ­γειας και Κλιματικής Αλλαγής ύστερα από εισήγηση του διοικητικού συμβουλίου του Ταμείου εγκρίνονται κανονι­σμοί για τη σύναψη συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών κατά παρέκκλιση της εθνικής νομοθεσίας αλ­λά σύμφωνα με τη διαδικασία και τις διατάξεις που προ­βλέπονται στο π.δ. 60/2007 «Προσαρμογή της Ελληνι­κής Νομοθεσίας στις διατάξεις της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ «περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών», όπως τροποποιήθηκε με την Οδηγία 2005/51/ΕΚ της Επιτρο­πής και την Οδηγία 2005/75/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινο­βουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Νοεμβρίου 2005».
6. Οι διατάξεις του β.δ. 266/1973 (ΦΕΚ 79 Α’) και της αριθμ. 31736/557/25.4.1988 κοινής υπουργικής απόφα­σης (ΦΕΚ 242 Β’) καταργούνται από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού.

Άρθρο 11

Τρέχουσες υποχρεώσεις χρηματοδότησης

Με μέριμνα του διοικητικού συμβουλίου του Ταμείου καταγράφονται όλες οι υποχρεώσεις χρηματοδότησης φορέων που έχει αναλάβει το Ταμείο με βάση υπουργι­κές αποφάσεις που έχουν εκδοθεί μέχρι την έναρξη ι­σχύος του νόμου αυτού. Τα ποσά που οφείλουν να εκτα­μιευθούν δυνάμει των σχετικών υπουργικών αποφάσεων ή συμβάσεων του Ταμείου μπορεί να εντάσσονται σε ειδικό χρηματοδοτικό πρόγραμμα, το οποίο έχει μεταβατι­κό χαρακτήρα και το οποίο εγκρίνεται με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του Ταμείου.

Άρθρο 12

Ρύθμιση θεμάτων του Ειδικού Φορέα Δασών

1. Από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού ο λογαρια­σμός «Ειδικός Φορέας Δασών (Φορέας 120)» του νομι­κού προσώπου δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «Κε­ντρικό Ταμείο Γεωργίας, Κτηνοτροφίας και Δασών» που προβλέπεται στο άρθρο 12 του ν. 574/1937 (ΦΕΚ 110 Α’), όπως τροποποιήθηκε με το ν. 389/1943 (φΕΚ 233 Α’) και το β.δ. 284/1961 (ΦΕΚ 82 Α’), μεταφέρεται στο Πράσινο Ταμείο για την εξυπηρέτηση των σκοπών του Πράσινου Ταμείου, όπως αυτοί εξειδικεύονται στο άρθρο 8 του ν. 3208/2003.
2. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου το νο­μικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «Κε­ντρικό Ταμείο Γεωργίας, Κτηνοτροφίας και Δασών» που εποπτεύεται από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, μετονομάζεται σε «Ταμείο Γεωργίας και Κτηνοτροφίας». Πόροι του Ταμείου αυτού είναι μόνο τα έσοδα από τις γεωργικές και κτηνοτροφικές δραστηριότητες (Φορέας γεωργίας 110). Από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, όπου στις κείμενες διατάξεις αναφέρεται το Κεντρικό Ταμείο Γεωργίας, Κτηνοτροφίας και Δασών νοείται το «Ταμείο Γεωργίας και Κτηνοτροφίας».
3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και Αγροτικής Ανά­πτυξης και Τροφίμων ρυθμίζεται κάθε θέμα που αφορά την κινητή και ακίνητη περιουσία του νομικού προσώπου, όπως η απογραφή και καταγραφή της κινητής και ακίνη­της περιουσίας και ο επιμερισμός και η απόδοσή της στο Πράσινο Ταμείο και στο Ταμείο Γεωργίας και Κτηνοτρο­φίας. Η απόφαση αυτή συνιστά τίτλο μεταγραφής και κα­ταχωρίζεται στο οικείο υποθηκοφυλακείο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΚΑΙ ΑΠΛΟΥΣΤΕΥΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΚΥΡΩΣΗΣ ΤΩΝ ΔΑΣΙΚΩΝ ΧΑΡΤΩΝ

Άρθρο 13

Κατάρτιση και θεώρηση δασικών χαρτών
1. Οι δασικές περιοχές των παραγράφων 1,2,3,4 και 5 του άρθρου 3 του ν. 998/1979 (φΕΚ 289 Α’) απεικονί­ζονται σε κατάλληλης κλίμακας αεροφωτογραφικό ή χαρτογραφικό υλικό, το οποίο, αφού συμπληρωθεί με τα φωτοερμηνευτικά στοιχεία των αεροφωτογραφιών και τα διαθέσιμα στοιχεία της δασικής υπηρεσίας, αποτελεί το δασικό χάρτη.
2. Ως βάση για τον προσδιορισμό των δασικών περιο­χών της προηγούμενης παραγράφου λαμβάνεται η πα­λαιότερη και η πλησιέστερη προς το χρόνο κατάρτισης του δασικού χάρτη, αεροφωτογραφία. Αν η παλαιότερη αεροφωτογράφιση δεν καλύπτει την εξεταζόμενη περιο­χή ή η χρησιμοποίησή της, λόγω κλίμακας ή ποιότητας, καθίσταται απρόσφορη, χρησιμοποιείται και η αεροφωτογράφιση έτους λήψης 1960.
3. Αρμόδια για την κατάρτιση του δασικού χάρτη είναι η Διεύθυνση Δασών της Περιφέρειας στο νομό. Όπου ε­φεξής στο νόμο αυτόν αναφέρεται η Διεύθυνση Δασών νοείται η Διεύθυνση Δασών της Περιφέρειας στον οικείο νομό.
Αν η κατάρτιση του δασικού χάρτη δεν μπορεί να γίνει από την αρμόδια Διεύθυνση Δασών, η κατάρτισή του μπορεί να ανατίθεται, εν όλω ή εν μέρει, και σύμφωνα με τις κείμενες σχετικές διατάξεις, με απόφαση του Υπουρ­γού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, σε ιδιωτικά γραφεία εκπόνησης δασικών μελετών της κατηγορίας 24 του άρθρου μόνου του π.δ. 541/1978 (ΦΕΚ 116 Α’), υπό τις οδηγίες, την επίβλεψη και τον έ­λεγχο της Διεύθυνσης Δασών. Στα ίδια γραφεία επιτρέ­πεται να ανατίθενται και εργασίες που σχετίζονται με τη διόρθωση και συμπλήρωση του δασικού χάρτη, καθώς και με την καταχώριση και την προετοιμασία εξέτασης των αντιρρήσεων από τις Επιτροπές του άρθρου 18. Ο τρόπος ανάθεσης, εκτέλεσης και παραλαβής των ανωτέ­ρω εργασιών καθορίζεται με τις τεχνικές προδιαγραφές της περίπτωσης α’ του άρθρου 21.
4. Ειδικά στις περιοχές που κηρύσσονται υπό κτηματογράφηση, σύμφωνα με το ν. 2308/1995 (ΦΕΚ 114 Α’), για τις οποίες δεν υφίσταται δασικός χάρτης, αν οι εργασίες της προηγούμενης παραγράφου δεν μπορούν να γίνουν από την αρμόδια Διεύθυνση Δασών και η προβλεπόμενη από την προηγούμενη παράγραφο απόφαση του Υπουρ­γού δεν εκδοθεί μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την κήρυξη της περιοχής υπό κτηματογράφηση, οι εργασίες της παραγράφου 3 εκτελούνται από την εται­ρεία «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.» με αναθέσεις σε ιδιωτικά γραφεία εκπόνησης δασικών μελετών της κατηγορίας 24 του άρθρου μόνου του π.δ. 541/1978, σύμφωνα με τις τεχνικές προδιαγραφές της περίπτωσης α’ του άρθρου 21.
5. Ο δασικός χάρτης μετά την κατάρτισή του θεωρείται από την αρμόδια Διεύθυνση Δασών. Όταν ο δασικός χάρτης καταρτίζεται από ιδιωτικό γραφείο εκπόνησης δασικών μελετών, ύστερα από ανάθεση, θεωρείται από τη Διεύθυνση Δασών μέσα σε τρεις (3) μήνες από την υ­ποβολή του σε αυτήν. Αν απαιτούνται διορθώσεις, ο χάρ­της διορθώνεται και συμπληρώνεται από το γραφείο αυ­τό, σύμφωνα με τις υποδείξεις της Διεύθυνσης Δασών, και θεωρείται με τον ίδιο τρόπο το αργότερο μέσα σε πέ­ντε (5) μήνες από την αρχική υποβολή του.

Άρθρο 14

Ανάρτηση δασικών χαρτών

1. Αμέσως μετά τη θεώρησή του, σύμφωνα με την πα­ράγραφο 5 του άρθρου 13, ο δασικός χάρτης αναρτάται με μέριμνα της αρμόδιας για τη θεώρηση Διεύθυνσης Δασών, μαζί με πρόσκληση των ενδιαφερομένων για την υποβολή αντιρρήσεων κατ’ αυτού, σε εμφανή θέση των γραφείων της Διεύθυνσης Δασών, στο οικείο Δασαρχείο και στα δημοτικά και τοπικά δημοτικά ή διαμερισματικά καταστήματα των οικείων πρωτοβάθμιων Ο.Τ.Α.. Για την ανάρτηση συντάσσεται πρωτόκολλο, το οποίο υπογρά­φεται από το δασικό ή δημοτικό υπάλληλο που διενεργεί την ανάρτηση και ένα μάρτυρα. Ηλεκτρονικό αντίγραφο του θεωρημένου δασικού χάρτη αποστέλλεται επίσης στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
2. Ο δασικός χάρτης δημοσιοποιείται και μέσω διαδι-κτύου από τις ιστοσελίδες του Υπουργείου Περιβάλλο­ντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, της οικείας Πε­ριφέρειας και της εταιρείας «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.». Ο χάρτης παραμένει αναρτημένος στο διαδίκτυο μέχρι την κύρωσή του.
3. Ανακοίνωση για την ανάρτηση του δασικού χάρτη και πρόσκληση των ενδιαφερομένων να υποβάλουν α­ντιρρήσεις δημοσιεύεται:
α. στις ιστοσελίδες της προηγούμενης παραγράφου και
β. σε δύο ημερήσιες εφημερί­δες πανελλαδικής κυκλοφορίας και μία τοπική, με φρο­ντίδα και δαπάνη της Διεύθυνσης Δασών.

Άρθρο 15

Δικαίωμα άσκησης αντιρρήσεων

1. Κατά του περιεχομένου του δασικού χάρτη που α­ναρτήθηκε επιτρέπεται η υποβολή αντιρρήσεων μέσα σε αποκλειστική προθεσμία σαράντα πέντε (45) ημερών, η οποία αρχίζει από την τελευταία δημοσίευση της σχετι­κής πρόσκλησης στον τύπο. Η προθεσμία αυτή παρεκτείνεται για είκοσι (20) ημέρες για τα πρόσωπα της παρα­γράφου 2 που κατοικούν μόνιμα ή διαμένουν στην αλλο­δαπή. Για την υποβολή των αντιρρήσεων καταβάλλεται υποχρεωτικά ειδικό τέλος, το ύψος του οποίου καθορίζε­ται σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 22.
2. Αντιρρήσεις μπορούν να υποβάλουν φυσικά και νο­μικά πρόσωπα δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου, εφόσον ε­πικαλούνται για τη θεμελίωση του έννομου συμφέροντός τους εμπράγματα ή ενοχικά δικαιώματα στις εκτά­σεις που περιλαμβάνονται στον αναρτηθέντα δασικό χάρτη.
Αντιρρήσεις ειδικά κατά της παράλειψης να περιλη­φθεί στο δασικό χάρτη ορισμένη έκταση μπορεί να υπο­βάλει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο και, ιδίως, οι Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού στα διοικητικά όρια των ο­ποίων υπάγεται η έκταση, οι περιβαλλοντικές οργανώ­σεις εθνικής εμβέλειας και άλλα νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, στους σκοπούς των οποίων περιλαμβάνεται η προστασία του φυσικού περιβάλλο­ντος της περιοχής.
3. Στις αντιρρήσεις αναγράφονται, επί ποινή απαραδέ­κτου:
α. οι γεωγραφικές συντεταγμένες των κορυφών του πολυγώνου που περικλείει την έκταση της οποίας αμφι­σβητείται ο χαρακτήρας, σύμφωνα με τον αναρτηθέντα δασικό χάρτη, και το εμβαδόν αυτής,
β. τα στοιχεία στα οποία στηρίζεται το έννομο συμφέ­ρον του ενδιαφερόμενου, και
γ. τα στοιχεία που πιστοποιούν την καταβολή του ανα­λογούντος ειδικού τέλους.
4. Με τις αντιρρήσεις προβάλλονται λόγοι που αφο­ρούν αποκλειστικά και μόνο την αμφισβήτηση του χαρα­κτήρα των εμφανιζόμενων στο χάρτη εκτάσεων.
5. Με τις αντιρρήσεις του ο ενδιαφερόμενος δηλώνει αν επιθυμεί να εκπροσωπηθεί από τεχνικό σύμβουλο κα­τά την εξέτασή τους.

