Δευτέρα 3 Αυγούστου 2015

ΤΟ ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΟ ΚΑΙ ΕΠΙΚΑΙΡΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΜΥΡΤΙΔΑΣ , ΣΕ ΚΑΙΡΟΥΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥ ΛΟΙΜΟΥ


Το βράδυ της Δευτέρας 22ας Ιουνίου 2015, την ίδια ώρα που κάπου μακριά, στις  Βρυξέλλες, γινόταν μια ακόμη κρίσιμη σύνοδος κορυφής για το «Ελληνικό ζήτημα» , στις υπώρειες του Υμηττού, εκεί που ο οικιστικός ιστός της Αθήνας τελειώνει κι αρχίζει η Αττική φύση, στο Black Box Theater του Αμερικανικού Κολλεγίου της Αγ. Παρασκευής, δινόταν μια παράσταση προϊόν συνεργασίας τεσσάρων σχολείων και ευάριθμων ευαίσθητων και καλλιεργημένων ανθρώπων.

Η παράσταση με τον τίτλο «Μύρτις, η σιωπή μετά το φως» είχε πολλαπλές διαστάσεις: μουσική, χορευτική, θεατρική, εικαστική. Ακούστηκαν ύμνοι σε ατόφια αρχαιοελληνική γλώσσα και μουσική! Οι πιο πολλές πτυχές της εκδήλωσης ξεφεύγουν από τους τομείς για τους οποίους θα μπορούσα κάτι να πω. Τολμώ μόνο να καταθέσω λίγες σκέψεις για την πλευρά της παράστασης που αποκαλώ «τραγωδία», με την αρχαιοελληνική σημασία του όρου.

Η «Μύρτις» μπορεί να προσεγγιστεί σε πολλά επίπεδα. Θα μιλήσω μόνο για δύο απ’ αυτά: Πρώτα απ’ όλα είναι η τραγωδία του ενός, τραγωδία του απλού ανθρώπου που υποφέρει, πάσχει, αγωνιά, πεθαίνει- είτε αυτό συμβαίνει στην αρχαία Αθήνα, είτε στην Ιταλία του ύστερου Μεσαίωνα και της Αναγέννησης.

Αυτή η τραγωδία γίνεται πιο συγκλονιστική όταν ο «πάσχων» είναι ένα κορίτσι 11 χρονών, στην οριακή ηλικία της αθωότητας και της αγνότητας, το οποίο χωρίς να καταλάβει «πώς και από πού ξεκίνησε αυτός ο παράξενος άνεμος» (Μελισσάνθη), βρίσκεται ξαφνικά στη δίνη ενός ανελέητου πολέμου κι ενός φοβερού λοιμού. Οι κραυγές του κοριτσιού και οι κραυγές των άλλων παιδιών, αυτά τα «φοβάμαι» ακούστηκαν σπαρακτικά (τα μάτια των πιο ευαίσθητων θεατών δάκρυσαν). Όλοι φοβόμαστε, τα «φοβάμαι» όμως από τα στόματα αθώων παιδιών ακούγονται διαπεραστικά, τρυπούν το εσώψυχο «είναι».

Σε ένα δεύτερο επίπεδο, η «Μύρτις»  είναι η τραγωδία ενός ολόκληρου λαού, του αθηναϊκού λαού, ο οποίος βιώνει τα δεινά του πολέμου και του «αστάθμητου παράγοντα».
Είναι, όμως, αθώος ο αθηναϊκός λαός για όσα του συμβαίνουν;  Κατά το Θουκυδίδη και κατά την τραγωδία «Μύρτις», δεν είναι άμοιρος ευθυνών ο λαός. Είναι, τουλάχιστον, συν-υπεύθυνος.  Ο ίδιος ο Θουκυδίδης στο έργο του δεν το λέει σαφώς, το αφήνει στην κρίση του προσεκτικού αναγνώστη. Ίσως, αναγνωρίζει και τον εαυτό του συμμέτοχο σ’ αυτό το χωρίς αρχή και τέλος παιχνίδι.

Θουκυδίδης και Περικλής δεν πιστεύουν στην εμπλοκή του «θείου» στα ανθρώπινα. Πιστεύουν στη δύναμη της λογικής, της οικονομικής, πολιτικής και στρατιωτικής ισχύος, της έξυπνης στρατηγικής. Όλα, όμως, αποδεικνύονται έωλα… Η Αθήνα καταρρέει από τα αλλεπάλληλα χτυπήματα: λοιμός, στρατιωτικές ήττες, στο τέλος του πολέμου η πείνα. Κι όμως, ο Θουκυδίδης επιμένει: «Αν ο Περικλής δεν πέθαινε τότε, όλα θα ήταν αλλιώς»! Η παράσταση «Μύρτις», όμως, φωνάζει ότι η Αθήνα γονάτισε γιατί είχε διαπράξει «ύβριν», την οποία μάλιστα επεξηγεί πλήρως. Κι αυτό είναι που την κάνει τραγωδία αρχαιοελληνικής υφής. Τολμώ να πω και επιπέδου!

Όλοι οι συντελεστές της παράστασης έβαλαν το λιθαράκι τους. Δεν πρέπει να αδικηθεί κανείς. 

Νομίζω, όμως, ότι η ενσάρκωση της Μύρτιδας από ένα κορίτσι που κατέθεσε μια πλήρη αθωότητα ήταν ένα μεγάλο ατού. Το ίδιο μεγάλο ατού είναι οι τραγικοί ρόλοι που ενσάρκωσαν οι μαθητές του Ειδικού Λυκείου Ιλίου.  Το παίξιμό τους είχε σπαρακτική αλήθεια. Ο πόνος της ζωής τους βγήκε στην παράσταση κι ήλθε να συναντήσει και να δεθεί σφιχτά με τον πόνο της Μύρτιδας, του αθηναϊκού λαού, του ελληνικού λαού, του ανθρωπίνου γένους… 

Του Γ. Ορφανόπουλου (φιλολόγου)