Άρθρο 16

Διαδικασία υποβολής αντιρρήσεων

1. Οι αντιρρήσεις υποβάλλονται σε ηλεκτρονική φόρ­μα ή σε ειδικό έντυπο, και κατατίθενται αντίστοιχα:
α. Ηλεκτρονικά, μέσω της ιστοσελίδας της εταιρείας «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.». Με την ολοκλήρωση της ηλε­κτρονικής κατάθεσης χορηγείται ειδικός αριθμός πρωτο­κόλλου και καταχωρίζονται τα στοιχεία της έκτασης της οποίας αμφισβητείται ο χαρακτήρας, μαζί με τον αριθμό πρωτοκόλλου και τα στοιχεία του ενδιαφερόμενου.
Τα αποδεικτικά στοιχεία που επικαλείται ο ενδιαφερό­μενος, στα οποία περιλαμβάνονται και αυτά που αποδει­κνύουν την καταβολή του ειδικού τέλους και το έννομο συμφέρον του, μπορούν να υποβάλλονται ηλεκτρονικά ή να αποστέλλονται, σε έντυπη ή ψηφιακή μορφή, με συ­στημένη επιστολή στην αρμόδια Διεύθυνση Δασών ή, σε περίπτωση εφαρμογής της παραγράφου 4 του άρθρου 13, στην εταιρεία «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.», σύμφωνα με όσα ορίζονται ειδικώς στην πρόσκληση υποβολής των α­ντιρρήσεων. Στο φάκελο αποστολής αναγράφεται υπο­χρεωτικά το όνομα του ενδιαφερόμενου και ο αριθμός πρωτοκόλλου των αντιρρήσεων που υποβλήθηκαν ηλε­κτρονικά.
Όλες οι αντιρρήσεις και τα αποδεικτικά στοιχεία που υποβάλλονται ηλεκτρονικά προωθούνται ηλεκτρονικά στην αρμόδια Διεύθυνση Δασών, εκτός αν συντρέχει πε­ρίπτωση εφαρμογής της παραγράφου 4 του άρθρου 13, οπότε προωθούνται ηλεκτρονικά στην εταιρεία «ΚΤΗ­ΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.».
β. Αυτοπροσώπως ή με εξουσιοδοτημένο αντιπρόσω­πο σε οποιοδήποτε Κέντρο Εξυπηρέτησης Πολιτών (Κ.Ε.Π.), μαζί με τα αποδεικτικά στοιχεία που επικαλείται ο ενδιαφερόμενος, σε έντυπη ή ψηφιακή μορφή, στα ο­ποία περιλαμβάνονται και αυτά που αποδεικνύουν το έν­νομο συμφέρον του και την καταβολή του ειδικού τέ­λους, κατά τα ειδικώς οριζόμενα σε κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονι­κής Διακυβέρνησης και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, που εκδίδεται κατά τις διατάξεις της παραγράφου 11 του άρθρου 16 του ν. 3345/2005 (ΦΕΚ 138 Α’). Με την ολοκλήρωση της κατάθεσης το Κ.Ε.Π. αποστέλλει τις αντιρρήσεις μαζί με τα αποδεικτι­κά στοιχεία που τις συνοδεύουν στην αρμόδια Διεύθυν­ση Δασών ή, σε περίπτωση εφαρμογής της παραγράφου 4 του άρθρου 13, στην εταιρεία «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.».
2. Όταν εφαρμόζεται η παράγραφος 4 του άρθρου 13, μπορεί να προβλέπεται η κατάθεση και παραλαβή των α­ντιρρήσεων μαζί με τα αποδεικτικά έγγραφα που τις συ­νοδεύουν, σε χώρο της εταιρείας «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.», σύμφωνα με τα όσα ειδικώς προβλέπονται στην πρόσκληση υποβολής των αντιρρήσεων της παραγρά­φου 3 του άρθρου 14, ως προς τον τόπο και το χρόνο πα­ραλαβής τους.

Άρθρο 17

Επεξεργασία αντιρρήσεων και κύρωση δασικών χαρτών

1. Μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής αντιρρήσε­ων η αρμόδια Διεύθυνση Δασών ή, σε περίπτωση εφαρ­μογής της παραγράφου 4 του άρθρου 13, η εταιρεία «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.», επεξεργάζεται τα στοιχεία των αντιρρήσεων και αποτυπώνει στο δασικό χάρτη με πρά­σινο περίγραμμα και πράσινη διαγράμμιση τις εκτάσεις για τις οποίες δεν υποβλήθηκαν αντιρρήσεις. Όταν η ε­πεξεργασία αυτή γίνεται από την «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.», ο δασικός χάρτης αποστέλλεται μαζί με τις αντιρ­ρήσεις στην αρμόδια Διεύθυνση Δασών για τον έλεγχο της ορθής αποτύπωσης.
2. Ο δασικός χάρτης με αποτυπωμένες τις εκτάσεις, για τις οποίες δεν ασκήθηκαν αντιρρήσεις, θεωρείται α­πό τη Διεύθυνση Δασών μέσα σε σαράντα (40) ημέρες α­πό τη λήξη της προθεσμίας υποβολής των αντιρρήσεων. Όταν εφαρμόζεται η παράγραφος 4 του άρθρου 13, ο δασικός χάρτης θεωρείται μέσα σε είκοσι (20) ημέρες α­πό την παράδοση στη Διεύθυνση Δασών των αντιρρήσε­ων και των επεξεργασμένων από την «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.» στοιχείων. Εφόσον απαιτούνται διορθώσεις, ο χάρτης θεωρείται με τον ίδιο τρόπο το αργότερο μέσα σε σαράντα (40) ημέρες από την αρχική υποβολή του.
3. Ο δασικός χάρτης κυρώνεται ως προς τα τμήματά του με πράσινο περίγραμμα και πράσινη διαγράμμιση, με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας που εκδίδεται εντός δέκα (10) ημερών από την περιέλευσή του σε αυτόν.
4. Ο κυρωμένος δασικός χάρτης δημοσιεύεται αμέσως στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Από την ημερομηνία δημοσίευσής του καθίσταται οριστικός και έχει πλήρη α­ποδεικτική ισχύ σε κάθε διοικητική ή δικαστική αρχή για όλα τα τμήματα που αποτυπώνονται με πράσινο περί­γραμμα και πράσινη διαγράμμιση, τα οποία αποτελούν δασικές περιοχές των παραγράφων 1, 2, 3, 4 και 5 του άρθρου 3 του ν. 998/1979 στις οποίες εφαρμόζονται και ισχύουν οι διατάξεις της δασικής νομοθεσίας.
5. Ο δασικός χάρτης των προηγούμενων παραγράφων έχει, ως προς τα τμήματα για τα οποία ασκήθηκαν αντιρ­ρήσεις, προσωρινή ισχύ έως την έκδοση απόφασης επ’ αυτών, σύμφωνα με το άρθρο 18.

Άρθρο 18

Επιτροπές Εξέτασης Αντιρρήσεων (ΕΠ.Ε.Α.)

1. Οι αντιρρήσεις εξετάζονται μέσα σε προθεσμία τεσ­σάρων (4) μηνών από την καταθεσή τους από τριμελείς Επιτροπές Εξέτασης Αντιρρήσεων (ΕΠ.Ε.Α.). Οι ΕΠ.Ε.Α. συγκροτούνται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας στην έδρα της Διεύθυνσης Δασών εκτός ε­άν καθοριστεί διαφορετική έδρα με την απόφαση συ­γκρότησης. Οι ΕΠ.Ε.Α. μπορεί να είναι περισσότερες α­πό μία και συγκροτούνται από ένα δασολόγο, υπάλληλο του Δημοσίου ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) ή φορέα του ευρύτερου δημόσιου τομέα, ό­πως αυτός οριοθετείται από τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 1256/1982 (ΦΕΚ 65 Α’), έναν τοπογράφο μηχανι­κό ή γεωπόνο, υπάλληλο του Δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ. ή φο­ρέα του ευρύτερου δημόσιου τομέα και ένα μέλος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ή ένα δικηγόρο μέλος του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου, με τους αναπληρω­τές τους. Με την ίδια απόφαση ορίζεται ο Πρόεδρος της ΕΠ.Ε.Α. και ο γραμματέας της, ο οποίος μπορεί να είναι υπάλληλος του Δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ. ή φορέα του ευρύ­τερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός οριοθετείται από τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 1256/1982.
Δικηγόρος ο οποίος χειρίζεται υποθέσεις δασικού χα­ρακτήρα που εκκρεμούν ενώπιον των αρμόδιων δικαστη­ρίων ή διοικητικών επιτροπών δεν μπορεί να ορίζεται μέ­λος ΕΠ.Ε.Α..
Η θητεία των ΕΠ.Ε.Α. λήγει με την ολοκλήρωση της ε­ξέτασης των αντιρρήσεων επί του αναρτηθέντος δασι­κού χάρτη. Τη διαπιστωτική πράξη εκδίδει ο Γενικός Γραμματέας της Περιφέρειας.
2. Για την επίλυση νομικών και τεχνικών ζητημάτων μείζονος σημασίας που ανακύπτουν κατά το στάδιο της εξέτασης των αντιρρήσεων, η ΕΠ.Ε.Α. μπορεί να ζητά γνωμοδότηση από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους ή το Τεχνικό Συμβούλιο Δασών αντίστοιχα. Το αίτημα δια­βιβάζεται από την ΕΠ.Ε.Α., μέσω του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας, στον Υπουργό Περιβάλλοντος, Ενέρ­γειας και Κλιματικής Αλλαγής, ο οποίος το υποβάλλει στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους ή το Τεχνικό Συμ­βούλιο Δασών. Η γνώμη των ανωτέρω οργάνων διατυ­πώνεται κατά προτεραιότητα και η αποδοχή της από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλ­λαγής, έχει υποχρεωτικό χαρακτήρα για τη διοίκηση. Με μέριμνα της Διεύθυνσης Δασικών Χαρτών του Υπουργεί­ου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, κάθε γνωμοδότηση που εκδίδεται κατά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, κοινοποιείται στις Διευθύνσεις Δα­σών όλων των Περιφερειών, προς ενημέρωση των ΕΠ.Ε.Α. της περιφέρειάς τους.
3. Για την υποστήριξη του έργου της κύρωσης του δα­σικού χάρτη, έως την ολοκλήρωσή του, και τη διευκό­λυνση της συγκρότησης των ΕΠ.Ε.Α. καταρτίζονται στο Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής ονομαστικοί κατάλογοι των υπαλλήλων κλά­δων δασολόγων, τοπογράφων μηχανικών, γεωπόνων και άλλων κλάδων, οι οποίοι υπηρετούν στην κεντρική ή σε αποκεντρωμένες υπηρεσίες του Υπουργείου και σε επο­πτευόμενα από αυτό Ν.Π.Δ.Δ. ή φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός οριοθετείται από τις διατά­ξεις του άρθρου 1 του ν. 1256/1982. Με απόφαση του Υ­πουργού που εκδίδεται κατά παρέκκλιση των σχετικών διατάξεων του Υπαλληλικού Κώδικα, επιτρέπεται οι υ­πάλληλοι αυτοί να διατίθενται προσωρινά από τις υπηρε­σίες τους με αποκλειστική απασχόληση, για διάστημα έ­ως έξι μήνες, προς εξυπηρέτηση των σκοπών του προη­γούμενου εδαφίου. Ειδικά για τους υπαλλήλους που ορί­ζονται μέλη των ΕΠ.Ε.Α., ο χρόνος της προσωρινής διά­θεσης παρατείνεται αυτοδικαίως έως την ολοκλήρωση της εξέτασης των αντιρρήσεων επί του αναρτηθέντος δασικού χάρτη.
Για την κάλυψη των ίδιων αναγκών ο Υπουργός Περι­βάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής μπορεί να ζητά και από άλλα Υπουργεία, εποπτευόμενα από αυ­τά νομικά πρόσωπα και φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα την προσωρινή διάθεση υπαλλήλων που υπηρε­τούν στην έδρα της οικείας Περιφέρειας και έχουν πτυ­χίο ΑΕΙ δασολόγου, τοπογράφου μηχανικού ή γεωπό­νου, για διάστημα έως έξι μήνες με αποκλειστική απα­σχόληση.
Για τη διάθεση και το χρόνο διάρκειάς της εκδίδεται κοινή απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργει­ας και Κλιματικής Αλλαγής και του συναρμόδιου Υπουρ­γού, κατά παρέκκλιση των σχετικών διατάξεων του Υ­παλληλικού Κώδικα. Όταν οι ανωτέρω υπάλληλοι ορίζο­νται μέλη των ΕΠ.Ε.Α., ο χρόνος της προσωρινής τους διάθεσης παρατείνεται αυτοδικαίως έως την ολοκλήρω­ση της εξέτασης των αντιρρήσεων επί του αναρτηθέντος δασικού χάρτη.
Ειδικά για τους υπαλλήλους που υπηρετούν σε Ν.Π.Δ.Δ. ή σε φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα για την κατά τα ως άνω προσωρινή διάθεση απαιτείται συ­γκατάθεση και του οργάνου διοικήσεως του οικείου νο­μικού προσώπου.
4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, μπορεί να καθορίζεται κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 17 του ν. 3205/2003, όπως ισχύει σήμερα, α­ποζημίωση ή κατ’ αποκοπήν αμοιβή για τα μέλη και τους γραμματείς των ΕΠ.Ε.Α., η οποία καλύπτεται στο σύνολό της από το ειδικό τέλος κατάθεσης αντιρρήσεων.
5. Οι αντιρρήσεις εισάγονται στην ΕΠ.Ε.Α. προς εξέ­ταση μαζί με όλα τα αποδεικτικά στοιχεία του ενδιαφε­ρόμενου και υπηρεσιακό φάκελο που υποβάλλεται από τη Διεύθυνση Δασών. Για την υποβολή του υπηρεσιακού φακέλου το γραφείο δασικών μελετών που κατάρτισε το δασικό χάρτη ή η «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.» στην περί­πτωση της παραγράφου 4 του άρθρου 13, παρέχουν στη Διεύθυνση Δασών κάθε σχετικό έγγραφο ή στοιχείο που έχουν στη διάθεσή τους. Εφόσον έχει υποβληθεί αίτημα εκπροσώπησης από τεχνικό σύμβουλο, αυτός ειδοποιεί­ται από το γραμματέα της Επιτροπής για να προσέλθει και να διατυπώσει τις απόψεις του.
6. Κάθε ΕΠ.Ε.Α. συνεδριάζει και λαμβάνει αποφάσεις σύμφωνα με τα όσα ορίζονται στις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας που κυρώθηκε με το άρθρο πρώ­το του ν. 2690/1999 (ΦΕΚ 45 Α’). Η ΕΠ.Ε.Α., αν το κρίνει αναγκαίο, μπορεί να διενεργεί αυτοψία, να ζητά επιπλέ­ον στοιχεία από την οικεία δασική υπηρεσία και να καλεί στις συνεδριάσεις της τους ενδιαφερόμενους για παρο­χή διευκρινίσεων.
7. Σε περίπτωση κωλύματος ή αδικαιολόγητης απου­σίας μέλους από τις εργασίες της ΕΠ.Ε.Α. επί τρεις του­λάχιστον συνεδριάσεις, ο Γενικός Γραμματέας της Περι­φέρειας μπορεί να το αντικαθιστά, χωρίς άλλη διατύπω­ση.
8. Κατά τη διαδικασία των αντιρρήσεων δεν εξετάζο­νται θέματα ιδιοκτησίας, παρά μόνο στο μέτρο που αυτό είναι αναγκαίο για την απόδειξη του εννόμου συμφέρο­ντος, ούτε θίγονται ιδιοκτησιακά δικαιώματα του Δημο­σίου ή ιδιωτών.
9. Μετά την ολοκλήρωση της εξέτασης των αντιρρή­σεων αναρτάται στις ιστοσελίδες του Υπουργείου Περι­βάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, της οι­κείας Περιφέρειας και της εταιρείας «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.» συνοπτικός κατάλογος με τις αποφάσεις των ΕΠ.Ε.Α. επί του συνόλου των υποβληθεισών αντιρρήσε­ων κατά του αναρτηθέντος δασικού χάρτη. Ο κατάλογος παραμένει αναρτημένος στο διαδίκτυο για χρονικό διά­στημα έξι (6) μηνών από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της κυρωτικής απόφασης της παρα­γράφου 2 του άρθρου 19.

Άρθρο 19

Συμπλήρωση δασικών χαρτών- Ένδικα βοηθήματα

1. Με βάση τις αποφάσεις των ΕΠ.Ε.Α. επί των ασκηθεισών αντιρρήσεων o δασικός χάρτης που κυρώθηκε σύμφωνα την παράγραφο 3 του άρθρου 17 συμπληρώνε­ται από την αρμόδια Διεύθυνση Δασών και διορθώνεται, αν εμφιλοχώρησε πλάνη της Διοίκησης σχετικά με την αποτύπωση της θέσης ή των ορίων τμημάτων για τα ο­ποία υποβλήθηκαν και έγιναν δεκτές αντιρρήσεις. Η Δι­εύθυνση Δασών θεωρεί το χάρτη μέσα σε τριάντα (30) η­μέρες από την ολοκλήρωση της εξέτασης όλων των α­ντιρρήσεων από τις ΕΠ.Ε.Α.. Σε περίπτωση εφαρμογής της παραγράφου 4 του άρθρου 13, ο κυρωθείς δασικός χάρτης συμπληρώνεται ή διορθώνεται από την εταιρεία «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.» και θεωρείται από τη Διεύθυνση Δασών μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από την υποβολή του σε αυτήν ή μέσα σε πενήντα (50) ημέρες από την αρ­χική υποβολή του, εφόσον απαιτούνται διορθώσεις.
2. Ο δασικός χάρτης, με αποτυπωμένες τις δασικές πε­ριοχές της αρχικής κύρωσης και όσες συμπληρώθηκαν με πράσινο περίγραμμα και πράσινη διαγράμμιση μετά την εξέταση των αντιρρήσεων και τη θεώρηση της προη­γούμενης παραγράφου, υποβάλλεται από τη Διεύθυνση Δασών στον Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας και κυ­ρώνεται, ως προς τη συμπλήρωση ή τη διόρθωσή του, με απόφαση του τελευταίου που δημοσιεύεται στην Εφημε­ρίδα της Κυβερνήσεως μέσα σε δέκα πέντε (15) ημέρες από την υποβολή του.
3. Μετά τη δημοσίευση του δασικού χάρτη στην Εφη­μερίδα της Κυβερνήσεως, οι διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 17 ισχύουν και για τα δασικά τμήματα τα ο­ποία συμπληρώθηκαν με πράσινο περίγραμμα και πράσι­νη διαγράμμιση μετά την εξέταση των αντιρρήσεων και την θεώρηση της παραγράφου 1.
4. Κατά των πράξεων κύρωσης δασικών χαρτών επι­τρέπεται η άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας. Αίτηση ακυρώσεως κατά του κυρωθέντος δασικού χάρτη δύναται να ασκήσει και ο Υπουργός Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Κλιματικής Αλλαγής, για την παράλειψη να περιληφθεί σε αυτόν ο­ρισμένη έκταση.
Σε περίπτωση έκδοσης ακυρωτικής δικαστικής απόφα­σης, αν η πλημμέλεια για την οποία έγινε δεκτή η αίτηση ακυρώσεως ανάγεται στο στάδιο της διαδικασίας των α­ντιρρήσεων, η υπόθεση παραπέμπεται στην ΕΠ.Ε.Α., ε­φόσον αυτή υφίσταται, άλλως στο Τεχνικό Συμβούλιο Δασών, το οποίο επιλαμβάνεται, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 9 του ν. 998/1979, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή της με την παράγραφο 1 του άρθρου 25 του παρόντος νόμου, μέσα σε πέντε (5) μήνες.

Άρθρο 20

Συνέπειες κύρωσης

1. Μετά την, τμηματική ή ολική, κύρωση του δασικού χάρτη, δεν επιτρέπεται αναμόρφωσή του, εκτός αν τού­το επιβάλλεται από αμετάκλητη δικαστική απόφαση. Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται η αναμόρφωση μόνο με την προσθήκη νέων περιοχών που δασώθηκαν μετά την κύ­ρωση του δασικού χάρτη, με εφαρμογή αντιστοίχως της διαδικασίας των άρθρων 13 έως 19. Η αναμόρφωση του δασικού χάρτη κυρώνεται με απόφαση του Γενικού Γραμ­ματέα της Περιφέρειας που εκδίδεται ύστερα από εισή­γηση της οικείας Διεύθυνσης Δασών.
2. Μετά από την κύρωση κάθε δασικού χάρτη η αρμό­δια Διεύθυνση Δασών προβαίνει σε κατάρτιση και τήρη­ση Δασολογίου για τις περιοχές των παραγράφων 1, 2, 3, 4 και 5 του ν. 998/1979 που αποτυπώνονται σε αυτόν, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των διατάξεων του άρ­θρου 3 του ν. 3208/2003 (ΦΕΚ 303 Α’).
3. Μετά από την κύρωση του δασικού χάρτη κάθε με­ταβίβαση, σύσταση, αλλοίωση και γενικά κάθε μεταβολή των εμπραγμάτων δικαιωμάτων στις εκτάσεις με δασικό χαρακτήρα που περιλαμβάνονται σε αυτόν είναι άκυρη και ανίσχυρη, αν δεν συνοδεύεται από σχετικό πιστοποι­ητικό του οικείου κτηματολογικού γραφείου ή, αν η έκτα­ση δεν έχει κτηματογραφηθεί, της αρμόδιας υπηρεσίας της Διεύθυνσης Δασών, με το οποίο βεβαιώνεται ο χαρα­κτήρας της έκτασης. Για τη χορήγηση του πιστοποιητι­κού καταβάλλεται ειδικό τέλος υπέρ του εκδότη του πι­στοποιητικού, το ύψος του οποίου καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 22.
4. Στις πράξεις που συντάσσουν οι συμβολαιογράφοι για τις εκτάσεις που περιλαμβάνονται στον κυρωμένο δασικό χάρτη υποχρεούνται να μνημονεύουν το περιε­χόμενο των πιστοποιητικών της προηγουμένης παρα­γράφου. Δεν επιτρέπεται η εγγραφή ή η μετεγγραφή των πράξεων αυτών στα οικεία υποθηκοφυλακεία και κτηματολογικά γραφεία, αν δεν έχει τηρηθεί η υποχρέ­ωση αυτή.

Άρθρο 21

Εξουσιοδοτικές διατάξεις

1. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέρ­γειας και Κλιματικής Αλλαγής καθορίζονται:
α. Οι τεχνικές προδιαγραφές, με τις οποίες προσδιορί­ζονται η παραγωγή και ο τρόπος εφοδιασμού των κε­ντρικών και περιφερειακών δασικών υπηρεσιών με το αεροφωτογραφικό και χαρτογραφικό υλικό, και ο καθορι­σμός των κλιμάκων της παραγράφου 1 του άρθρου 13, ο τρόπος φωτοερμηνείας και χρησιμοποίησης των φωτοερμηνευτικών στοιχείων, ο τρόπος καθορισμού των περι­μέτρων των δασικών εκτάσεων, τα παραδεκτά όρια για τον υπολογισμό των συντεταγμένων των κορυφών τους και τον υπολογισμό των εμβαδών τους, ο τρόπος κωδι­κοποίησης του αεροφωτογραφικού και χαρτογραφικού υλικού και των δασικών χαρτών, η διαδικασία της ανα­γκαίας για τον καθορισμό των περιμέτρων ευθυγράμμι­σης των ορίων των δασικών εκτάσεων, τα στοιχεία της δασικής υπηρεσίας που μπορούν να λαμβάνονται υπόψη κατά την κατάρτιση, ο προσδιορισμός και ο τρόπος διόρ­θωσης των πρόδηλων σφαλμάτων και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την κατά το άρθρο 13 κατάρτιση και τήρηση των δασικών χαρτών, την ανάθεση των σχετικών εργα­σιών σε τρίτους, την εκτέλεση και την παραλαβή τους.
β. Θέματα σχετικά με την κατά το άρθρο 14 διαδικασία ανάρτησης και δημοσιοποίησης των δασικών χαρτών και τον τρόπο ενημέρωσης και πρόσκλησης των ενδιαφερο­μένων προς υποβολή αντιρρήσεων.
γ. Θέματα σχετικά με τη σύνταξη, υποβολή, παραλαβή και καταχώριση των αντιρρήσεων και των συνοδευτικών τους στοιχείων, τον τρόπο προσδιορισμού των συντε­ταγμένων των κορυφών των πολυγώνων στις εκτάσεις που αμφισβητείται ο χαρακτήρας, τον τρόπο και τη διαδι­κασία ψηφιοποίησης των στοιχείων των αντιρρήσεων, οι οποίες έχουν υποβληθεί με τη διαδικασία του άρθρου 14 του ν. 998/1979 και εκκρεμούν κατά το χρόνο ανάρτησης ενώπιον των Επιτροπών της παραγράφου 3 του άρθρου 10 του ίδιου νόμου, τον τρόπο παροχής γενικότερων ο­δηγιών και διευκρινίσεων για την υποβολή αντιρρήσεων και τη διαδικασία διόρθωσης των πρόδηλων σφαλμάτων τους, τον τρόπο τεκμηρίωσης των αντιρρήσεων αυτών, καθώς και την ανάθεση σε τρίτους βοηθητικών εργασιών καταχώρισης, επεξεργασίας και προετοιμασίας της εξέ­τασης τους από τις ΕΠ.Ε.Α, σύμφωνα με τα άρθρα 15 έ­ως 18.
δ. Ειδικά θέματα που αφορούν τη διαδικασία κατάρτι­σης, διόρθωσης και συμπλήρωσης των δασικών χαρτών, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 13, 17 και 19.
ε. Ο τρόπος κάλυψης των απαιτούμενων δαπανών για την κατάρτιση, την ανάρτηση, τις διορθώσεις και τις συ­μπληρώσεις των δασικών χαρτών, για τις βοηθητικές ερ­γασίες καταχώρισης και προετοιμασίας της εξέτασης των αντιρρήσεων και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
στ. Θέματα σχετικά με τη συγκρότηση και τη λειτουρ­γία των ΕΠ.Ε.Α., τα προσόντα και τον τρόπο ορισμού των μελών τους, την εκπαίδευση και την ενημέρωσή τους σε εξειδικευμένα θέματα της δασικής νομοθεσίας, την οργάνωση της διαδικασίας εξέτασης των αντιρρήσε­ων, την επιστημονική, τεχνική και διοικητική υποστήριξη των ΕΠ.Ε.Α. στο έργο τους και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
ζ. Οι τεχνικές προδιαγραφές αποτύπωσης στο δασικό χάρτη των στοιχείων που αφορούν στα εγκεκριμένα ό­ρια των οικισμών, τα όρια των εγκεκριμένων πολεοδομι­κών μελετών και ρυμοτομικών σχεδίων, καθώς και τα ό­ρια των σχεδίων πολεοδομικών μελετών και σχεδίων πό­λεως που έχουν εκπονηθεί και δεν έχουν εγκριθεί για ο­ποιονδήποτε λόγο, σύμφωνα με το άρθρο 23.
η. Τα κριτήρια και η διαδικασία της προσωρινής διάθε­σης δημοσίων υπαλλήλων, υπαλλήλων νομικών προσώ­πων δημοσίου δικαίου και φορέων του ευρύτερου δημό­σιου τομέα, κατά την παράγραφο 3 του άρθρου 18, και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
θ. Ο τύπος και το περιεχόμενο των πιστοποιητικών και βεβαιώσεων για το δασικό ή μη χαρακτήρα των εκτάσε­ων, που εκδίδονται σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 20.
2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής μπορεί να καθορίζεται η αποζημίωση των δημοσίων υ­παλλήλων και των υπαλλήλων νομικών προσώπων δη­μοσίου δικαίου και φορέων του ευρύτερου δημόσιου το­μέα που διατίθενται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην πε­ρίπτωση η’ της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 22

Τέλη

1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθο­ρίζεται το ύψος και ο τρόπος καταβολής, είσπραξης και διάθεσης των τελών για την έκδοση των εγγράφων που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 20.
2. Με όμοια απόφαση καθορίζεται το ύψος και ο τρό­πος καταβολής και είσπραξης του ειδικού τέλους άσκη­σης των αντιρρήσεων της παραγράφου 1 του άρθρου 15, το οποίο κατατίθεται στο Πράσινο Ταμείο, σε ειδικό Κω­δικό με την ονομασία «Ταμείο Δασικών Χαρτών», και κλι­μακώνεται ανάλογα με το εμβαδόν της έκτασης της ο­ποίας αμφισβητείται ο χαρακτήρας. Το τέλος αυτό μπο­ρεί να μειώνεται με βάση ειδικούς συντελεστές, ανάλο­γα με τον τρόπο υποβολής των αντιρρήσεων και των συ­ναφών αποδεικτικών στοιχείων.
Το ανωτέρω τέλος διατίθεται εξ ολοκλήρου για την κά­λυψη της δαπάνης κύρωσης των δασικών χαρτών. Εφό­σον δεν επαρκεί, επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται για το σκοπό αυτόν και άλλοι πόροι του Ειδικού Φορέα Δα­σών, εκ των οριζομένων στο άρθρο 8 παρ. 3 του ν. 3208/2003, όπως τροποποιείται με τον παρόντα νόμο. Μετά την ολοκλήρωση της κύρωσης των δασικών χαρ­τών τυχόν διαθέσιμο υπόλοιπο του τέλους διατίθεται για τους λοιπούς σκοπούς του Ειδικού Φορέα Δασών.
3. Τα τέλη των παραγράφων 1 και 2 μπορεί να αναπρο­σαρμόζονται με όμοια απόφαση των ιδίων Υπουργών.
4. Οι δαπάνες κατάρτισης, ανάρτησης, διόρθωσης, συ­μπλήρωσης και κύρωσης δασικών χαρτών των οποίων οι σχετικές εργασίες έχουν ήδη ανατεθεί, εφόσον αφο­ρούν περιοχές οι οποίες κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος έχουν κηρυχθεί υπό κτηματογράφηση, μπορεί να καλύπτονται και από το τέλος κτηματογράφησης της παραγράφου 10 του άρθρου 2 του ν. 2308/1995.

Άρθρο 23

Αποτύπωση ορίων οικισμών στους δασικούς χάρτες

1. Για τις περιοχές όπου η κατάρτιση των δασικών χαρ­τών έχει ολοκληρωθεί ή βρίσκεται σε εξέλιξη, η αρμόδια Διεύθυνση Δασών ή η εταιρεία «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.», στην περίπτωση της παραγράφου 4 του άρθρου 13, απο­στέλλει, μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από τη δημοσίευ­ση του παρόντος νόμου, στις αρμόδιες υπηρεσίες των οικείων πρωτοβάθμιων και δευτεροβάθμιων Ο.Τ.Α., στη Διεύθυνση Περιβάλλοντος και Χωροταξίας της Περιφέ­ρειας και στις Διευθύνσεις Τοπογραφικών Εφαρμογών και Πολεοδομικού Σχεδιασμού του Υπουργείου Περι­βάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, ψηφιακά αντίγραφα των υπό κατάρτιση δασικών χαρτών. Οι υπη­ρεσίες στις οποίες διαβιβάζονται τα αντίγραφα, επιση­μαίνουν με πορτοκαλί χρώμα το περίγραμμα των ορίων των οικισμών, όπως τα όρια αυτά έχουν εγκριθεί με πρά­ξεις της Διοίκησης σύμφωνα με τις διατάξεις των προε­δρικών διαταγμάτων της 21.11-1.12.1979 (ΦΕΚ 693 Δ’), της 2.3-13.3.1981 (ΦΕΚ 138 Δ’) ή της 24.4-3.5.1985 (ΦΕΚ 181 Δ’), καθώς και τα όρια των εγκεκριμένων πο­λεοδομικών μελετών και ρυμοτομικών σχεδίων, εφόσον δεν απεικονίζονται στους χάρτες ή ελέγχουν και διορ­θώνουν τα όρια που υπάρχουν σε αυτούς. Αντίστοιχα, ε­νημερώνουν τους χάρτες επισημαίνοντας με κίτρινο πε­ρίγραμμα τα όρια των οικισμών που έχουν οριοθετηθεί με άλλες διατάξεις, καθώς και τα όρια των σχεδίων πο­λεοδομικών μελετών και σχεδίων πόλεως που έχουν εκ­πονηθεί για τις περιοχές της αρμοδιότητάς τους και δεν έχουν εγκριθεί για οποιονδήποτε λόγο, εφόσον τα όρια αυτά εμπίπτουν, εν όλω ή εν μέρει, στους καταρτιζόμε­νους δασικούς χάρτες.
2. Αντίγραφα των διαγραμμάτων που είναι προσαρτη­μένα σε εγκεκριμένες πολεοδομικές μελέτες και σχέδια πόλεως ή σε πράξεις οριοθέτησης οικισμών σύμφωνα με τις διατάξεις των προεδρικών διαταγμάτων της 21.11­1.12.1979, της 2.3-13.3.1981 ή της 24.4-3.5.1985, καθώς και αντίγραφα των υπό κατάρτιση δασικών χαρτών, με α­ποτυπωμένα τα όρια των οικισμών που έχουν εγκριθεί με άλλες διατάξεις ή τα όρια σχεδίων πολεοδομικών μελε­τών και σχεδίων πόλεως που για οποιονδήποτε λόγο δεν έχουν εγκριθεί, επιστρέφονται στη Διεύθυνση Δασών ή στην Εταιρεία «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.», στην περίπτωση της παραγράφου 4 του άρθρου 13, θεωρημένα από τις υπηρεσίες του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία παραλαβής τους, άλλως τεκμαίρεται ότι δεν υπάρχουν τέτοια σχέδια.
3. Οι υποχρεώσεις των υπηρεσιών και η διαδικασία που προβλέπεται στις προηγούμενες παραγράφους, μπορεί να αναπληρώνεται με την αποστολή και την απει­κόνιση των εγκεκριμένων ορίων οικισμών, των εγκεκρι­μένων πολεοδομικών μελετών και ρυμοτομικών σχε­δίων, καθώς και αυτών που έχουν εκπονηθεί αλλά δεν έ­χουν εγκριθεί, σε ψηφιακό αρχείο.
4. Για τις νέες μελέτες κατάρτισης δασικών χαρτών οι αρμόδιες υπηρεσίες των οικείων πρωτοβάθμιων και δευ­τεροβάθμιων Ο.Τ.Α., η Διεύθυνση Περιβάλλοντος και Χωροταξίας της Περιφέρειας και οι Διευθύνσεις Τοπο­γραφικών Εφαρμογών και Πολεοδομικού Σχεδιασμού του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματι­κής Αλλαγής υποχρεούνται, εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών από την υποβολή του σχετικού αιτήματος, να χο­ρηγούν στην αρμόδια Διεύθυνση Δασών ή την εταιρεία «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.», στη περίπτωση της παραγρά­φου 4 του άρθρου 13, αντίγραφα, σε ψηφιακή μορφή, κάθε πράξης της Διοίκησης στην οποία αποτυπώνονται τα όρια εγκεκριμένων πολεοδομικών μελετών, ρυμοτομι­κών σχεδίων και οικισμών οριοθετημένων σύμφωνα με τις διατάξεις των προεδρικών διαταγμάτων της 21.11­1.12.1979, της 2.3-13.3.1981 ή της 24.4-3.5.1985, καθώς και τα όρια σχεδίων πολεοδομικών μελετών και σχεδίων πόλεως που έχουν εκπονηθεί αλλά δεν έχουν εγκριθεί για οποιονδήποτε λόγο ή τα όρια οικισμών που έχουν ε­γκριθεί σύμφωνα με άλλες διατάξεις, στην περιοχή αρμοδιότητάς της. Αντίγραφα των αρχείων που περιέρχο­νται από τις υπηρεσίες των Ο.Τ.Α. και των Περιφερειών αποστέλλονται και στο Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ε­νέργειας και Κλιματικής Αλλαγής.
5. Οι προηγούμενες παράγραφοι δεν εφαρμόζονται, ό­ταν τα στοιχεία οριοθέτησης ή πολεοδόμησης των οικι­σμών συνιστούν συμβατικό αντικείμενο των αναθέσεων μελετών για την κατάρτιση δασικών χαρτών ή έχουν ήδη παρασχεθεί στην αρμόδια Διεύθυνση Δασών. Στις περι­πτώσεις αυτές, πριν από την ανάρτηση του καταρτισθέ­ντος δασικού χάρτη, η Διεύθυνση Δασών οφείλει να α­ποστείλει αντίγραφο στις αρμόδιες υπηρεσίες των Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού, στη Διεύθυνση Πε­ριβάλλοντος και Χωροταξίας της Περιφέρειας και στις Διευθύνσεις Τοπογραφικών Εφαρμογών και Πολεοδομι­κού Σχεδιασμού του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέρ­γειας και Κλιματικής Αλλαγής, κατά περίπτωση, για έ­λεγχο και θεώρηση των αναγραφόμενων ορίων. Οι υπη­ρεσίες υποχρεούνται να επιστρέψουν το αντίγραφο του δασικού χάρτη ελεγμένο και θεωρημένο μέσα σε απο­κλειστική προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την ημε­ρομηνία παραλαβής του. Σε περίπτωση παρέλευσης της προθεσμίας αυτής τεκμαίρεται ότι τα όρια οικισμών ή πο­λεοδομικών μελετών έχουν αποτυπωθεί σωστά.

Άρθρο 24

Οικισμοί στερούμενοι νόμιμης έγκρισης

1. Τα όρια των περιοχών που χαρακτηρίζονται στον υ­πό ανάρτηση δασικό χάρτη ως δασικές και συγχρόνως περιλαμβάνονται:
α. εντός οικισμών οι οποίοι δεν έχουν οριοθετηθεί σύμφωνα με τις διατάξεις των προεδρικών διαταγμάτων της 21.11-1.12.1979, της 2.3-13.3.1981, ή της 24.4­3.5.1985 αλλά σύμφωνα με άλλες διατάξεις, ή
β. εντός των ορίων σχεδίων πολεοδομικών μελετών και σχεδίων πόλεως που δεν έχουν εγκριθεί για οποιον­δήποτε λόγο, επισημαίνονται με κίτρινο περίγραμμα και κίτρινη δια­γράμμιση.
Για τις περιοχές αυτές, μετά την ανάρτηση του δασι­κού χάρτη, αναστέλλεται επί δύο (2) έτη, με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερ­νήσεως, η διαδικασία υποβολής αντιρρήσεων και η έκδοση ή η αναθεώρηση οικοδομικών αδειών. Η αναστολή μπορεί να παρατείνεται για ένα (1) ακόμη έτος με από­φαση του ίδιου Υπουργού, εφόσον συντρέχει σπουδαίος λόγος.
2. Με μέριμνα του οικείου πρωτοβάθμιου Ο.Τ.Α. συ­ντάσσεται το αργότερο εντός εννέα (9) μηνών από την τελευταία ανάρτηση του δασικού χάρτη πλήρης έκθεση για τις περιοχές της προηγούμενης παραγράφου, όπου καταγράφονται τεκμηριωμένα:
α. οι υφιστάμενες χρήσεις,
β. ο χρόνος μεταβολής της δασικής μορφής και
γ. αν η μεταβολή της δασικής μορφής επήλθε δυνάμει διοικητικών πράξεων που δεν έχουν ανακληθεί ή ακυρωθεί. Ακριβή αντίγραφα των πράξεων αυτών ενσωματώ­νονται σε ειδικό παράρτημα της συντασσόμενης έκθε­σης.
Κάθε αποδεικτικό, των ανωτέρω, στοιχείο υποβάλλε­ται από τους ενδιαφερόμενους στον οικείο πρωτοβάθμιο Ο.Τ.Α, το αργότερο μέσα σε τρεις (3) μήνες από την τε­λευταία ανάρτηση του δασικού χάρτη, κατόπιν προσκλή­σεως του Ο.Τ.Α.. Η πρόσκληση αναρτάται στο οικείο δη­μοτικό κατάστημα , σε κεντρικό σημείο των τοπικών δια­μερισμάτων, καθώς και στην ιστοσελίδα του οικείου Ο.Τ.Α. και δημοσιεύεται με μέριμνα και δαπάνη του σε μία τοπική εφημερίδα και μία εφημερίδα πανελλήνιας κυ­κλοφορίας.
Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργει­ας και Κλιματικής Αλλαγής καθορίζονται τα στοιχεία που λαμβάνονται υπόψη για την τεκμηρίωση της αιτίας μεταβολής της δασικής μορφής, τα απαιτούμενα δικαιο­λογητικά και κάθε άλλη λεπτομέρεια αναγκαία για την ε­φαρμογή της παραγράφου αυτής.
3. Η έκθεση του πρωτοβάθμιου Ο.Τ.Α. που συντάσσε­ται κατά την προηγούμενη παράγραφο, υποβάλλεται στα αρμόδια Δασαρχεία για τη διατύπωση γνώμης, ως προς το χρόνο και τα αίτια της μεταβολής της δασικής μορ­φής, και στη συνέχεια αποστέλλεται στη Γενική Διεύθυν­ση Ανάπτυξης και Προστασίας Δασών και Φυσικού Περι­βάλλοντος του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής. Η Γενική Διεύθυνση, αφού δια­τυπώσει τη δική της γνώμη για τη μεταβολή της δασικής μορφής, προωθεί το φάκελο στην Ειδική Γραμματεία Δα­σών του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλι­ματικής Αλλαγής, η οποία τον διαβιβάζει στο Κεντρικό Συμβούλιο Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος του Υπουργείου, για να γνωμοδοτήσει αν συντρέχουν προϋ­ποθέσεις πολεοδόμησης. Η γνώμη κάθε υπηρεσίας πα­ρέχεται μέσα σε προθεσμία δύο (2) μηνών από την υπο­βολή της έκθεσης του Ο.Τ.Α. σε αυτήν.
4.α. Μετά τη διατύπωση των γνωμών της προηγούμε­νης παραγράφου ο Υπουργός Περιβάλλοντος, Ενέργει­ας και Κλιματικής Αλλαγής εξετάζει τα στοιχεία του φα­κέλου και κάθε άλλο σχετικό στοιχείο. Εφόσον ο δασι­κός χαρακτήρας της περιοχής έχει μεταβληθεί με πρά­ξεις της Διοίκησης που δεν έχουν ακυρωθεί ή ανακληθεί και συντρέχουν προϋποθέσεις για την πολεοδόμησή της, ο Υπουργός εκδίδει πράξη που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως για την περαίωση της δια­δικασίας κύρωσης του δασικού χάρτη, ως προς την πε­ριοχή αυτή, και την έναρξη της διαδικασίας πολεοδόμησής της. Από την πολεοδόμηση εξαιρούνται τα τμήματα που διατηρούν το δασικό χαρακτήρα τους και παραμε­νουν εκτός σχεδίου, για τα οποία η αναστολή της παρα­γράφου 1 αίρεται αυτοδικαίως και εκδίδεται από τη Διεύ­θυνση Δασών πρόσκληση για την υποβολή αντιρρήσεων σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 14 έως 19.
β. Η περιοχή που εξαιρείται από το δασικό χάρτη πολεοδομείται με προεδρικό διάταγμα, ύστερα από πρότα­ση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιμα­τικής Αλλαγής, με τη διαδικασία που προβλέπει η κείμε­νη νομοθεσία ή, εφόσον πρόκειται για οικισμό κάτω των 2.000 κατοίκων, εκδίδεται πράξη οριοθέτησής του σύμ­φωνα με τις ισχύουσες πολεοδομικές διατάξεις. Κατά την πολεοδόμηση:
αα. τα εντός της πολεοδομούμενης περιοχής αδόμητα τμήματα, ανάλογα με το μέγεθός τους, χαρακτηρίζονται ως άλση και πάρκα, διεπόμενα από τις διατάξεις της δα­σικής νομοθεσίας ή δομούνται με ειδικούς όρους και πε­ριορισμούς δόμησης και
ββ. καθορίζονται αυστηροί όροι και περιορισμοί δόμη­σης των πολεοδομούμενων τμημάτων για την προστασία και την ανάδειξη της δασικής βλάστησης.
γ. Η αναστολή της παραγράφου 1 αίρεται αυτοδικαίως και στην περίπτωση που διαπιστώνεται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής το μη επιτρεπτό της μεταβολής του δασικού χαρακτήρα της περιοχής, οπότε η διαδικασία κύρωσης του δασικού χάρ­τη συνεχίζεται με πρόσκληση των ενδιαφερομένων από την αρμόδια Διεύθυνση Δασών για την υποβολή αντιρρή­σεων σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 14 έως 19.
5. Από την ανάρτηση του δασικού χάρτη η έκδοση οι­κοδομικών αδειών για την εκτέλεση οποιουδήποτε έρ­γου ή την ανέγερση ή επέκταση κατασκευής σε περιο­χές που χαρακτηρίζονται από αυτόν ως δασικές, επιτρέ­πεται μόνο σύμφωνα με τις διατάξεις της δασικής νομο­θεσίας, ύστερα από άδεια της αρμόδιας δασικής αρχής, ακόμα και στην περίπτωση που η περιοχή τελεί υπό δια­δικασία πολεοδόμησης.
6. Μέχρι την ανάρτηση του αντίστοιχου δασικού χάρ­τη, η έκδοση νέων οικοδομικών αδειών ή αδειών επέκτα­σης σε εκτάσεις κείμενες εκτός σχεδίου ή εντός οικι­σμών που δεν έχουν οριοθετηθεί κατά τις διατάξεις των προεδρικών διαταγμάτων της 21.11-1.12.1979, της 2.3­13.3.1981 ή της 24.4-3.5.1985 ή έχουν οριοθετηθεί σύμ­φωνα με άλλες διατάξεις ή με αποφάσεις που ακυρώθη­καν ή κρίθηκαν ανίσχυρες με δικαστικές αποφάσεις, επι­τρέπεται μόνο αν βεβαιώνεται από το οικείο Δασαρχείο ότι ο χαρακτήρας τους δεν είναι δασικός. Δεν απαιτείται η παραπάνω βεβαίωση εάν πρόκειται για αναθεώρηση οι­κοδομικών αδειών με την οποία δεν επέρχεται αύξηση του όγκου ή της κάλυψης της υφιστάμενης οικοδομής ή για την έγκριση εργασιών μικρής κλίμακας. Αδειες επέμ­βασης που χορηγούνται κατά τις διατάξεις των άρθρων 45 παράγραφος 1 και 58 παράγραφος 2 του ν. 998/1979 δεν εμπίπτουν στους περιορισμούς του πρώτου εδαφίου της περίπτωσης αυτής.
Άρθρο 25
Λοιπές διατάξεις
1. Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 9 του ν. 998/1979 προστίθενται δύο εδάφια ως εξής:
«Επίσης, α) γνωμοδοτεί: αα) για θέματα κανονισμών, τεχνικών προδιαγραφών και διαγραμμάτων όλων των συντασσομένων δασοπονικών μελετών και μελετών δασοτεχνικών έργων και για την έγκριση γενικής φύσεως μελετών, ββ) για θέματα διαδικασιών εκτέλεσης έργων, όπως σχεδίων αναλύσεως τιμών, γενικών και συγγρα­φών υποχρεώσεων, και γγ) για γενικότερα θέματα προ­γραμματισμού στη δασοπονία και την έγκριση των ετή­σιων και πολυετών προγραμμάτων αυτής, β) διατυπώνει γνώμη επί των ερωτημάτων που υποβάλλονται από τις Επιτροπές Εξέτασης Αντιρρήσεων (ΕΠ.Ε.Α.) για την επί­λυση τεχνικών ζητημάτων μείζονος σημασίας κατά τη διαδικασία της κύρωσης των δασικών χαρτών και γ) απο­φασίζει: αα) στις περιπτώσεις αναπομπής υποθέσεως κατόπιν εκδόσεως ακυρωτικής δικαστικής αποφάσεως που αφορά την κύρωση δασικού χάρτη και ββ) για τον ειδικότερο χαρακτήρα, κατά τις παραγράφους 1, 2, 3, 4 και 5 του ν. 998/1979, των περιοχών που αποτυπώνονται σε δασικό χάρτη μέχρι την κατάρτιση και τήρηση Δασο­λογίου.»
2. Η παράγραφος 3 του άρθρου 9 του ν. 998/1979 αντι­καθίσταται ως εξής:
«3. Το Τεχνικό Συμβούλιο Δασών συγκροτείται από: α) ένα μέλος του Ν.Σ.Κ. με βαθμό τουλάχιστον Παρέδρου που υπηρετεί στο Υπουργείο Περιβάλλοντος, ως Πρόε­δρος, με το νόμιμο αναπληρωτή του, β) τους Προϊσταμέ­νους των Διευθύνσεων Προστασίας Δασών, Δασικών Χαρτών, Αισθητικών Δασών, Δρυμών και Θήρας, και Δια­χείρισης Δασών, με τους νόμιμους αναπληρωτές τους, γ) έναν Καθηγητή Α.Ε.Ι. Δασολογικού Τμήματος της Γε­ωπονικής ή της Δασολογικής Σχολής και δ) έναν ειδικό επιστήμονα δασικού ινστιτούτου του Ε.Θ.Ι.Α.Γ.Ε., με τους αναπληρωτές τους.»
3. Η παράγραφος 4 του άρθρου 14 του ν. 998/1979 α­ντικαθίσταται ως εξής:
«4. Οι πράξεις του Δασάρχη και οι αποφάσεις των Ε­πιτροπών που εκδίδονται κατά τις προηγούμενες παρα­γράφους, με τις οποίες περιοχές ή τμήματά τους χαρα­κτηρίζονται ως δάση ή δασικές εκτάσεις, λαμβάνονται υ­ποχρεωτικά υπόψη κατά την κατάρτιση του δασικού χάρ­τη και τη σύνταξη του δασολογίου της αντίστοιχης πε­ριοχής.»
4. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 8 του ν. 3208/2003 προστίθεται περίπτωση κα’ ως εξής:
«κα) Το ειδικό τέλος υποβολής αντιρρήσεων κατά τη διαδικασία κύρωσης των δασικών χαρτών.»
5. H περίπτωση ιγ’ της παραγράφου 5 του άρθρου 8 του ν. 3208/2003 αντικαθίσταται ως εξής:
«ιγ) Την κατάρτιση, ανάρτηση, τις διορθώσεις και συ­μπληρώσεις των δασικών χαρτών, την εξέταση των α­ντιρρήσεων από τις Επιτροπές Εξέτασης Αντιρρήσεων (ΕΠ.Ε.Α.) και την υποστήριξη του έργου τους, την κατάρ­τιση Δασολογίου και τη χρηματοδότηση της προμήθειας του αναγκαίου εξοπλισμού.»
6. Η ισχύς των παραγράφων 1, 4 και 5 του άρθρου 13 του ν. 3208/2003 αναστέλλεται για χρονικό διάστημα ε­νός έτους. Η αναστολή αφορά και εκκρεμείς διαδικασίες σε όποιο στάδιο και αν βρίσκονται.
7. Η παράγραφος 18 του άρθρου 28 του ν. 2664/1998 (ΦΕΚ 275 Α’), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«18. α. Μετά την ανάρτηση του δασικού χάρτη οι Επι­τροπές Επίλυσης Δασικών Αμφισβητήσεων της παρα­γράφου 3 του άρθρου 10 του ν. 998/1979 καθίστανται α­ναρμόδιες για την εξέταση θεμάτων που ανάγονται στο χαρακτηρισμό εκτάσεων που εμπίπτουν στο χάρτη αυ­τόν. Αιτήσεις που έχουν υποβληθεί κατά τη διαδικασία του άρθρου 14 του ν. 998/1979 και δεν έχουν εξετασθεί μέχρι την ανάρτηση του δασικού χάρτη, καθώς και οι κα­τά την πιο πάνω διαδικασία υποθέσεις που εκκρεμούν στις Επιτροπές της παραγράφου 3 του άρθρου 10 του ί­διου νόμου, θεωρούνται ως αντιρρήσεις και παραπέμπο­νται προς εξέταση στην αρμόδια Επιτροπή Εξέτασης Α­ντιρρήσεων (ΕΠ.Ε.Α.).
β. Κατά την διαδικασία κατάρτισης, θεώρησης και κύ­ρωσης του δασικού χάρτη λαμβάνονται υποχρεωτικά υ­πόψη:
αα. οι τελεσίδικες ενώπιον της Διοικήσεως, κατά τη διαδικασία του άρθρου 14 του ν. 998/1979, πράξεις χα­ρακτηρισμού των Δασαρχών και οι αποφάσεις των Επι­τροπών της παραγράφου 3 του άρθρου 10 του ίδιου νό­μου, και
ββ. οι πράξεις κήρυξης εκτάσεων, σαφώς οριοθετημένων, ως αναδασωτέων, κατά τις διατάξεις των άρθρων 37 επ. του ν. 998/1979.»
8. Στην παράγραφο 24 του άρθρου μόνου του π.δ. 541/1978 μετά την εντός παρενθέσεως λέξη «εγκα­ταστάσεων», προστίθεται εδάφιο ως εξής: «και εκτέλε­ση εργασιών κατάρτισης, διόρθωσης και συμπλήρωσης των δασικών χαρτών, καταχώρισης και προετοιμασίας ε­ξέτασης των αντιρρήσεων από τις Επιτροπές Εξέτασης Αντιρρήσεων (ΕΠ.Ε.Α.).».
9. Στην περίπτωση 24 της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του ν. 3316/2005 (ΦΕΚ 42 Α’) οι λέξεις «κατάρτισης δα­σικών χαρτών» αντικαθίστανται από τις λέξεις «κατάρτι­σης, συμπλήρωσης και διόρθωσης δασικών χαρτών».
10. Η παράγραφος 1 του άρθρου 4 του ν. 3818/2010 (ΦΕΚ 17 Α’) αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Η εταιρεία «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.» θέτει σε λει­τουργία, υπό την εποπτεία του Οργανισμού Κτηματολο­γίου και Χαρτογραφήσεων Ελλάδος, που συγκροτήθηκε με το ν. 1647/1986 (ΦΕΚ 141 Α’), σύστημα τηλεπισκοπικής περιοδικής χαρτογράφησης του Νομού Αττικής και ενημερώνει κάθε δύο (2) μήνες, και συγκεκριμένα μέσα στο πρώτο τριήμερο κάθε δεύτερου μήνα από την έναρ­ξη της λειτουργίας του συστήματος, την Ειδική Υπηρε­σία Κατεδαφίσεων του άρθρου 7 για κάθε νέο κτίσμα που εντοπίζεται σε γήπεδο κείμενο εκτός σχεδίου πόλε­ως και εκτός ορίων οριοθετημένου οικισμού, στις περιο­χές του περιγράμματος της παραγράφου 1 του άρθρου 1, αναφέροντας υποχρεωτικά τις γεωγραφικές συντε­ταγμένες του κτίσματος. Στις περιοχές που χαρτογρα­φούνται περιοδικά, σύμφωνα με την παρούσα παράγρα­φο, εντάσσονται και οι περιοχές της ΒΑ Αττικής οι οποί­ες κηρύσσονται αναδασωτέες λόγω καταστροφής τους από πυρκαγιά κατά τη διάρκεια του έτους 2010.»
11. Μετά την παράγραφο 2 του άρθρου 4 του ν. 3818/2010 προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής:
«3. Το σύστημα τηλεπισκοπικής χαρτογράφησης μπο­ρεί να επεκτείνεται και σε άλλες περιοχές της Ελληνι­κής Επικράτειας που πλήττονται από πυρκαγιές με από­φαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλι­ματικής Αλλαγής, στην οποία καθορίζονται τα εδαφικά όρια, η χρονική διάρκεια και η περιοδικότητα των χαρτο­γραφήσεων.»
12. Στο τέλος του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 9 του ν. 3818/2010 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Η κατάργηση αφορά και εκκρεμείς διαδικασίες για το χαρακτηρισμό μιας έκτασης ως δασικής ή μη, προς το σκοπό της επίλυσης του σχετικού ζητήματος σε όποιο στάδιο και αν βρίσκονται.»

Άρθρο 26

Καταργούμενες και μεταβατικές διατάξεις

1. Το άρθρο 27 του ν. 2664/1998 καταργείται.
Όπου στις κείμενες διατάξεις γίνεται παραπομπή στο άρθρο αυτό, εφαρμόζονται οι αντίστοιχες διατάξεις των άρθρων 13 έως 22 του παρόντος κεφαλαίου.
2. Καταργούνται οι διατάξεις των άρθρων 1, 2, 3, 4 και 6 του άρθρου 27Α του ν. 2664/1998.
3. Κάθε άλλη διάταξη που αντίκειται στις διατάξεις του παρόντος νόμου καταργείται, με εξαίρεση τις διατάξεις του ν. 3028/2002.
4. Μετά την 1.1.2011 όπου στο νόμο αυτόν αναφέρεται:
α. τοπικό διαμέρισμα ή κοινότητα, ή δημοτικό διαμέρι­σμα σύμφωνα με το άρθρο 2 του ν. 3852/2010 (ΦΕΚ 87 Α’) νοείται τοπική ή δημοτική κοινότητα αντιστοίχως, και
β. Περιφέρεια και Γενικός Γραμματέας Περιφέρειας, σύμφωνα με το άρθρο 283 παρ. 3 του ν. 3852/2010 νοεί­ται η Αποκεντρωμένη Διοίκηση, ενώ σύμφωνα με το άρ­θρο 6 παρ. 2 του ίδιου νόμου νοείται ο Γενικός Γραμμα­τέας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης αντιστοίχως.
5. Μέχρι την κατά το άρθρο 3 του ν. 3208/2003 κατάρ­τιση και τήρηση Δασολογίου ο, κατά τις διατάξεις των παραγράφων 1, 2, 3, 4 και 5 του άρθρου 3 του ν. 998/1979, ειδικότερος χαρακτηρισμός των περιλαμβανό­μενων στον κυρωμένο δασικό χάρτη περιοχών είναι επι­τρεπτός μόνο για την εξυπηρέτηση δημοσίου σκοπού εκ των αναφερομένων στα άρθρα 58 και 59 του ν. 998/1979. Αρμόδιο για το χαρακτηρισμό είναι στην περίπτωση αυτή το Τεχνικό Συμβούλιο Δασών, το οποίο αποφαίνεται με­τά από γνώμη του οικείου Δασαρχείου και της αρμόδιας Διεύθυνσης Δασών.
6. Οι διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου καταλαμβά­νουν κάθε εκκρεμή διαδικασία κύρωσης δασικών χαρ­τών, ανεξαρτήτως του σταδίου στο οποίο βρίσκεται.
7. Μέχρι την έκδοση των προεδρικών διαταγμάτων και των υπουργικών αποφάσεων που προβλέπονται για την ρύθμιση ειδικών θεμάτων του παρόντος κεφαλαίου, ε­φαρμόζονται για τα θέματα αυτά οι υφιστάμενες κανονι­στικές πράξεις, κατά το μέρος που δεν αντίκεινται στις διατάξεις του παρόντος νόμου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ’
ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 27

Συμβούλιο Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας – Αττικής

Το άρθρο 6 του ν. 1515/1985 (ΦΕΚ 18 Α’), το οποίο κα­ταργήθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 62 του ν. 1622/1986 (ΦΕΚ 92 Α’), επανέρχεται σε ισχύ ως εξής:
«Άρθρο 6
Συμβούλιο Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας – Αττικής
1. Συνιστάται στον Οργανισμό Αθήνας Συμβούλιο Ρυθ­μιστικού Σχεδίου Αθήνας-Αττικής ως συμβουλευτικό όρ­γανο για την παρακολούθηση της πραγματοποίησης των στόχων του Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας, καθώς και για τη σύνταξη των αναγκαίων αναθεωρήσεων και τροπο­ποιήσεων αυτού. Το Συμβούλιο Ρυθμιστικού Σχεδίου Α­θήνας αποτελείται από:
α) Τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιμα­τικής Αλλαγής ως Πρόεδρο του Συμβουλίου.
β) Τους Υπουργούς Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Η­λεκτρονικής Διακυβέρνησης, Οικονομικών, Εθνικής Αμυ­νας, Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, Υποδο­μών, Μεταφορών και Δικτύων, Υγείας και Κοινωνικής Αλ­ληλεγγύης, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Προ­στασίας του Πολίτη, Θαλασσίων Μεταφορών, Νήσων και Αλιείας και Πολιτισμού και Τουρισμού, ως μέλη.
Οι Υπουργοί ορίζουν με απόφασή τους τον Γενικό Γραμματέα που θα τους αναπληρώνει στο Συμβούλιο. O Υπουργός Εθνικής Αμυνας ορίζει με απόφασή του ανώ­τερο ή ανώτατο αξιωματικό που θα τον αναπληρώνει στο Συμβούλιο.
γ) Τον Πρόεδρο της Εκτελεστικής Επιτροπής του Ορ­γανισμού Αθήνας.
δ) Τον Περιφερειάρχη Αττικής.
ε) Τον Γενικό Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκη­σης Αττικής.
στ) Τον Δήμαρχο Αθηναίων και τον Δήμαρχο Πειραιά.
ζ) Τον Πρόεδρο της Τοπικής Ένωσης Δήμων και Κοινο­τήτων Νομού Αττικής (ΤΕΔΚΝΑ).
η) Τους Προέδρους του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλά­δας, του Γεωτεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας, του Οι­κονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδας, του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Ελλάδας, του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ), του Συνδέσμου Βιομηχανιών Αττικής και Πειραιώς (ΣΒΑΠ) και του Ξενο­δοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος. Οι διοικήσεις των ως άνω φορέων μπορούν να ορίσουν και αναπληρωτή του Προέδρου τους για τη συμμετοχή στο Συμβούλιο.
2. Το Συμβούλιο Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας-Αττικής συγκροτείται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερι­κών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής. Η Επιτροπή έχει νόμιμη σύνθεση ακόμα και αν δεν ορι­στούν ορισμένα από τα παραπάνω μέλη, εφόσον τα μέλη αυτά δεν υποδειχθούν μέσα σε ένα μήνα από τότε που ο αντίστοιχος φορέας έλαβε τη σχετική πρόσκληση.
3. Η θητεία των μελών του Συμβουλίου είναι τριετής. Ανάκληση του διορισμού κατά τη διάρκεια της θητείας είναι πάντοτε δυνατή, με ανάλογη εφαρμογή της παρα­γράφου 2 του άρθρου 7 του ν. 1515/1985.
4. Το Συμβούλιο συνέρχεται με τη συμμετοχή των Υ­πουργών τακτικά τουλάχιστον μια φορά ετησίως, με πρόσκληση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής. Το Συμβούλιο μπορεί να συγκα­λείται εκτάκτως, με τον ίδιο τρόπο, εφόσον υπάρχουν θέματα μείζονος σημασίας για τα οποία απαιτείται άμε­ση αντιμετώπιση. Σε αυτή την περίπτωση, στη σχετική πρόσκληση ορίζεται εάν, πέραν των τακτικών μελών, εί­ναι αναγκαία η παρουσία των καθ’ ύλην αρμόδιων Γενι­κών Γραμματέων των Υπουργείων ή των Αντιπεριφερειαρχών, ανάλογα με τα θέματα της ημερήσιας διάταξης. Στις συνεδριάσεις του Συμβουλίου μετέχουν τα μέλη της κατά το άρθρο 7 του ν. 1515/1985 Εκτελεστικής Επιτρο­πής του Οργανισμού Αθήνας. Ο Πρόεδρος του Οργανι­σμού Αθήνας μπορεί να καλέσει τον Προϊστάμενο ή και οποιοδήποτε άλλο στέλεχος του Οργανισμού να παρα­στεί στις συνεδριάσεις.
5. Το Συμβούλιο Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας-Αττικής:
α. Επιδιώκει την εναρμόνιση των διαφορετικών τομεακών πολιτικών ως προς την έκφρασή τους στο χώρο στα πλαίσια της στρατηγικής για τη βιώσιμη ανάπτυξη, όπως αυτή προσδιορίζεται στο Ρυθμιστικό Σχέδιο Αθήνας – Αττικής.
β. Συντονίζει, σε συνεργασία με τον Οργανισμό Αθή­νας, τις επί μέρους δράσεις των διαφόρων φορέων και τα επιτελικά προγράμματα που αφορούν στην Περιφέ­ρεια Αττικής και αντιμετωπίζει ζητήματα επικαλύψεων, ασυμβατοτήτων ή και ελλείψεων.
γ. Συμβάλλει με τη διατύπωση των θέσεων και απόψε­ων των μελών του στη διαδικασία αναθεώρησης ή και με­ρικής τροποποίησης του Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο νόμο με τον οποίο αυτό θεσμοθετείται.
δ. Παρακολουθεί την πορεία υλοποίησης του Ρυθμιστι­κού Σχεδίου, σε συνεργασία με τον Οργανισμό Αθήνας.
6. Για την προώθηση του έργου του το Συμβούλιο συντάσσει πορίσματα με γνωματεύσεις ή έγγραφες παρα­τηρήσεις για κάθε θέμα σχετικό με τα παραπάνω, τα ο­ποία κοινοποιεί στο Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργει­ας και Κλιματικής Αλλαγής και στην Εκτελεστική Επιτρο­πή του Οργανισμού Αθήνας, καθώς και σε όλα τα Υπουρ­γεία και τους φορείς που εκπροσωπούνται σε αυτό.
7. Για την υποστήριξη του έργου του Συμβουλίου συ­γκροτείται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής Επιστημονική Γραμ­ματεία αποτελούμενη από στελέχη του Οργανισμού Α­θήνας και από εκπροσώπους των υπουργείων και των φορέων που συμμετέχουν στο Συμβούλιο, οι οποίοι ορί­ζονται από τα αντίστοιχα μέλη του Συμβουλίου.
8. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέρ­γειας και Κλιματικής Αλλαγής ρυθμίζονται τα θέματα που αναφέρονται στην απαρτία του Συμβουλίου, στον τρόπο λήψης των αποφάσεων, στην αναπλήρωση, στον τρόπο τήρησης των πρακτικών, στον τρόπο πρόσκλησης, στην ημερήσια διάταξη, στη γραμματειακή εξυπηρέτηση του Συμβουλίου και κάθε σχετική λεπτομέρεια.»

Άρθρο 28

Ρύθμιση θεμάτων Ειδικής Υπηρεσίας Επιθεωρητών Περιβάλλοντος και άλλες διατάξεις

1. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 7 του π.δ. 165/2003 (ΦΕΚ 137 Α’) ο αριθμός «35» αντικαθίσταται από τον α­ριθμό «10».
2. Για τη διευκόλυνση του έργου των περιβαλλοντικών και ενεργειακών επιθεωρήσεων της Ειδικής Υπηρεσίας Επιθεωρητών Περιβάλλοντος και της Ειδικής Υπηρεσίας Επιθεωρητών Ενέργειας που απαιτεί, λόγω της φύσης της εργασίας, συνεχείς μετακινήσεις σε περιοχές της χώρας, δεν υπάρχει περιορισμός στον αριθμό των επι­τρεπόμενων εκτός έδρας ημερών ετησίως, καθώς και των αντίστοιχων προβλεπόμενων αποζημιώσεων, που κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων δεν μπορούν να υπερβαίνουν τις εκατόν είκοσι ημέρες ετησίως. Η α­ριθμ. 2/52971/0022/5.9.2007 κοινή υπουργική απόφαση (ΦΕΚ 1781 Β’) εφαρμόζεται για όλους τους επιθεωρητές της Ειδικής Υπηρεσίας Επιθεωρητών Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
3. Στο τέλος της παραγράφου 4 του άρθρου 6 του π.δ. 148/2009 (ΦΕΚ 190 Α’) προστίθενται νέα εδάφια ως ε­ξής:
«Η πλήρωση των θέσεων του προσωπικού του Συντο­νιστικού Γραφείου Αντιμετώπισης Περιβαλλοντικών Ζη­μιών (ΣΥΓΑΠΕΖ) γίνεται ύστερα από δημόσια προκήρυ­ξη, όπου προσδιορίζονται οι κατηγορίες των θέσεων και εξειδικεύονται τα κατά νόμο απαιτούμενα τυπικά προσό­ντα, καθώς και τυχόν πρόσθετα προσόντα, που πρέπει να συμπληρώνουν οι υποψήφιοι κάθε κατηγορίας για την κατάληψη της θέσεως. Για την κάλυψη των αναγκών του ΣΥΓΑΠΕΖ, μπορεί να αποσπάται προσωπικό που υ­πηρετεί με μόνιμη ή με ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρό­νου σχέση με το Δημόσιο και τον ευρύτερο δημόσιο το­μέα. Η απόσπαση γίνεται μετά από αίτηση του ενδιαφε­ρομένου με κοινή απόφαση του Υπουργού Περιβάλλο­ντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και του οικείου Υπουργού, χωρίς τη γνώμη υπηρεσιακού συμβουλίου. Η διάρκεια της απόσπασης ορίζεται για τρία έτη και μπορεί να παρατείνεται για ίσο χρονικό διάστημα ανάλογα με τις υπηρεσιακές ανάγκες με απόφαση του οικείου Υ­πουργού και του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής μετά από πρόταση του Ειδικού Γραμματέα Επιθεώρησης Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Για τη νομική υποστήριξη του έργου του ΣΥΓΑΠΕΖ συνι­στώνται τρεις θέσεις δικηγόρων με σχέση έμμισθης ε­ντολής, οι οποίοι προσλαμβάνονται σύμφωνα με τις δια­τάξεις του άρθρου 11 του ν. 1649/1986, όπως τροποποι­ήθηκε με το άρθρο 18 του ν. 1868/1989.»
4. Η περίπτωση δ’ του άρθρου 11 του ν. 3661/2008 (ΦΕΚ 89 Α’) διαγράφεται.
5. Στο τέλος του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 5 του άρθρου 6 του ν. 3818/2010 (ΦΕΚ 17 Α’) προστίθεται η φράση «κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων χω­ρίς να απαιτείται γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου».
Άρθρο 29
Θέματα Υπηρεσίας Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας
Το άρθρο 20 του ν. 3468/2006 (ΦΕΚ 129 Α’), όπως τρο­ποποιήθηκε με το άρθρο 11 του ν. 3851/2010 (ΦΕΚ 85 Α’) αντικαθίσταται, από τότε που ίσχυσε, ως εξής:

«Άρθρο 20

Υπηρεσία Α.Π.Ε.

1. Στη Γενική Γραμματεία Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής συνιστάται Υπηρεσία Εξυπηρέτη­σης Επενδυτών για έργα Α.Π.Ε., στην οποία εντάσσεται το Τμήμα Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας της Διεύθυν­σης Ανανεώσιμων Πηγών και Εξοικονόμησης Ενέργειας που μετονομάζεται σε Διεύθυνση Αποδοτικής Χρήσης και Εξοικονόμησης Ενέργειας. Στην Υπηρεσία Α.Π.Ε. συ­νιστάται θέση μετακλητού υπαλλήλου με βαθμό 2ο της κατηγορίας ειδικών θέσεων, ο οποίος προΐσταται της υ­πηρεσίας και λαμβάνει τις αντίστοιχες αποδοχές. Η κά­λυψη της ανωτέρω θέσης γίνεται κατά παρέκκλιση από κάθε άλλη σχετική διάταξη είτε με διορισμό είτε με το­ποθέτηση υπαλλήλου της Γενικής Γραμματείας Ενέργει­ας και Κλιματικής Αλλαγής είτε με απόσπαση από θέση νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου του δημόσιου το­μέα που εποπτεύεται από το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, ύστερα από γνώμη του οργάνου διοίκησης του νομικού αυτού προσώπου. Ο μετακλητός υπάλληλος ορίζεται με θητεία διάρκειας μέ­χρι τρία έτη με δυνατότητα ισόχρονης ανανέωσης. Προ­σόντα για το διορισμό, την τοποθέτηση ή την απόσπαση είναι η κατοχή πτυχίου Ανωτάτου Εκπαιδευτικού Ιδρύμα­τος και σημαντική εμπειρία σε έργα Α.Π.Ε.. Σε περίπτω­ση κάλυψης της ανωτέρω θέσης με απόσπαση ο απο­σπώμενος συνεχίζει να λαμβάνει το σύνολο των πάσης φύσεως αποδοχών, επιδομάτων και λοιπών αμοιβών του από τον φορέα από τον οποίο προέρχεται.
2. Η Υπηρεσία Α.Π.Ε. έχει τις ακόλουθες αρμοδιότη­τες:
α. Ενημέρωση και πληροφόρηση των επενδυτών για το θεσμικό, νομοθετικό, φορολογικό και χρηματοοικονο­μικό πλαίσιο των επενδύσεων σε έργα Α.Π.Ε., καθώς και για τις ενέργειες που απαιτούνται για την αδειοδότηση των έργων αυτών και την ένταξή τους σε υφιστάμενα ε­πενδυτικά προγράμματα ή σχεδιασμούς.
β. Παραλαβή αιτήσεων των επενδυτών, εφόσον επιθυ­μούν οι ενδιαφερόμενοι, με σκοπό τη διευκόλυνσή τους.
γ. Άμεση διαβίβαση του φακέλου, εφόσον επιθυμούν οι ενδιαφερόμενοι, στις αρμόδιες για τη διεκπεραίωση υ­πηρεσίες.
δ. Αναζήτηση από τις αρμόδιες υπηρεσίες πληροφοριών για λογαριασμό του αιτούντος επενδυτή σχετικά με την πρόοδο οποιασδήποτε διαδικασίας έχει κινηθεί κα­τόπιν αιτήσεώς του, καθώς και η μέριμνα για την επί-σπευσή της.
ε. Διατύπωση προτάσεων και λύσεων για την αποτελε­σματική αντιμετώπιση των διοικητικών δυσχερειών και προβλημάτων τα οποία προκύπτουν κατά την αδειοδοτική ή άλλη συναφή διαδικασία που αφορά σε έργα Α.Π.Ε..
στ. Επεξεργασία σχεδίων γενικών οδηγιών, εγκυκλίων και αποφάσεων για τη διευκόλυνση της αδειοδότησης των έργων Α.Π.Ε..
ζ. Υποβολή ερωτήσεων προς τις λοιπές Υπηρεσίες που εμπλέκονται στην αδειοδοτική διαδικασία έργων Α.Π.Ε. σε σχέση με την πορεία και την εξέλιξη της αδειοδότησης των έργων. Οι ανωτέρω Υπηρεσίες οφείλουν να α­ποστέλλουν αμελλητί στην Υπηρεσία Α.Π.Ε. σαφείς και πλήρεις απαντήσεις επί των ερωτημάτων αυτών, παρέ­χοντας διευκρινίσεις για τυχόν ελλείψεις του φακέλου που υπέβαλε ο επενδυτής και ακριβείς οδηγίες για τον τρόπο συμπλήρωσής τους.
η. Όλες τις αρμοδιότητες του Τμήματος Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας.
Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργει­ας και Κλιματικής Αλλαγής μπορεί να καθορίζεται ο τρό­πος και η διαδικασία άσκησης των αρμοδιοτήτων της Υ­πηρεσίας Α.Π.Ε., καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
3. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλε­κτρονικής Διακυβέρνησης, Οικονομικών και Περιβάλλο­ντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής καθορίζεται η οργάνωση της Υπηρεσίας Α.Π.Ε., η διάρθρωσή της σε δι­ευθύνσεις και τμήματα και συνιστώνται οι αναγκαίες για τη λειτουργία της οργανικές θέσεις μόνιμου και με σύμ­βαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προ­σωπικού κατά κλάδους, κατηγορίες και ειδικότητες.
4. Μέχρι να πληρωθούν οι θέσεις που συνιστώνται με το προεδρικό διάταγμα που προβλέπεται στην παράγρα­φο 3, επιτρέπεται η απόσπαση προσωπικού κατά παρέκ­κλιση των κειμένων διατάξεων από υπηρεσίες του Δημο­σίου, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και από φο­ρείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Η διάρκεια της α­πόσπασης ορίζεται σε τρία έτη με δυνατότητα ανανέω­σης για ίσο χρονικό διάστημα.
5. Μέχρι την κάλυψη των θέσεων της Υπηρεσίας Α.Π.Ε., που συνιστώνται σύμφωνα με το προεδρικό διά­ταγμα που προβλέπεται στην παράγραφο 3, η Υπηρεσία αυτή ασκεί μόνο τις αρμοδιότητες του τμήματος Ανανε­ώσιμων Πηγών Ενέργειας.
6. Η Υπηρεσία Α.Π.Ε. υποβάλλει, μέχρι την 1η Φεβρου­αρίου κάθε έτους, στον Υπουργό Περιβάλλοντος, Ενέρ­γειας και Κλιματικής Αλλαγής και τη Ρ.Α.Ε. έκθεση, στην οποία περιγράφονται και τεκμηριώνονται τα σημαντικό­τερα προβλήματα που αφορούν επενδύσεις στους το­μείς Α.Π.Ε., καθώς και προτάσεις για την επίλυσή τους.
7. Τα έργα Α.Π.Ε., τα οποία σύμφωνα με τα κριτήρια του άρθρου 9 του ν. 3775/2009 (ΦΕΚ 122 Α’) εντάσσο­νται στην εκεί θεσπιζόμενη διαδικασία ταχείας αδειοδότησης, εξακολουθούν να διέπονται από τις διατάξεις του ανωτέρω νόμου που αφορούν τη διαδικασία αυτή.
8. Οι έχοντες την εκμετάλλευση των μονάδων Α.Π.Ε. υποχρεούνται να υποβάλλουν στοιχεία και πληροφορίες σχετικά με τη λειτουργία τους στην Υπηρεσία Α.Π.Ε. της Γενικής Γραμματείας Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής. Τα στοιχεία αυτά είναι εμπιστευτικά και χρησιμοποιού­νται αποκλειστικά για την παραγωγή στατιστικών στοι­χείων του ενεργειακού τομέα, σε συνεργασία με τη Δι­εύθυνση Ενεργειακής Πολιτικής, καθώς και για το γενι­κότερο σχεδιασμό του Υπουργείου. Τα στατιστικά στοι­χεία που καταρτίζονται με βάση το πρωτογενές στατι­στικό υλικό δημοσιοποιούνται και παρέχονται σε τρίτους κατά τρόπο ώστε να αποκλείεται η άμεση ή έμμεση απο­κάλυψη της ταυτότητας εκείνων που παρείχαν τις πλη­ροφορίες ή εκείνων τους οποίους αφορά το πρωτογενές στατιστικό υλικό.
9. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέρ­γειας και Κλιματικής Αλλαγής επιβάλλεται πρόστιμο σε όσους παραβιάζουν την υποχρέωση υποβολής των στοι­χείων και των πληροφοριών της προηγούμενης παρα­γράφου, το οποίο αποδίδεται στο Πράσινο Ταμείο. Το ύ-ψος του προστίμου είναι ανάλογο της βαρύτητας και συ­χνότητας της παράβασης, κυμαίνεται από πέντε χιλιά­δες (5.000) έως και πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ και μπορεί να αναπροσαρμόζεται με απόφαση του πιο πάνω Υπουργού. Με όμοια απόφαση ρυθμίζεται η διαδικασία επιβολής των προστίμων, τα κριτήρια επιμέτρησής τους, η υποβολή και εξέταση των ενστάσεων κατά της απόφα­σης επιβολής τους και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
10. Υποχρέωση υποβολής στοιχείων στην Υπηρεσία Α.Π.Ε. της Γενικής Γραμματείας Ενέργειας και Κλιματι­κής Αλλαγής, σχετικών με τις Α.Π.Ε. έχουν επίσης όλες οι υπηρεσίες και οι φορείς του Δημοσίου, στους οποίους περιλαμβάνεται και η Ρ.Α.Ε.. Το σχετικό αίτημα υποβάλ­λεται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής ή, με εξουσιοδότησή του, από τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Α.Π.Ε..
11. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέρ­γειας και Κλιματικής Αλλαγής καθορίζονται η διαδικασία υποβολής των ανωτέρω στοιχείων, το περιεχόμενό τους, η περιοδικότητα υποβολής τους, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.»
Άρθρο 30
Λοιπές διατάξεις αρμοδιότητας Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής
1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και Πολιτισμού και Τουρισμού, που εκδίδεται μετά από πρόταση του διοικη­τικού συμβουλίου της ανώνυμης εταιρείας με την επω­νυμία «Ενοποίηση Αρχαιολογικών Χώρων και Αναπλά­σεις Α.Ε.» καταρτίζεται ο κανονισμός ανάθεσης και ε­κτέλεσης έργων, προμηθειών, μελετών και υπηρεσιών της εταιρείας, κατά παρέκκλιση των διατάξεων της ισχύ­ουσας εθνικής νομοθεσίας, με την επιφύλαξη των διατά­ξεων της κοινοτικής νομοθεσίας.
2. α. Οι περιπτώσεις 17 και 18 της παραγράφου ΙΙ του άρθρου 280 του ν. 3852/2010 καταργούνται.
β. Στο τέλος της παραγράφου II ΣΤ του άρθρου 186 του ν. 3852/2010 προστίθεται νέα περίπτωση 41 ως εξής:
«41. Η έγκριση πράξεων τακτοποίησης και πράξεων αναλογισμού».
γ. Στο τέλος του άρθρου 282 του ν. 3852/2010 προστί­θεται νέα παράγραφος 20 ως εξής:
«20. Η αρμοδιότητα της περιπτώσεως 19 της παρα­γράφου ΙΙ του άρθρου 280 του ν. 3852/2010 ασκείται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής για τα θέματα, για τα οποία γνωμοδοτεί έως τις 31.12.2010 το Κεντρικό Συμβούλιο Χωροταξίας, Οικι­σμού και Περιβάλλοντος.»
3.α. Εκκρεμείς κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του ν. 3852/2010 (ΦΕΚ 87 Α’) διαδικασίες ανάθεσης και εκ­πόνησης μελετών έγκρισης ή αναθεώρησης Γενικών Πο­λεοδομικών Σχεδίων (ΓΠΣ) ή Σχεδίων Χωρικής και Οικι­στικής Οργάνωσης Ανοικτής Πόλης (ΣΧΟΟΑΠ), επιτρέ­πεται να συνεχίζονται και εγκρίνονται με τις διατάξεις του ν. 2508/1997 (ΦΕΚ 124 Α’) στα όρια των εδαφικών περιφερειών των δήμων για τους οποίους είχαν προκη­ρυχθεί οι σχετικές μελέτες, υπό την προϋπόθεση ότι η σχετική απόφαση ανάθεσης της εκπόνησής τους θα εκ­δοθεί μέχρι 31.12.2010.
β. Επιτρέπεται για λόγους προστασίας του περιβάλλο­ντος ή για λόγους άρτιας χωρικής, πολεοδομικής οργάνωσης και κοινωνικοοικονομικής ανάπτυξης των νέων δήμων, ήδη εγκεκριμένα ΓΠΣ ή ΣΧΟΟΑΠ σε εδαφικά τμή­ματα του νέου Δήμου που συγκροτήθηκε με το ν. 3852/2010 να τροποποιούνται ή αναθεωρούνται κατά τις κείμενες διατάξεις χωρίς να ισχύει στην περίπτωση αυτή ο χρονικός περιορισμός της παραγράφου 7 του άρθρου 4 του ν. 2508/1997.
4. Στο τέλος της παραγράφου 1 της περίπτωσης ΧΧ του άρθρου 2 του από 20.2/6.3.2003 προεδρικού διατάγ­ματος (ΦΕΚ 199 Δ’) προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Στις περιοχές που βρίσκονται εντός των ορίων εγκε­κριμένων ΓΠΣ, μέχρι την έγκριση της πολεοδομικής τους μελέτης επιτρέπονται οι χρήσεις που προβλέπονται από το ΓΠΣ σύμφωνα με τα οριζόμενα στις επόμενες παρα­γράφους.»
5.α. Στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρ­θρου 6 του ν. 3843/2010 μετά τη φράση «οποιεσδήποτε εισφορές φορέων κοινωνικής ασφάλισης» προστίθεται η φράση «ή οποιοιδήποτε φόροι για μεταβιβάσεις του ακι­νήτου».
β. Η διάταξη της παραγράφου 6 του άρθρου 6 του ν. 3843/2010 όπως τροποποιείται με την παραπάνω περί­πτωση ισχύει αναδρομικά από την ημερομηνία έναρξης ι­σχύος του ν. 3843/2010.
6. Στην περίπτωση δ’ της παραγράφου 5 του άρθρου 7 του ν. 2742/2010 η λέξη «ετήσιας» διαγράφεται.
7. α. Το τρίτο εδάφιο της περίπτωσης β’ της παραγρά­φου 3 του άρθρου 24 του ν. 1650/1986, όπως αντικατα­στάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 10 του ν. 2742/1999 αντικαθίσταται ως εξής:
«Εάν για τη δημιουργία Π.Ο.Α.Π.Δ. απαιτείται η σύντα­ξη Στρατηγικής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, αυτή καταρτίζεται κατά τις κείμενες διατάξεις και υπο­βάλλεται μαζί με τα υπόλοιπα δικαιολογητικά της παρα­γράφου αυτής, προκειμένου να εγκριθεί με το προεδρικό διάταγμα του επόμενου εδαφίου.»
β. Στο τέταρτο εδάφιο της περίπτωσης β’ της παρα­γράφου 3 του άρθρου 24 του ν. 1650/1986, όπως αντικα­ταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 10 του ν. 2742/1999 η φράση «με κοινή απόφαση» αντικαθίσταται από τη φράση «με προεδρικό διάταγμα μετά από πρότα­ση».
γ. Στην περίπτωση γ’ της παραγράφου 3 του άρθρου 24 του ν. 1650/1986, όπως αντικαταστάθηκε με την πα­ράγραφο 1 του άρθρου 10 του ν. 2742/1999 η φράση «Με την παραπάνω απόφαση,» αντικαθίσταται από τη φράση «Με το παραπάνω προεδρικό διάταγμα,».
δ. Στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 24 του ν. 1650/1986, όπως αντικαταστάθηκε με την πα­ράγραφο 1 του άρθρου 10 του ν. 2742/1999 η φράση «με την απόφαση της παραγράφου 3» αντικαθίσταται από τη φράση «με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 3».
8. Η περίπτωση β’ της παραγράφου 3 του άρθρου 1 του ν. 3851/2010 αντικαθίσταται από τότε που ίσχυσε ως εξής:
«β) Συμμετοχή της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγε­ται από Α.Π.Ε. στην ακαθάριστη κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας σε ποσοστό τουλάχιστον 40%. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, που εκδίδεται μέσα σε τρεις μήνες από τη δη­μοσίευση του παρόντος, καθορίζεται η επιδιωκόμενη α­ναλογία εγκατεστημένης ισχύος και η κατανομή της στο χρόνο μεταξύ των διαφόρων τεχνολογιών Α.Π.Ε., οι κα­τηγορίες παραγωγών, η κατανομή μεταξύ αυτών, οι λό­γοι αναθεώρησής της, καθώς και οι λόγοι και η διαδικα­σία για τυχόν αναγκαία αναστολή της αδειοδοτικής δια­δικασίας και άρση αυτής. Ως εγκατεστημένη ισχύς θεω­ρείται το σύνολο της ισχύος των σταθμών παραγωγής σε κανονική και δοκιμαστική λειτουργία. Η απόφαση αυ­τή αναθεωρείται ανά διετία ή και νωρίτερα, εάν συντρέ­χουν σημαντικοί λόγοι που σχετίζονται με την επίτευξη των στόχων της Οδηγίας 2009/28/ΕΚ.»
9. Στο τέλος της παραγράφου Α.2 του άρθρου 25 του ν. 3468/2006, όπως προστέθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 7 του ν. 3851/2010 προστίθεται νέο εδάφιο ως ε­ξής:
«Με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Περι­βάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής μπορεί τα έσοδα από τις δημοπρατήσεις των αδιάθετων δικαιω­μάτων εκπομπών αερίων θερμοκηπίου να κατανέμονται και να αποδίδονται ως πόροι υπέρ του Διαχειριστή του Συστήματος Μεταφορών Ηλεκτρικής Ενέργειας (Δ.Ε.Σ.Μ.Η.Ε. Α.Ε.) και υπέρ του νομικού προσώπου δη­μοσίου δικαίου με την επωνυμία «Πράσινο Ταμείο». Με την ίδια απόφαση καθορίζεται το ποσοστό των εσόδων και η διαδικασία κατανομής και απόδοσης των πόρων αυ­τών στα παραπάνω νομικά πρόσωπα και κάθε σχετικό θέ­μα.»
10. Στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 31 του ν. 3882/2010 (ΦΕΚ 166 Α’) η φράση «Οι διατάξεις του άρθρου 29 παρ. 3» αντικαθίσταται από τη φράση «Οι διατάξεις του άρ­θρου 29».
Άρθρο 31
Ως ημερομηνία ένταξης των εργαζομένων της εταιρεί­ας «ΘΡΑΚΗ Α.Ε.», των οποίων η σύμβαση εργασίας λύ­θηκε ή καταγγέλθηκε από 4.9.2007 μέχρι 31.7.2009, στο «Ειδικό Πρόγραμμα επανειδίκευσης, κατάρτισης και α­πόκτησης επαγγελματικής εμπειρίας», σύμφωνα με την από 18.8.2009 Προγραμματική Σύμβαση, η οποία εκδό­θηκε κατ’ εξουσιοδότηση της παραγράφου 1 του άρθρου 38 του ν. 3762/2009 (ΦΕΚ 75 Α’) «Αναδιοργάνωση Σ.ΕΠ.Ε., ρύθμιση θεμάτων Οργανισμών Εποπτευόμενων από το Υπουργείο Απασχόλησης και Κοινωνικής Προ­στασίας και άλλες διατάξεις», ορίζεται η 10.9.2009. Από την ημερομηνία αυτή αρχίζουν τα δικαιώματα (καταβολή επιδόματος και απόδοση ασφαλιστικών εισφορών στα οικεία ασφαλιστικά ταμεία) και οι υποχρεώσεις των συμ­μετεχόντων στο Ειδικό Πρόγραμμα.

Αρθρο 32

1. Οι υποχρεώσεις του Ελληνικού Δημοσίου προς την Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος Α.Ε. μέχρι 31.8.2010, που προέρχονται: α) από τη διαχείριση του Ειδικού Λογαριασμού Εγγυήσεων Γεωργικών Προϊόντων (Ε.Λ.Ε.ΓΕ.Π.) του ΟΠΕΚΕΠΕ και αποτελούν υποχρεώ­σεις της Κεντρικής Κυβέρνησης και β) από πιστωτικές δι­ευκολύνσεις για την πληρωμή ενισχύσεων σε αγρότες, αναλαμβάνονται από το Υπουργείο Οικονομικών.
2. Οι ανεξόφλητες υποχρεώσεις αυτών, των δανεια­κών συμβάσεων, που έχουν υπογραφεί μεταξύ του Ελ­ληνικού Δημοσίου εκπροσωπούμενου από τους Υπουρ­γούς Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και Οικονομι­κών και της Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδος (Α.Τ.Ε. Α.Ε.), όπως αυτές έχουν διαμορφωθεί στις 31.8.2010 και ανέρχονται στο συνολικό ποσό του ενός δισεκατομμυρί­ου δέκα εκατομμυρίων (1.010.000.000,00) ευρώ περί­που, αναλαμβάνονται και εξυπηρετούνται από το Υπουρ­γείο Οικονομικών. Από την ημερομηνία αυτή το Ελληνικό Δημόσιο αναλαμβάνει, ως πρωτοφειλέτης, την καταβο­λή των τοκοχρεωλυτικών δόσεων, συμπεριλαμβανομέ­νων και των τόκων της τρέχουσας τοκοφόρου περιόδου, όπως αυτές προβλέπονται από τις οικείες δανειακές συμβάσεις.
3. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορί­ζεται το ύψος του ανεξόφλητου κεφαλαίου κάθε δανεια­κής σύμβασης, οι λοιπές υποχρεώσεις που προκύπτουν από την εφαρμογή των όρων των συμβάσεων και οι λοι­ποί όροι εξυπηρέτησης, όπως περιγράφονται στις ανα­λαμβανόμενες συμβάσεις.
4. Όπου στις ανωτέρω δανειακές συμβάσεις προβλέ­πεται προσαύξηση του επιτοκίου με την εισφορά του ν. 128/1975, η αύξηση αυτή δεν ισχύει.
5. Το Χρέος της Κεντρικής Κυβέρνησης αυξάνεται ισό­ποσα με το κεφάλαιο που θα προσδιοριστεί με την έκδο­ση των υπουργικών αποφάσεων.
6. Οι φάκελοι των ανωτέρω δανειακών συμβάσεων πα­ραδίδονται από τους αρμόδιους φορείς που τις κατέ­χουν, στη Διεύθυνση Δημοσίου Χρέους του Γενικού Λο­γιστηρίου του Κράτους, η οποία αναλαμβάνει την υπο­χρέωση να τις εξυπηρετεί μέχρι τη λήξη τους, με τους ό­ρους που αναφέρονται σε αυτές και σύμφωνα με τις α­νωτέρω υπουργικές αποφάσεις. Οι Συμβάσεις αυτές εί­ναι οι ακόλουθες:

Α/Α ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΣΥΝΑΨΗΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΛΗΞΗΣ ΦΕΚ ΑΡΧΙΚΟ ΠΟΣΟ ΣΥΜΒΑΣΗΣ
1 31/8/2001 30/6/2011 234Α/12-10-2001 191.452.362,37
2 9/3/2006 9/3/2011 89Α/27-4-2006 112.785.829,29
3 28/7/2008 27/7/2010 180Α/1-9-2008 & 77Α/20-5-2009 42.000.000,00
4 30/7/2008 21/5/2016 161 Α/5-8-2008 272.469.055,97
5 21/11/2008 22/10/2009 παρατάθηκε μέχρι
22/10/2010
234Α/24-11-2008 170.000.000,00
CD 14/5/2009 9/11/2009 παρατάθηκε
μέχρι
8/11/2010
84Α/1 -6-2009 & 86Α/3-6-2009 25.000.000,00
7 -    27/8/2009 1/7/2017 170Α/4-9-2009 95.448.446,88
8 9/9/2009 1/7/2017 170Α/4-9-2009 293.840.123,03
CD 9/9/2009 1/7/2017 178Α/16-9-2009 121.664.845,34
10 28/9/2009 8/2/2010 Καθυστέρηση
5.000.000,00
11 18/12/2009 17/6/2010
1.200.000.000,00
7. Οι ανωτέρω δανειακές συμβάσεις μπορεί να αντικα­τασταθούν, κατόπιν αιτήματος της Τράπεζας που υπο­βάλλεται μέχρι 30.6.2011, με την έκδοση ομολόγων, από τον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ), με όμοιους όρους. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομι­κών καθορίζεται η διαδικασία έκδοσης των ομολόγων που θα αντικαταστήσουν τις ανωτέρω δανειακές συμβά­σεις και περιγράφονται οι λοιποί όροι έκδοσής τους.
8. Από της ισχύος του νόμου αυτού ενισχύονται στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Οικονομικών οι πιστώ­σεις για πληρωμή χρεολυσίων, τόκων, τόκων υπερημε­ρίας και παράλληλων δαπανών, με σκοπό την κάλυψη των δαπανών εξυπηρέτησης των ανωτέρω δανειακών συμβάσεων.

Άρθρο 33

Ανάληψη από το Δημόσιο της υποχρέωσης εξυπηρέτησης των δανείων του ΕΛΓΑ που έχουν συναφθεί με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου

1. Το ανεξόφλητο κεφάλαιο και η εξυπηρέτηση των μέχρι την 30ή Σεπτεμβρίου 2010, υπολοίπων των δανεια­κών συμβάσεων που έχει συνάψει ο Οργανισμός Ελληνι­κών Γεωργικών Ασφαλίσεων (ΕΛ.Γ.Α.) με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, αναλαμβάνονται από το Ελλη­νικό Δημόσιο. Από την ημερομηνία αυτή το Ελληνικό Δη­μόσιο αναλαμβάνει, ως πρωτοφειλέτης, την καταβολή των τοκοχρεωλυτικών δόσεων, συμπεριλαμβανομένων και των τόκων της τρέχουσας τοκοφόρου περιόδου, ό­πως αυτές προβλέπονται από τις οικείες δανειακές συμ­βάσεις και διαδέχεται τον ΕΛΓΑ σε όλες τις υποχρεώ­σεις και τα δικαιώματα που προβλέπονται από αυτές. Α­πό την ίδια ως άνω ημερομηνία, τα πιστωτικά ιδρύματα που έχουν κατά του ΕΛΓΑ ανεξόφλητες δανειακές απαι­τήσεις τις διαγράφουν και τις μετατρέπουν σε απαιτή­σεις κατά του Ελληνικού Δημοσίου.
2. Οι ανεξόφλητες υποχρεώσεις αυτών των δανειακών συμβάσεων που έχουν υπογραφεί μεταξύ του Οργανι­σμού Ελληνικών Γεωργικών Ασφαλίσεων (ΕΛ.Γ.Α.) και των τραπεζών Αγροτικής, Εθνικής και Πειραιώς με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, όπως αυτές έχουν διαμορφωθεί στις 30.9.2010 και ανέρχονται στο συνολι­κό ποσό των τριών δισεκατομμυρίων δώδεκα εκατομμυ­ρίων (3.012.000.000,00) ευρώ περίπου, αναλαμβάνονται και εξυπηρετούνται από το Υπουργείο Οικονομικών.
3. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορί­ζεται το ύψος του ανεξόφλητου κεφαλαίου κάθε δανεια­κής σύμβασης, οι λοιπές υποχρεώσεις που προκύπτουν από την εφαρμογή των όρων των συμβάσεων και οι λοι­ποί όροι εξυπηρέτησης, όπως περιγράφονται στις ανα­λαμβανόμενες συμβάσεις.
4. Όπου στις ανωτέρω δανειακές συμβάσεις προβλέ­πεται προσαύξηση του επιτοκίου με την εισφορά του ν. 128/1975, η προσαύξηση αυτή δεν ισχύει.
5. Το χρέος της Κεντρικής Κυβέρνησης αυξάνεται ισό­ποσα με το κεφάλαιο που θα προσδιοριστεί με την έκδο­ση των υπουργικών αποφάσεων.
6. Οι φάκελοι των ανωτέρω δανειακών συμβάσεων πα­ραδίδονται από τους αρμόδιους φορείς που τις κατέχουν στη Διεύθυνση Δημοσίου Χρέους του Γενικού Λογιστηρί­ου του Κράτους, η οποία αναλαμβάνει την υποχρέωση να τις εξυπηρετεί μέχρι τη λήξη τους με τους όρους που αναφέρονται σε αυτές και σύμφωνα με τις ανωτέρω υ­πουργικές αποφάσεις. Οι Συμβάσεις αυτές περιγράφο­νται στον κατωτέρω πίνακα:
7. Οι ανωτέρω δανειακές συμβάσεις μπορεί, κατόπιν αιτήματος που υποβάλλεται από το οικείο πιστωτικό ί­δρυμα μέχρι 30.6.2011, να αντικατασταθούν με την έκ­δοση ομολόγων, από τον Οργανισμό Διαχείρισης Δημο­σίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ), με όμοιους όρους. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται η διαδικασία έκ­δοσης των ομολόγων που θα αντικαταστήσουν τις ανω­τέρω δανειακές συμβάσεις και περιγράφονται οι λοιποί όροι έκδοσής τους.
8. Από της ισχύος του νόμου αυτού ενισχύονται στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Οικονομικών οι πιστώ­σεις για πληρωμή χρεολυσίων, τόκων, τόκων υπερημε­ρίας και παράλληλων δαπανών, με σκοπό την κάλυψη των δαπανών εξυπηρέτησης των ανωτέρω δανειακών συμβάσεων.
9. Έσοδα του ΕΛΓΑ προηγούμενων οικονομικών ετών, που προέρχονται από την εισφορά του άρθρου 5α του ν. 1790/1988, όπως ίσχυε κάθε φορά, που δεν έχουν ει­σπραχθεί από τις αρμόδιες για το σκοπό αυτόν υπηρε­σίες του Δημοσίου και δεν έχουν αποδοθεί στον ΕΛΓΑ α­ποτελούν έσοδο του Δημοσίου.
10. Το ποσό της εισφοράς του έτους 2010 αποδίδεται στον ΕΛΓΑ μέχρι την 30ή Απριλίου 2011, ημερομηνία κα­τά την οποία θα έχει ολοκληρωθεί η εκκαθάριση των ει­σπραχθέντων από το Δημόσιο εσόδων από την εισφορά του άρθρου 5α του ν. 1790/1988 όπως ισχύει σήμερα. Τυ­χόν πρόσθετα έσοδα από την εισφορά έτους 2010 που εισπράττονται μετά την ημερομηνία αυτή αποτελούν έ­σοδο του Δημοσίου.
Άρθρο 34
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά σε επί μέρους διατάξεις του.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεση του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 14 Οκτωβρίου 2010